Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2023

Κοπή Βασιλόπιττας στον Φιλανθρωπικό Σύλλογο Κυριών Αγίας Τριάδος Αγρινίου

 

Τον Ιερό Ναό Αγίας Τριάδος Αγρινίου επισκέφθηκε το απόγευμα της Δευτέρας 30ης Ιανουαρίου 2023 ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνός για να ευλογήσει την βασιλόπιττα του Φιλανθρωπικού Συλλόγου Κυριών της Ενορίας.

Τον Σεβασμιώτατο προσφώνησε η Πρόεδρος του Συλλόγου κ. Ελευθερία Ρόμπολα, η οποία παρουσίασε τις δράσεις του Συλλόγου και έκανε έναν σύντομο απολογισμό των πεπραγμένων της προηγούμενης χρονιάς.

Ο Μητροπολίτης κ. Δαμασκηνός μιλώντας στις κυρίες αναφέρθηκε στον σπουδαίο ρόλο που διαδραματίζουν οι γυναίκες μέσα στην Ενοριακή διακονία στηρίζοντας το φιλανθρωπικό, κοινωνικό και προνοιακό έργο της Εκκλησίας. Αναφέρθηκε στις γυναίκες που ακολουθούσαν τον Χριστό, αλλά και στο έργο των διακονισσών στη ζωή της Εκκλησίας. Δεν υπάρχει Ενορία που να μη στηρίζεται στην γυναικεία παρουσία τόνισε χαρακτηριστικά και εξέφρασε τη χαρά του για την παρουσία τόσων γυναικών, οι οποίες από το 1998 εργάζονται εθελοντικά και στηρίζουν αυτόν τον Σύλλογο και την Ενορία. Επίσης ανακοίνωσε ότι η Ενορία της Αγίας Τριάδος Αγρινίου θα είναι η πρώτη που τον ερχόμενο Σεπτέμβριο θα λειτουργήσει Σπίτι Γαλήνης Χριστού, δηλαδή ενοριακό συσσίτιο και θα ακολουθήσουν και οι υπόλοιπες Ενορίες του Αγρινίου και ζήτησε την ενεργή συμμετοχή του Συλλόγου.

 

Μπορείτε να δείτε περισσότερες φωτογραφίες στον ακόλουθο σύνδεσμο   https://photos.app.goo.gl/v8UVn9P78jJh51SX6

Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2023

«Οι Τρεις Ιεράρχες: διδάσκαλοι και εμπνευστές»

 

Ομιλία του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού στην πανηγυρική εορταστική εκδήλωση της Ιεράς Μητροπόλεως Αιτωλίας και Ακαρνανίας και του Παραρτήματος της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων Αιτωλοακαρνανίας

Παπαστράτειο Μέγαρο Αγρινίου, 30 Ιανουαρίου 2023

 

Αγαπητοί μου,

Με βαθιά συγκίνηση απευθύνομαι προς εσάς, με αφορμή τον εορτασμό των τριών μεγίστων φωστήρων της τρισηλίου θεότητος. Η θεία πρόνοια με φέρνει ενώπιον σας, προκειμένου, για πρώτη φορά ως Επίσκοπος και Ποιμένας της Τοπικής μας Εκκλησίας, να εορτάσουμε και, από κοινού, να τιμήσουμε τρεις προσωπικότητες, οι οποίες, επί δεκαπέντε αιώνες, αποτελούν σημείο αναφοράς σε επιστημονικό, πνευματικό, ποιμαντικό και παιδαγωγικό επίπεδο.

Μιλώντας προσωπικά και με δεδομένη την πρόσφατη ανάδειξη μου στην Επισκοπική διακονία, δεν μπορεί παρά να συγκλονίζομαι, συνειδητοποιώντας το ύψιστο μέτρο, το οποίο οι τρεις φωτισμένοι Ιεράρχες έθεσαν ως Επίσκοποι και Ποιμένες του λαού του Θεού, αφενός θωρακίζοντας την αλήθεια της Εκκλησίας, μέσω του άρτιου και βαθύτατου θεολογικού λόγου τους, αφετέρου ιστάμενοι  ως πνευματικοί πατέρες θυσιαστικής αγάπης, μέσω της διαρκούς φιλανθρωπικής μέριμνας για το ποίμνιό τους. 

Θα απαιτούνταν χρόνος πολύς, προκειμένου να περιγραφεί αμυδρά η ιερατική τους ποιότητα και προσφορά. Και πάλι όμως, μία τέτοια παρουσίαση θα αφορούσε μόνο ένα μέρος της πολύπλευρης προσφοράς τους, όχι μόνο προς την Εκκλησία, αλλά και προς ολόκληρη την κοινωνία. Πρόκειται, όντως, για οικουμενικές προσωπικότητες με σπάνια, για την παγκόσμια ιστορία, πνευματική και επιστημονική ευρύτητα. Δεν υπάρχει επιστημονικός και ανθρωπιστικός τομέας, από την εποχή τους μέχρι και σήμερα, ο οποίος να στερήθηκε την ακτινοβόλο προσφορά τους. Όπως ανέφερα και στην πρώτη ομιλία μου ως τοπικού Επισκόπου, κατά την διάρκεια της υποδοχής που μου επιφύλαξατε στην πανέμορφη πόλη μας, έχω πλήρη επίγνωση πώς απευθύνομαι σε έναν λαό, ο οποίος διαχρονικά καλλιέργησε και συνεχίζει να καλλιεργεί με ζήλο την επιστήμη, τα γράμματα και τον πολιτισμό. Με αυτό το δεδομένο δεν θεωρώ περιττό να παραθέσω λίγα, αλλά ενδεικτικά στοιχεία της διαχρονικής και παγκόσμιας ακτινοβολίας των τριών αυτών κορυφαίων προσωπικοτήτων, η οποία αποτελεί και το υπόβαθρο της παιδαγωγίας τους.

Μόλις λίγα χρόνια μετά το θάνατό τους τα κείμενα τους μεταφράζονται στα Λατινικά και με την πάροδο του χρόνου στις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες. Ενδεικτικά αναφέρουμε, ότι τα έργα του Μεγάλου Βασιλείου άρχισαν να διδάσκονται στο Πανεπιστήμιο των Παρισίων τον 16ο αιώνα, το δε πόνημά του «Προς του νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων» απέκτησε τόσους θαυμαστές στη Δύση, ώστε μέσα σε 500 χρόνια  (1449-1500) γνώρισε 20 εκδόσεις! Τα Άπαντά του έχουν εκδοθεί στα Γερμανικά από το 1776! Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η επίδραση του συγγραφικού έργου στους Ευρωπαίους επιστήμονες, κυρίως των ανθρωπιστικών σπουδών, από την εποχή της Αναγέννησης μέχρι σήμερα. Ο Νικόλαος Μπερντιάεφ, ίσως ο μεγαλύτερος Ρώσος διανοητής του 20ου αιώνα, αναφέρει ότι: «στον Μεγάλο Βασίλειο, όπως και στον Ιωάννη τον Χρυσόστομο η κοινωνική αδικία, δημιούργημα της κακής διανομής του πλούτου, κριτικάρεται με μια δριμύτητα που θα έκανε τον Προυντόν και τον Καρλ Μαρξ να χλομιάσουν». Δεν είναι λίγοι οι ερευνητές από το χώρο της Ιατρικής, της Κοινωνιολογίας, των Πολιτικών Επιστημών, της Παιδαγωγικής, της Φιλοσοφίας, της Θεολογίας και της Ψυχολογίας που μελέτησαν το έργο τους και τόνισαν την αξία του. Μέχρι σήμερα, το έργο των τριών Ιεραρχών εντάσσεται σε όλους τους κύκλους θεολογικών σπουδών παγκοσμίως, ως απαραίτητη προϋπόθεση κατανόησης της εξέλιξης της Χριστιανικής Θεολογίας. Ακόμη, η ποιμαντική και η κοινωνική τους διακονία προσφέρει ένα διαρκές κριτήριο σχέσεως της Εκκλησίας με την πολιτική εξουσία σε Ανατολή και Δύση, αλλά και ενεργούς στάσης της Εκκλησίας στα φλέγοντα κοινωνικά προβλήματα.  

Η αναγνώριση αυτή δεν ήρθε εκ των υστέρων. Η κοινωνία του καιρού τους, τους  είχε ήδη κατατάξει σε αυτό που θα ονομάζαμε σήμερα επιστημονική και πνευματική ελίτ. Η ακαδημαϊκή τους κατάρτιση ήταν αδιαμφισβήτητη, η αποδοχή τους καθολική και η λαμπρή τους σταδιοδρομία εξασφαλισμένη. Αυτό που σήμερα ονομάζουμε «κοινωνική καταξίωση» υπήρξε για τους τρεις Ιεράρχες δεδομένο και μάλιστα από σχετικά μικρή ηλικία. Κι όμως! Η επιστημονική και κοινωνική αναγνώριση, η οποία αποτελεί αντικείμενο βαθύτατου πόθου για τους ανθρώπους όλων των εποχών, ουδέποτε απετέλεσε για εκείνους πηγή αυτοκαταξίωσης. Το γεγονός αυτό αποδεικνύουν οι επιλογές τους, οι συγκρούσεις τους με το πολιτικό κατεστημένο, η θαρραλέα στάση τους απέναντι στην αίρεση - η οποία προς στιγμήν απετέλεσε και θρησκευτικό κατεστημένο- και, βεβαίως, η διαρκής και συνειδητή αποχή από κοσμικές τιμές. Οι τρεις Ιεράρχες, πέραν της πρωτοποριακής επιστημοσύνης τους, η οποία, ούτως ή άλλως ενέχει στοιχεία ενός ιδιότυπου ασκητισμού, ανέλαβαν καθήκοντα κοινωνικής, εκκλησιαστικής και ποιμαντικής ηγεσίας και μάλιστα με βαρύ κόστος, το οποίο έφτασε μέχρι τις διώξεις και το μαρτύριο. Τα φυσικά χαρίσματα και η γνώση τους δεν απετέλεσαν παράγοντες απομόνωσης και ατομικής ανέλιξης, αλλά εργαλεία αγάπης και προστασίας, πρώτα μιας Εκκλησίας βαλλόμενης, τόσο από αιρετικές διδασκαλίες, όσο και από πολιτικές παρεμβάσεις, αλλά και ευρύτερα, μιας κοινωνίας μεγάλων ανισοτήτων, ουσιαστικά απροστάτευτης και εκτεθειμένης στην αυθαιρεσία των ισχυρών.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η παρουσία των τριών Ιεραρχών είναι καθοριστική και επιβεβαιώνεται από τη σχέση τους με τον απλό λαό, ο όποιος επανειλημμένως απετέλεσε ασπίδα προστασίας τους, όταν ο λόγος και τα έργα τους εξόργιζαν τα κέντρα της εξουσίας. Η σχέση τους με τον λαό, επιτρέψτε μου να θεωρώ, πως μας προσφέρει το κλειδί ερμηνείας, τόσο της επιστημονικής, όσο και της παιδαγωγικής προσφοράς τους. Ακόμη και τα αμιγώς επιστημονικά τους συγγράμματα, είναι κατ’ ουσίαν κείμενα λειτουργικά, δηλαδή κείμενα μέριμνας και προσφοράς προς τον λαό του Θεού, χωρίς να αλλοιώνεται στο ελάχιστο η επιστημονική μέθοδος. Κάθε σελίδα του επιστημονικού τους μόχθου και του καταγεγραμμένου προφορικού τους λόγου αποκαλύπτουν την φιλάνθρωπη διάθεσή τους και την παιδαγωγική τους μέριμνα.

Ο συνδυασμός αυτός εμπλουτίζει, διευρύνει και εξυψώνει τόσο την γνώση αυτή καθεαυτή όσο και τον ρολό του δασκάλου με την ευρύτερη έννοια.

Παρενθετικά, θα ήθελα να σταθώ στον όρο «δάσκαλος». Όπως και εσείς καλά γνωρίζετε, η λέξη αυτή έχει για τον λαό μας μία ιδιαίτερη σημασία και μία ευρύτερη διάσταση από εκείνη του εκπαιδευτικού. Από την ζωή όλων μας πέρασε ένα πλήθος εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων. Λίγους όμως θεωρούμε δασκάλους, δηλαδή πρόσωπα των οποίων, όχι μόνον ο λόγος, αλλά η όλη προσωπικότητά τους σφράγισε τη ζωή μας και απετέλεσε σημείο αναφοράς ισόβιας διάρκειας. Στη συνείδηση του λαού μας, ο δάσκαλος επέχει θέση πνευματικού ευεργέτη, χωρίς την παρουσία του οποίου η ζωή μας θα ήταν φτωχότερη. Ο δάσκαλος παραμένει φορέας γνώσεως, αυτό όμως που αφήνει ως παρακαταθήκη στις ψυχές των μαθητών του είναι ο τρόπος εκφοράς του λόγου του, ο τρόπος του σχετίζεσθαι  με αυτούς και ιδιαίτερα ο τρόπος της δικής του ζωής. Η αγάπη προς τη γνώση και η έφεση για δημιουργία, τα οποία αποτελούν την κινητήρια δύναμη της ζωής, αποτελούν ουσιαστικά την επαλήθευση μιας ανεξίτηλης σφραγίδας, την οποία χάραξε στην ψυχή ένας εμπνευσμένος δάσκαλος. 

Ας έρθουμε όμως στο εάν και κατά πόσον οι τρεις Ιεράρχες θα μπορούσαν να αποτελέσουν οδοδείκτες στην σημερινή κοινωνία. Βρισκόμαστε σε περιόδους απίστευτης συσσώρευσης γνώσης και επιστημονικού υλικού. Η επιστημονική έρευνα προσφέρει, καθημερινά, νέους καρπούς, οι οποίοι θα έπρεπε να τροφοδοτούν τους νέους ανθρώπους με νέα κίνητρα επαφής με την επιστημονική αλήθεια και να τους ενθαρρύνουν να δημιουργήσουν έναν καλύτερο κόσμο, θεμελιωμένο στα όνειρα και τους ευγενικούς πόθους, που χαρακτηρίζουν την νεότητα. Άλλωστε, την σύμφυτη με τον άνθρωπο επιθυμία για νέα γνώση και δημιουργία επεσήμαναν και οι αρχαίοι μας πρόγονοι ως πρωταρχικούς παράγοντες ολοκλήρωσης, υπαρξιακής ισορροπίας και πνευματικής ικανοποίησης. «Δεῖ τοίνυν ὀρέγεσθαι τῆς ἐπιστήμης κτᾶσθαί τ ̓ αὐτὴν καὶ χρῆσθαι αὐτῇ προσηκόντως», μας διδάσκει ο Αριστοτέλης. Δυστυχώς, το εκπαιδευτικό σύστημα της πατρίδος μας, αλλά και παγκοσμίως, όχι μόνον υπαρξιακή ισορροπία και ικανοποίηση δεν προσφέρει, αλλά, αντιθέτως, χαρακτηρίζεται από μονομέρεια, από διόγκωση των νοητικών λειτουργιών εις βάρος του συναισθήματος, της σωματικής δραστηριότητας και της δημιουργικότητας και, βεβαίως, από ανία.  Η παιδεία που οραματίστηκαν και εφάρμοσαν οι τρεις Ιεράρχες έχει πλέον εκπέσει σε εκπαίδευση, δηλαδή ανάπτυξη συγκεκριμένων δεξιοτήτων, χρήσιμων σε ένα ανελαστικό, ως προς την καινοτομία και την υιοθέτηση ευρύτερων στόχων σύστημα, το οποίο έχει απολυτοποιήσει την κατανάλωση και την απόλαυση. Η σύγχρονη παγκόσμια κοινωνία έχει πλέον ταυτίσει την επιτυχία με την κατάκτηση, όσο το δυνατόν υψηλότερης θέσης στην κοινωνική πυραμίδα και με την δυνατότητα της, όσο δυνατόν, μεγαλύτερης κατανάλωσης. Επιπροσθέτως, κάθε οραματισμός και κάθε ιδεώδες, εάν και όποτε διατυπώνεται, παραμένει θεωρητικό, αφηρημένο και αίολο. Ιδιαίτερα στην ελληνική κοινωνία, βιώνουμε μία τραγική έλλειψη ζωντανών προτύπων. Ιστορικά πρόσωπα, τα οποία βίωσαν τις αρχές και τις αξίες της ελληνικής και χριστιανικής παράδοσής μας, αποσιωπούνται ή αποδομούνται συστηματικά, ενώ τα παιδιά μας στερούνται τραγικά το ζωντανό παράδειγμα.

Μόνον εάν συνειδητοποιήσουμε τα αδιέξοδα του σύγχρονου εκπαιδευτικού συστήματος, τα οποία βεβαίως απηχούν ευρύτερα ηθικά και κοινωνικά αδιέξοδα, θα μπορέσουμε να ερμηνεύσουμε τα φαινόμενα βίας και απαξίωσης, που χαρακτηρίζουν την σύγχρονη νεολαία μας, αλλά και να εκτιμήσουμε την προσφορά και την ευρύτερη προοπτική που προσφέρουν στο «σήμερα» οι μορφές των τριών αυτών μεγίστων Ιεραρχών, αλλά και δασκάλων. 





Θα αρκούσε η παράθεση πλήθους κειμένων και αποφθεγμάτων από τα μεγαλειώδη έργα τους, προκείμενου να πειστεί και ο πλέον επιφυλακτικός ακροατής για το πνευματικό πυρ, με το οποίο εφώτισαν την οικουμένη, ως όντως μέγιστοι φωστήρες, όπως αναφέρει και το απολυτίκιό τους. Κάθε τους λόγος, κάθε τους απόφθεγμα θα μπορούσαν να αποτελέσουν διαχρονική πυξίδα για μία παιδεία με κέντρο τον άνθρωπο και φωτοδότη τον Θεάνθρωπο. Τέτοιου, όμως, είδους ρήσεις είμαι βέβαιος πως θα αποκτήσουν ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα εάν συνυπολογιστούν και με την κατάρτισή τους, το προσωπικό τους ήθος και, βεβαίως, την αγιότητά τους. Διότι, αγαπητοί μου, στο σημείο αυτό έγκειται η μεγάλη τους προσφορά στην επιστήμη της παιδαγωγίας: στην αγιότητα. Σε μία εποχή, κατά την οποία η επιστήμη αυτή εξελίσσεται με ραγδαίους ρυθμούς, οι τρεις Ιεράρχες διαρρηγνύουν τα δεσμά του χρόνου και έρχονται να καταστήσουν κέντρο της παιδαγωγικής διαδικασίας, όχι το σύστημα, αλλά τον παιδαγωγό, όχι τους παιδαγωγικούς πειραματισμούς, αλλά το παιδαγωγικό ήθος, όχι την στείρα καινοτομία, αλλά την βιωματική διδασκαλία. Το μήνυμα τους είναι σαφές και η παρακαταθήκη τους απόλυτη: Δεν υπάρχει αποτελεσματική παιδαγωγία χωρίς παιδαγωγό αρετής και θυσίας.

Αυτήν την παιδαγωγική οδό επέλεξαν οι τρεις Ιεράρχες, όντας και οι τρεις οδηγοί προς την γνώση επιγείων και επουρανίων. Ως προς την πρώτη, απόδειξη αποτελεί το ευρύτατο συγγραφικό έργο τους. Ως προς το δεύτερο, όμως, απόδειξη αποτελεί ο βίος και η πολιτεία τους. Ο κόσμος της εποχής τους, τούς απεδέχθη ως σοφούς και πανεπιστήμονες. Η Εκκλησία, όμως, τους ανεκήρυξε  θεόπτες και ένθεους φάρους της οδού προς την θέωση. Η διπλή αυτή ιδιότητα κατέστησε την επιρροή τους τεράστια, την επίδρασή τους καταλυτική, την συμβολή τους στην πνευματική προκοπή των συγχρόνων τους αυταπόδεικτη και επιβεβαιωμένη. Η βαθύτερη πηγή, όμως, του μεγαλείου τους πηγάζει από την προσωπική τους σχέση με τον Θεό της αγάπης, από την ποικιλόμορφη και έμπρακτη φιλανθρωπία που άσκησαν κατά τη διάρκεια του επισκοπικού τους λειτουργήματος και από την προσήλωσή τους στην προσδοκία των αιωνίων και των αφθάρτων. Ο Μέγας Βασίλειος, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος υπήρξαν φωτισμένες υπάρξεις, ευρισκόμενες διαρκώς εν οδώ προς τα έσχατα. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, το έργο τους ως διδασκάλων δεν προσέλαβε ποτέ τον χαρακτήρα στείρας υποδείξεως, οδηγίας εξ αποστάσεως, διαταγής αφ’ υψηλού και πιεστικής καθοδήγησης. Αντιθέτως, απετέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί πρόσκληση συνοδοιπορίας, προσφορά συμπαραστάσεως και παρότρυνση πατρικής αγάπης.

Οι άξονες της διδασκαλίας τους, ανεξαρτήτως του επιστημονικού περιεχομένου, υπήρξαν πάντοτε κοινοί προς όλους όσοι επιλέγουν να μαθητεύσουν στη σοφία τους: Πρώτον, η συνείδηση της θείας καταγωγής που χαρακτηρίζει την ανθρώπινη ύπαρξη. Δεύτερον, η επιθυμία προσωπικής σχέσης με τον Σωτήρα Χριστό και τρίτον η προοπτική της αιωνιότητας. Αυτές είναι οι τρεις πηγές και οι τρεις άξονες της παιδαγωγικής τους μεθόδου. Οι δάσκαλοι τρεις Ιεράρχες έχουν ενώπιόν τους, όχι απλώς ένα άνθρωπο που πρέπει να εκπαιδευθεί αλλά «Θεόν κεκελευσμένον»[1], «τὸ μόνον τῶν ζώων θεόπλαστον»[2] και «εἰκόνι Θεοῦ τετιμημένον»[3]. Οι τρεις Ιεράρχες, ακόμη και ως δάσκαλοι, δεν έπαψαν ποτέ να διακατέχονται και οι ίδιοι από πνεύμα διαρκούς μαθητείας των αιωνίων, καλώντας συνοδοιπόρους με κοινό σκοπό «νά τηρηθεί ἡ εικόνα καί νά εξομοιωθεί πρός τό ἀρχέτυπον»[4].

Η επίγνωση του κοινού αυτού προορισμού αποτελεί το ανάχωμα εναντίον της αλαζονείας, της μεγίστης αυτής πνευματικής ασθένειας, η οποία απειλεί τον κάθε ηγέτη και κατά συνεπεία τον δάσκαλο, ως τον κατ’ εξοχήν ηγέτη και μέντορα ψυχών.  Όπως αναφέρει ο Ιερός Χρυσόστομος, ο δάσκαλος δεν μπορεί να είναι ούτε εγωιστής ούτε αλαζόνας, ούτε εξουσιαστής. Διαρκώς αποπνέει και ο ίδιος πνεύμα μαθητείας έχοντας πλήρη συναίσθηση των ατελειών και αδυναμιών του[5].

Αντιλαμβάνεστε, αγαπητοί μου αδελφοί, ποιές διαστάσεις προσδίδει στην παιδεία μία τέτοια παρουσία δασκάλου. Οι σχολικές αίθουσες των σχολείων μας στεγάζουν παιδιά, τα οποία είναι χορτάτα από μεθόδους και κορεσμένα από πληροφορίες, αλλά διψασμένα για νόημα σπουδών και ζωής. Έχοντας επωμιστεί το βάρος ενός απαιτητικού σχολικού προγράμματος, που διαρκώς ζητά και διαρκώς πολλαπλασιάζει τις απαιτήσεις του∙ έχοντας ενώπιόν τους στόχους, οι οποίοι, πριν καν επιτευχθούν, δίνουν τη θέση τους σε καινούργιους, τα παιδιά μας καλούνται να απαντήσουν σε ένα τεράστιο «γιατί;», το οποίο συγκλονίζει την ύπαρξή τους και, όσο μένει αναπάντητο, ματαιώνει κάθε τους προσπάθεια και κάθε τους επιτυχία. Τους υποσχόμαστε διαρκώς επιγείους παραδείσους, βλέπουν όμως την δική μας απογοήτευση για μια ζωή, η οποία, παρά τις περιστασιακές επιτυχίες, που μας επιφυλάσσει, παραμένει κενή. Τα παιδιά παρακολουθούν διαρκώς την πορεία μας, εντοπίζουν ασυνέπειες και διαμαρτύρονται για την ανακολουθία λόγων και έργων. Η εικόνα όμως του παιδαγωγού που προβάλλουν οι τρεις Ιεράρχες είναι ελκυστική, ακριβώς, διότι ο λόγος της διδασκαλίας συνοδεύεται από την ζωντανή επαλήθευση της σκοπιμότητάς της. Με άλλα λόγια, ο δάσκαλος, κατά το πρότυπο των τριών Ιεραρχών, προσφέρει μάθημα κορυφαίας ποιότητας, αντίστοιχη της κορυφαίας επιστημονικής τους κατάρτισης, συγχρόνως, όμως, εκπέμπει πληρότητα ζωής, η οποία πείθει πως ο μόχθος της μάθησης υπηρετεί μια ανώτερη τριπλή σκοπιμότητα: Πρώτον, αποτελεί μέσο υπαρξιακής ολοκλήρωσης, δεύτερον, οξύνει τα κέντρα της ύπαρξης – νοητικά και συναισθηματικά – ώστε να προσεγγίζουν καλυτέρα τα υψηλά πνευματικά νοήματα και τρίτον, μεταβάλλει την γνώση σε εργαλείο αγάπης. Μιας αγάπης, η οποία πηγάζει από την συναίσθηση της απέραντης θείας φιλανθρωπίας ενός επουράνιου Θείου Παιδαγωγού.

Αυτό το τελευταίο είναι που λείπει τραγικά, όχι μόνον από το σχολείο, αλλά και από όλη την κοινωνία μας. «Κανείς δεν νοιάζεται»! Αυτό είναι το μόνιμο ρεφρέν των εφήβων, οι οποίοι αισθάνονται πως οι ενήλικες δεν τους ακούν, δεν σέβονται τις ανησυχίες τους και δεν υποστηρίζουν τις επιλογές τους. Πόσο διαχρονική ακούγεται η διαβεβαίωση του Άγιου Ιωάννου του Χρυσοστόμου πως αυτό το οποίο κάνει αποδοτική την διδασκαλία είναι το «φιλεῖν καὶ φιλείσθαι», μεταξύ μαθητή και δασκάλου! Είναι ακριβώς η αγάπη, η οποία μετατρέπει την επιφανειακή  ματιά μας προς …κάποιον μαθητή σε διεισδυτική ενατένιση του μικρού σύμπαντος που έχει μέσα του ο κάθε άνθρωπος. Αυτή είναι και η οδός προς την περίφημη εξατομικευμένη διδασκαλία, ένας από τους βασικότερους πυλώνες των σύγχρονων παιδαγωγικών συστημάτων, την οποία έχουν, ήδη, εντοπίσει οι τρείς Ιεράρχες πριν από 15 αιώνες. Αυτό αποδεικνύεται και από τις παροτρύνσεις τους, όσον αφορά την διόρθωση ενός παιδιού. Ο Μ. Βασίλειος αναφέρει πως κάθε περίπτωση έχει διαφορετική αντιμετώπιση[6]. Ο Μ. Γρηγόριος επισημαίνει πως, όπως κάθε σώμα έχει διαφορετικές ανάγκες τροφής, έτσι συμβαίνει και με την ψυχή των νέων[7]. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος συμπληρώνει πως το μέτρο και η διάκριση αποτελούν αλάνθαστη οδό διόρθωσης[8].

Τρανή απόδειξη της σοφίας των τριών Ιεραρχών, η οποία διαποτίζει την παιδαγωγία τους είναι η ισορροπία μεταξύ αγαπητικής προσέγγισης του μαθητή και διατήρησης του κύρους του δασκάλου. Οι τρεις Ιεράρχες ως παιδαγωγοί, δεν αρνούνται τον ρόλο τους, ούτε οδηγούνται σε μία ισοπέδωση ηλικίας και ρόλων στο όνομα δήθεν μιας αποδόμησης της αυθεντίας. Η χρήση των ορίων, τα οποία επίσης έχουν ιδιαίτερα επισημανθεί στην σύγχρονη ψυχολογία και παιδαγωγία, χαρακτηρίζουν και την δίκη τους παιδαγωγική προσέγγιση, η οποία δεν είναι εναντίον των ποινών, μόνο που αυτές δεν πρέπει να αποτελούν μέσο άσκησης εξουσίας, αλλά  οδό μύησης στην αλήθεια της συνέπειας των πράξεων, η οποία άλλωστε πρέπει να χαρακτηρίζει τη ζωή όλων μας. Επ’ ουδενί λόγο, όμως, η ποινή δεν μπορεί να αποτελέσει παιδαγωγική μέθοδο. Σε αυτό συμφωνεί ο Ιερός Χρυσόστομος, καθώς συμβουλεύει: «ας είμαστε φειδωλοί στις τιμωρίες. Αν το παιδί μάθει να παιδαγωγείται μόνο με την τιμωρία, θα μάθει να περιφρονεί τις τιμωρίες και τότε όλα πάνε χαμένα… Επίσης, η απειλή τότε είναι αποτελεσματική, όταν το παιδί πιστεύει, ότι θά πραγματοποιηθεί… Όταν δεις, όμως, ότι ο φόβος το ωφέλησε, χαλάρωσε την αυστηρότητα, διότι η ανθρώπινη φύση έχει ανάγκη και από επιείκεια[9].

Όσα προανέφερα αποσκοπούν στην κινητοποίηση του μαθητή, ώστε να αγαπήσει τη γνώση, κυρίως όμως να την νοηματοδοτήσει. Και όλα δείχνουν πως νοηματοδότηση, όχι μόνον της γνώσης, αλλά όλης της ζωής μπορεί να προκύψει μόνον από το ζωντανό παράδειγμα. Την ανάγκη αυτή εμπερικλείει η έννοια της έμπνευσης. Πόσο όμορφη λέξη! Έμπνευση, πνεύμα, πνοή! Η πνοή είναι ζωή. Μια θεϊκή πνοή έφερε το σύμπαν από την ανυπαρξία στη ζωή. Όλη η δημιουργία είναι ουσιαστικά εμπνευσμένη από αυτή την Θεϊκή πνοή. Οι τρεις Ιεράρχες, ως δάσκαλοι, είναι κατ΄ αρχάς εμπνευσμένοι από το Άγιον Πνεύμα, όντας άγιοι. Πηγή κινητοποίησης και νοηματοδότησης αποτέλεσε γι’ αυτούς μία θεϊκή πνοή, προς την οποίαν «άνοιξαν» την ύπαρξη τους. Οι τρείς Ιεράρχες, ως εμπνευσμένοι άγιοι, αναδείχτηκαν και εμπνευσμένοι δάσκαλοι. Ο ρόλος τους ως δασκάλων εμπεριείχε νόημα, σκοπό και τρόπο. Η ύπαρξη τους υπήρξε πηγή έμπνευσης για τους συγχρόνους τους, πολλοί από τους οποίους θα ήταν οπωσδήποτε νέοι και έφηβοι. Ιδιαίτερα γι’ αυτούς, είναι βέβαιο πως θα υπήρξαν πνοή. Μια πνοή εξόδου από την ανία, εξόδου από την θλίψη, εξόδου από τη ματαιότητα. Με βάση τις μαρτυρίες και τα κείμενά τους, είναι βέβαιον πως, για όσους αξιώθηκαν να τους έχουν δασκάλους, λειτούργησαν ως κινητήρια δύναμη σε επίπεδο επιτυχιών, σε επίπεδο εσωτερικής συγκρότησης, ακόμη και σε επίπεδο αγιότητας. Ναι, αγαπητοί μου, ας μην τοποθετούμε τον όρο «αγιότητα» στη σφαίρα του εξωπραγματικού. Ο εμπνευσμένος από το Άγιο Πνεύμα δάσκαλος είναι ένας άγιος δάσκαλος, ικανός να συνδέει την ύλη με το Πνεύμα, την κοσμική γνώση με την επίγνωση του σκοπού της δημιουργίας και τον λόγο των δημιουργημάτων, το εφήμερο των ανθρωπίνων στόχων με την αιωνιότητα. Ένας τέτοιος δάσκαλος γίνεται συγχρόνως και εμπνευστής, δύναμη κινητοποίησης, υπόσχεση χαράς, πυξίδα πορείας, την οποία ήδη έχει ο ίδιος αποδεχτεί στη ζωή του και την  ακολουθεί. Ο εμπνευσμένος δάσκαλος δεν τρέφεται από την εξουσία του ρόλου του, δεν χρησιμοποιεί τις όποιες επιτυχίες των μαθητών του για αυτοκαταξίωση, δεν εκτονώνει το ψυχικό του φορτίο με ποινές και αυταρχισμό. Οριοθετεί, επαινεί και αποσύρεται διακριτικά, όταν ο μαθητής του βρει το δικό του πέταγμα και ανακαλύψει την προσωπική του διαδρομή.

Ιδού, αγαπητοί μου, γιατί η σημερινή εορτή δεν είναι απλώς θρησκευτική, αλλά εξόχως παιδαγωγική. Ιδού, γιατί οι μορφές των τριών Ιεραρχών είναι πιο χρήσιμες από ποτέ. Ιδού, γιατί η παρουσία και η ευλογία τους μας καθιστά αυτομάτως ευεργετημένους, αλλά και υπεύθυνους για το μέλλον του ελληνικού σχολείου και της πατρίδας μας γενικότερα. Απέραντη τιμή τους πρέπει, απέραντος σεβασμός, αλλά και απέραντη προθυμία εκ μέρους μας, προκειμένου να γίνουμε αναμεταδότες της έμπνευσής τους. Τα παιδιά μας κινούνται στα πλαίσια ενός ασφυκτικού προγράμματος∙ ανησυχούμε πολύ γι’ αυτά, είτε ως παιδαγωγοί, είτε ως γονείς, εξαιτίας των διαρκώς αυξανόμενων κινδύνων. Στην πραγματικότητα όμως είναι «ως πρόβατα μη έχοντα ποιμένα»[10], ποιμένα αγάπης και προσφοράς προτύπου. Τιμή προς εκείνους, στην πραγματικότητα, αποτελεί η παραλαβή της σκυτάλης τους∙ παραλαβή της εργατικότητας, του ήθους και, κυρίως, της αγιότητάς τους. Αυτά περιμένουν να δουν στις ζωές μας οι σημερινοί νέοι. Στους καιρούς μας δεν υπάρχει μεγαλύτερη παιδαγωγική προσφορά από την δική μας πνευματική συγκρότηση και τη συνέπεια λόγων και έργων.  Είναι βέβαιο πως, στην οδό αυτή, η χάρη τριών μεγίστων φωστήρων της τρισηλίου Θεότητος θα μας ενδυναμώνει και θα μας εμπνέει. Ας τους επικαλούμεθα κάθε φορά που η διακονία του καθενός από μας, μάς φέρνει ενώπιον μαθητών κάθε ηλικίας, οι οποίοι, με κάθε τρόπο, συχνά κεκρυμμένο, συχνά βίαιο, διατυπώνουν πάντα ένα κοινό αίτημα: Ζωή με νόημα, γνώση με ανθρωπιά, σχέσεις με αληθινή αγάπη. Ας τα ζητήσουμε από τους τρεις Ιεράρχες και ας τους τα προφέρουμε απλόχερα.

Σας ευχαριστώ.


[1] Γρηγορίου Θεολόγου, Επιτάφιος εις τον Μ. Βασίλειον. κεφ. 48.

[2] ΕΠΕ, 6, σ. 234.

[3] PG 30, 253.

[4] Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος 24ος P.G. 35,1188.

[5] PG 57, 61.

[6] Όροι κατ’ επιτομήν, 113, ΕΠΕ 9, 143.

[7] Λόγος β’, 30-32, ΕΠΕ 1, 111-113.

[8] Ομιλία λ’ εις το κατά Ματθαίον, 5, ΕΠΕ 10, 329.

[9] Περί κενοδοξίας και ανατροφής των τέκνων, 30, ΕΠΕ 30, 651.

[10] Ματθ. 9, 36.

Αιτωλίας και Ακαρνανίας Δαμασκηνός: «Οι Τρεις Ιεράρχες: Διδάσκαλοι και Εμπνευστές»

 

Εορταστική εκδήλωση στο Αγρίνιο

 

Την καθιερωμένη πανηγυρική εορταστική εκδήλωση προς τιμήν των Αγίων Τριών Ιεραρχών, προστατών των Γραμμάτων και της Παιδείας, πραγματοποίησαν το απόγευμα της Δευτέρας 30ης  Ιανουαρίου 2023, στην αίθουσα εκδηλώσεων του Παπαστρατείου Μεγάρου της Γυμναστικής Εταιρείας Αγρινίου, η Ιερά Μητρόπολη Αιτωλίας και Ακαρνανίας και το τοπικό παράρτημα Αιτωλοακαρνανίας της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων (ΠΕΘ).

Ομιλητής ήταν ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνός, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα: «Οι Τρεις Ιεράρχες: Διδάσκαλοι και Εμπνευστές». Αναφέρθηκε στην ευρύτατη επιστημονική κατάρτιση των Τριών Ιεραρχών που άγγιξε σχεδόν όλους τους τομείς του επιστητού και ιδιαίτερα στην θεολογική τους προσφορά και στην συμβολή τους στη θωράκιση της αλήθειας της Εκκλησίας, μέσω του άρτιου και βαθύτατου θεολογικού τους λόγου, αλλά και στην θυσιαστική τους αγάπη μέσω της διαρκούς φιλανθρωπικής μέριμνας για το ποίμνιό τους.

«Δεν είναι λίγοι οι ερευνητές από το χώρο της Ιατρικής, της Κοινωνιολογίας, των Πολιτικών Επιστημών, της Παιδαγωγικής, της Φιλοσοφίας, της Θεολογίας και της Ψυχολογίας που μελέτησαν το έργο τους και τόνισαν την αξία του. Μέχρι σήμερα, το έργο των τριών Ιεραρχών εντάσσεται σε όλους τους κύκλους θεολογικών σπουδών παγκοσμίως, ως απαραίτητη προϋπόθεση κατανόησης της εξέλιξης της Χριστιανικής Θεολογίας. Ακόμη, η ποιμαντική και η κοινωνική τους διακονία προσφέρει ένα διαρκές κριτήριο σχέσεως της Εκκλησίας με την πολιτική εξουσία σε Ανατολή και Δύση, αλλά και ενεργούς στάσης της Εκκλησίας στα φλέγοντα κοινωνικά προβλήματα», ανέφερε χαρακτηριστικά. 

Στη συνέχεια παρέθεσε ενδεικτικά στοιχεία της διαχρονικής και παγκόσμιας ακτινοβολίας τους, η οποία αποτελεί και το υπόβαθρο της παιδαγωγίας τους. Σημείωσε ότι οι Τρεις Ιεράρχες υπήρξαν αληθινοί δάσκαλοι και μίλησε για τη διάσταση και τη σημασία που έχει ο όρος «δάσκαλος». «Η λέξη αυτή έχει για τον λαό μας μία ιδιαίτερη σημασία και μία ευρύτερη διάσταση από εκείνη του εκπαιδευτικού. Από την ζωή όλων μας πέρασε ένα πλήθος εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων. Λίγους όμως θεωρούμε δασκάλους, δηλαδή πρόσωπα των οποίων, όχι μόνον ο λόγος, αλλά η όλη προσωπικότητά τους σφράγισε τη ζωή μας και απετέλεσε σημείο αναφοράς ισόβιας διάρκειας. Στη συνείδηση του λαού μας, ο δάσκαλος επέχει θέση πνευματικού ευεργέτη, χωρίς την παρουσία του οποίου η ζωή μας θα ήταν φτωχότερη. Ο δάσκαλος παραμένει φορέας γνώσεως, αυτό όμως που αφήνει ως παρακαταθήκη στις ψυχές των μαθητών του είναι ο τρόπος εκφοράς του λόγου του, ο τρόπος του σχετίζεσθαι  με αυτούς και ιδιαίτερα ο τρόπος της δικής του ζωής. Η αγάπη προς τη γνώση και η έφεση για δημιουργία, τα οποία αποτελούν την κινητήρια δύναμη της ζωής, αποτελούν ουσιαστικά την επαλήθευση μιας ανεξίτηλης σφραγίδας, την οποία χάραξε στην ψυχή ένας εμπνευσμένος δάσκαλος» ανέφερε χαρακτηριστικά ο Σεβασμιώτατος. 

Αναφέρθηκε στην παιδεία που οραματίστηκαν και στα αδιέξοδα και τις παθογένειες που παρουσιάζει το εκπαιδευτικό σύστημα όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά παγκοσμίως, τα οποία βεβαίως απηχούν ευρύτερα ηθικά και κοινωνικά αδιέξοδα και οδηγούν στα φαινόμενα βίας και απαξίωσης, που χαρακτηρίζουν την σύγχρονη νεολαία.




Σε άλλο σημείο της ομιλίας του τόνισε ότι: «Οι σχολικές αίθουσες στεγάζουν παιδιά, τα οποία είναι χορτάτα από μεθόδους και κορεσμένα από πληροφορίες, αλλά διψασμένα για νόημα σπουδών και ζωής … Ο δάσκαλος, κατά το πρότυπο των τριών Ιεραρχών, προσφέρει μάθημα κορυφαίας ποιότητας, αντίστοιχη της κορυφαίας επιστημονικής τους κατάρτισης, συγχρόνως, όμως, εκπέμπει πληρότητα ζωής, η οποία πείθει πως ο μόχθος της μάθησης υπηρετεί μια ανώτερη τριπλή σκοπιμότητα: Πρώτον, αποτελεί μέσο υπαρξιακής ολοκλήρωσης, δεύτερον, οξύνει τα κέντρα της ύπαρξης – νοητικά και συναισθηματικά – ώστε να προσεγγίζουν καλυτέρα τα υψηλά πνευματικά νοήματα και τρίτον, μεταβάλλει την γνώση σε εργαλείο αγάπης. Μιας αγάπης, η οποία πηγάζει από την συναίσθηση της απέραντης θείας φιλανθρωπίας ενός επουράνιου Θείου Παιδαγωγού».

Στη συνέχεια αναφέρθηκε στο κοινωνικό και ποιμαντικό έργο τους αλλά και στην σχέση που ανέπτυξαν με τον λαό του Θεού.

Ο Μητροπολίτης κ. Δαμασκηνός ολοκλήρωσε την ομιλία του λέγοντας: «Ιδού, αγαπητοί μου, γιατί η σημερινή εορτή δεν είναι απλώς θρησκευτική, αλλά εξόχως παιδαγωγική. Ιδού, γιατί οι μορφές των τριών Ιεραρχών είναι πιο χρήσιμες από ποτέ. Ιδού, γιατί η παρουσία και η ευλογία τους μας καθιστά αυτομάτως ευεργετημένους, αλλά και υπεύθυνους για το μέλλον του ελληνικού σχολείου και της πατρίδας μας γενικότερα. Απέραντη τιμή τους πρέπει, απέραντος σεβασμός, αλλά και απέραντη προθυμία εκ μέρους μας, προκειμένου να γίνουμε αναμεταδότες της έμπνευσής τους. Τα παιδιά μας κινούνται στα πλαίσια ενός ασφυκτικού προγράμματος∙ ανησυχούμε πολύ γι’ αυτά, είτε ως παιδαγωγοί, είτε ως γονείς, εξαιτίας των διαρκώς αυξανόμενων κινδύνων. Στην πραγματικότητα όμως είναι «ως πρόβατα μη έχοντα ποιμένα», ποιμένα αγάπης και προσφοράς προτύπου. Τιμή προς εκείνους, στην πραγματικότητα, αποτελεί η παραλαβή της σκυτάλης τους∙ παραλαβή της εργατικότητας, του ήθους και, κυρίως, της αγιότητάς τους. Αυτά περιμένουν να δουν στις ζωές μας οι σημερινοί νέοι. Στους καιρούς μας δεν υπάρχει μεγαλύτερη παιδαγωγική προσφορά από την δική μας πνευματική συγκρότηση και τη συνέπεια λόγων και έργων.  Είναι βέβαιο πως, στην οδό αυτή, η χάρη τριών μεγίστων φωστήρων της τρισηλίου Θεότητος θα μας ενδυναμώνει και θα μας εμπνέει. Ας τους επικαλούμεθα κάθε φορά που η διακονία του καθενός από μας, μάς φέρνει ενώπιον μαθητών κάθε ηλικίας, οι οποίοι, με κάθε τρόπο, συχνά κεκρυμμένο, συχνά βίαιο, διατυπώνουν πάντα ένα κοινό αίτημα: Ζωή με νόημα, γνώση με ανθρωπιά, σχέσεις με αληθινή αγάπη. Ας τα ζητήσουμε από τους τρεις Ιεράρχες και ας τους τα προφέρουμε απλόχερα».

Στο δεύτερο μέρος της εορταστικής εκδήλωσης το Μουσικό Σύνολο Βυζαντινής Μουσικής, του Μουσικού Σχολείου Αγρινίου, υπό την διεύθυνση του κ. Αριστόβουλου – Δημητρίου Μαστροσπύρου απέδωσε εξαιρετικά επίκαιρους ύμνους και τραγούδια.

Την παρουσίαση της εκδήλωσης και τον συντονισμό είχε η Θεολόγος κα Θεοδώρα Τσίγκα. Χαιρετισμό απηύθυνε κατά την έναρξη ο Πρόεδρος του τοπικού παραρτήματος της Π.Ε.Θ. κ. Σπυρίδων Παπαθανασίου.

Μεταξύ του ακροατηρίου ήταν ο Αντιδήμαρχος Αγρινίου κ. Ευθύμιος Γρίβας, ως εκπρόσωπος του Δημάρχου Αγρινίου και η Περιφερειακή Σύμβουλος κ. Αμαλία Βούλγαρη, ως εκπρόσωπος του Περιφερειάρχη Δυτικής Ελλάδος.

 

Μπορείτε να δείτε φωτογραφίες στον ακόλουθο σύνδεσμο    https://photos.app.goo.gl/idfZAdwGuw8CfzPD6

Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2023

Μήνυμα της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος για την εορτή των Αγίων Τριών Ιεραρχών

 

 

Αγαπητά μας παιδιά,

Στις 30 Ιανουαρίου τιμάμε, όπως κάθε χρόνο, τους Τρεις Ιεράρχες, δηλαδή τόν Μέγα Βασίλειο, Αρχιεπίσκοπο Καισαρείας, τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, και τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως. Από τον 11ο μ.Χ. αιώνα έχει καθιερωθεί ο κοινός εορτασμός τους την 30η Ιανουαρίου για να προβάλλεται ο συνδυασμός χριστιανικής θεολογίας και ελληνικών γραμμάτων, πνευματικής ζωής και κοινωνικής δράσης, τον οποίον επέτυχαν. Ο πρώτος εορτασμός τους ως Προστατών της Παιδείας έγινε το 1826 στην Κέρκυρα, στην Ιόνιο Ακαδημία, την πρώτη πανεπιστημιακού επιπέδου ελληνική σχολή στην ιστορία της νεοελληνικής εκπαίδευσης. Στο ελεύθερο Ελληνικό Κράτος τιμώνται από το 1842 ως Προστάτες των Γραμμάτων, των διδασκόντων και των μαθητών.

Η Ελληνορθόδοξη Παιδεία, την οποία καλλιέργησαν οι τρεις αυτοί άγιοι  Ιεράρχες και διδάσκαλοι, παραμένει και σήμερα επίκαιρη, διότι προσφέρει πρότυπα στους νέους. Η πνευματική κρίση της εποχής μας οφείλεται κυρίως στην έλλειψη προτύπων η μάλλον στην προβολή λανθασμένων προτύπων. Οι νέοι διψάτε για αγώνες που οδηγούν σε έναν καλύτερο κόσμο και θέλετε από εμάς τους μεγαλύτερους να σας δώσουμε τα κατάλληλα εφόδια. Όταν, όμως, εμείς δεν ανταποκρινόμαστε επαρκώς σ’ αυτήν την προσδοκία, τότε όλοι δρέπουμε τους πικρούς καρπούς. Παρατηρούμε αντικοινωνική συμπεριφορά από νέους και νέες, βλέπουμε περιστατικά βίας μεταξύ συμμαθητών, θλιβόμαστε για φαινόμενα ασέβειας προς τους διδάσκοντες.

Ο π. Γεώργιος Μεταλληνός, σπουδαίος Πανεπιστημιακός διδάσκαλος, έλεγε σχετικά με την παιδεία των Τριών Ιεραρχών, ότι: Δεν είναι απλή εκπαίδευση, μύηση δηλαδή του ανθρώπου σε μία αναπαραγόμενη γνώση, που τον καθιστά γρανάζι της κρατικής μηχανής (ον παραγωγικό). Στην περίπτωση αυτή το κύριο ενδιαφέρον είναι για την τελειοποίηση των μηχανών και ΟΧΙ του ανθρώπου. Η χριστιανική παιδεία είναι αγωγή του ανθρώπου με μορφωτικό πρότυπο όχι τον «καλόν καγαθόν» άνθρωπο, αλλά τον Θεάνθρωπο. Αυτό είχε κατά νου ο ιερός Χρυσόστομος, όταν έλεγε: «Η μέριμνα για τα παιδιά μας πρέπει να έχει την πρώτη θέση». Αυτή η παιδεία συνδέεται άμεσα πρώτα με τον χώρο της οικογένειας. Οι Τρεις Ιεράρχες γνώρισαν στα πρόσωπα των γονέων τους, και μάλιστα των μητέρων τους, απαράμιλλα πρότυπα αγωγής. Ο ίδιος ο Μέγας Βασίλειος ομολογεί ότι η διαμόρφωση της προσωπικότητάς του δεν ήταν παρά εποικοδομή στις καταβολές που έθεσαν η μητέρα του Εμμέλεια και η γιαγιά του Μακρίνα. Στο σημείο αυτό συναντώνται οι Πατέρες μας με τον τραγικό Ευριπίδη: «Και της γενιάς όταν δεν μπει καλό θεμέλιο, ανάγκη είναι οι απόγονοι να δυστυχούν».

Αγαπητά μας παιδιά,

Είναι εντυπωσιακή η ευρύτατη παιδεία των Τριών Ιεραρχών και τρανό παράδειγμα η πορεία της ζωής τους. Αν και οι τρεις ήταν γόνοι ευκατάστατων οικογενειών, στο απόγειο της σταδιοδρομίας τους εγκαταλείπουν τα πάντα πίσω τους, αξιώματα, πλούτο, δόξα και εξουσία, και γίνονται φτωχοί. Επιλέγουν τη σκληρή άσκηση στην έρημο, όπου μορφώνονται πνευματικά στην αγάπη του Θεού. Και επιστρέφουν κατόπιν στον κόσμο μοιράζοντας αυτήν την αγάπη που με πολύ κόπο μάζεψαν. Στις μέρες μας θα μπορούσε να θεωρηθεί ακατανόητη η επιλογή τους και οι ίδιοι …αποτυχημένοι. Αν και δάσκαλοι, γίνονται δια βίου μαθητές, που μαθητεύουν με ταπείνωση στον πόνο, την ανέχεια και τη θλίψη των ανθρώπων.

Ας γνωρίσουμε καλύτερα το πνευματικό, εκπαιδευτικό και κοινωνικό έργο των Τριών Ιεραρχών για να έχουμε και εμείς σήμερα φωτεινούς οδοδείκτες στη ζωή μας. Για να μάθουμε να πιστεύουμε, να ελπίζουμε, να αγαπάμε. Για να είμαστε ανοιχτοί, όχι στο παλιό η το νέο, αλλά στο αληθινό. Για να συναντήσουμε τον Τριαδικό Θεό και να αγαπήσουμε την εικόνα Του, τον συνάνθρωπο. Τότε όλοι μας ‒και πρώτιστα εσείς‒ θα δικαιούμαστε να ατενίζουμε το μέλλον με την αισιοδοξία των παιδιών που έχουν Πατέρα τον Χριστό, με την αισιοδοξία δηλαδή εκείνων που γνωρίζουν ότι ο Θεός είναι Αγάπη και ότι το μέλλον τους είναι στα χέρια Του. Τότε, και μόνο τότε, θα μπορούμε όχι μόνο να είμαστε υπερήφανοι για το παρελθόν, αλλά και να ελπίζουμε βάσιμα για το μέλλον.

Σας ευχόμαστε να έχετε, με τη βοήθεια του Θεού, καλή Πρόοδο!

Με πατρική στοργή και αγάπη

Ο Αρχιεπίσκοπος

† Ο Αθηνών ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ, Πρόεδρος

και τα μέλη της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου

 

Εικοσιπέντε χρόνια Αρχιερατείας Μητροπολίτου Δημητριάδος Ιγνατίου

 

Ομιλία του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού

Βόλος, 28 Ιανουαρίου 2023

 

Διπλή χαρά μάς σύναξε απόψε στη σεμνή τούτη εκδήλωση. Η ονομαστική σας εορτή, αφ΄ενός, Σεβασμιώτατε Πατέρα μας, αλλά και η χρονική συγκυρία της, καθώς το έτος 2023 σηματοδοτεί ένα ευλογητό ορόσημο: τη συμπλήρωση είκοσι πέντε χρόνων ποιμαντορίας σας στην θεοσκέπαστη και αγιοτόκο Μητρόπολη Δημητριάδος. Είναι ένας σταθμός, μέσα στο απροσμέτρητο πλάτος του χωροχρόνου, που ξυπνάει στην ψυχή μας μνήμες ακριβές. Μάς ταξιδεύει νοσταλγικά στο παρελθόν, και μάς υπαγορεύει την ανάγκη να αναπολήσουμε και να μοιραστούμε.

Στέκομαι απόψε μπροστά σας, αγαπητοί μου, με βαθειά συγκίνηση, και αποτολμώ με το φτωχό μου λόγο να αποδώσω αυτό, που υπερβαίνει τα σύνορα των εκφραστικών μου δυνατοτήτων: Να σκιαγραφήσω την προσωπικότητα του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Δημητριάδος. Να πάω πίσω με το νου, και να ανασύρω στο σήμερα, «ό ακηκόαμεν» από εκείνον, «ό εωράκαμεν και αι χείρες ημών εψηλάφησαν», κατά τον αγιογραφικό στίχο. Να καταθέσω στην αγάπη σας αλήθειες και γεγονότα για τον Σεβασμιώτατο, συναίσθημα μαζί και στοχασμό, που αναβλύζουν αυθόρμητα μέσα μου, και ειρηνεύουν και γλυκαίνουν την ψυχή μου.

Πνευματικό του παιδί από τα πρώτα χρόνια της νιότης μου, και αργότερα στενός συνεργάτης του επί είκοσι πέντε συναπτά έτη, σεμνύνομαι για ένα μοναδικό προνόμιο, που συνεπάγεται και βαρειά ευθύνη μαζί: να κρατώ στην ψυχή μου πυκνά βιώματα και γεγονότα, που αναμφίβολα συνθέτουν την γνησιότερη εικόνα της ψυχικής και πνευματικής του ύπαρξης. Αυτός υπήρξε και ο λόγος της επιλογής μου ως ομιλητού σε τούτο το σεμνό αφιέρωμα.

Ήταν Αρχιμανδρίτης και Πρωτοσύγκελος της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς ο πατήρ Ιγνάτιος Γεωργακόπουλος, όταν στα χέρια του εμπιστεύτηκα ανεπιφύλακτα την πνευματική μου πορεία. Και ήταν νεοεκλεγείς Μητροπολίτης Δημητριάδος, όταν τον ακολούθησα ολοπρόθυμα ως διάκονός του στο Βόλο. Συμπορευτήκαμε έκτοτε στο μονοπάτι της εκκλησιαστικής μας διαδρομής για ένα τέταρτο του αιώνα. Χρονικό διάστημα ικανό, για να ξεδιπλωθεί ενώπιόν μου κάθε πτυχή της χαρισματικής προσωπικότητός του. Αξιώθηκα να γνωρίσω τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ιγνάτιο ως Άνθρωπο πρώτιστα, να τον προσεγγίσω ως Εκκλησιαστικό ηγέτη, να τον ζήσω ως Ποιμένα του ευλογημένου λαού της Μαγνησίας. Και ιδού η ώρα να μοιραστώ την εμπειρία μου μαζί σας.

 

Ο Σεβασμιώτατος ως άνθρωπος

Αγαπητοί μου, αν τα πιο ωραία χαρακτηριστικά του ανθρώπου είναι αυτά που δεν φαίνονται, αν οι πιο λαμπρές αρετές του είναι ορατές μόνον από τους αγγέλους, αν οι μεγαλύτεροι θησαυροί κρύβονται σε αθέατα βάθη, τότε, βέβαια, δεν μπορούμε να ανακαλύψουμε όσα ο Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος έχει συστηματικά ασφαλισμένα στο θησαυροφυλάκιο της κατά Θεόν αφάνειας. Σίγουρα, όμως, μπορούμε να αναγνωρίσουμε στο πρόσωπό του τον αυθεντικό άνθρωπο, γνήσιο στην πίστη του, αυθόρμητο στον τρόπο. Δεν παριστάνει, είναι. Δεν είναι αλάθητος, είναι αληθινός. Την αυθεντικότητα του χριστιανικού του βιώματος και το άδολο της ψυχής του, πιστοποιεί από νεαράς ηλικίας η αυθόρμητη και άμεση ανταπόκρισή του στο κάλεσμα του Θεού. Χωρίς δισταγμό, χωρίς ορθολογιστικές σκέψεις, αφιερώνεται ολοκληρωτικά στην Εκκλησία, προσελκύοντας πλούσια τη χάρη, που τον προικίζει με χαρίσματα μοναδικά.

Έχει έμφυτη την ευγένεια, χαρακτηριστική την υπομονή και την ανεκτικότητα. Ξέρει να συναντά τον ίδιο τον Χριστό στο πρόσωπο του κάθε άλλου. Δίπλα του ταπεινώνεται, υπομένει, κενώνεται. Μαζί του μοιράζεται την πίστη, τη ζωή, την χάρη, κοινά σημεία που διευκολύνουν τη συμπόρευση. Πάντα ακέραιος, και με όλους. Δίπλα του αντιλαμβάνεσαι την απόσταση που σε χωρίζει από εκείνον, αλλά συνάμα νοιώθεις μαζί του. Διότι το «ίνα έν ώσιν» αποτελεί βίωμά του. Δεν είναι ποτέ μόνος. Ούτε μόνο με κάποιους. Ούτε με λίγους. Έχει χώρο για όλους. Η ζωή του έχει αλήθεια και αγάπη. Μέσα του ακτινοβολεί η ελπίδα και η χαρά του Θεού. Τον βλέπεις και ομολογείς ότι «ζει Κύριος».

 Καταπλήσσει η ευρυμάθειά του και η ικανότητά του να χρησιμοποιεί την σύγχρονη τεχνολογία αλλά και τα κοινωνικά δίκτυα, ως έπαλξη και άμβωνα, για την προσέγγιση και τον επανευαγγελισμό των ανθρώπων. Χειρίζεται άψογα την τέχνη του λόγου, για να μιλάει στις καρδιές. Μπορεί να ακούει με σεβασμό τον κάθε άνθρωπο, να συμμερίζεται τις δυσκολίες του, να κατανοεί τις αδυναμίες του, να διαλέγεται μαζί του, να εμπιστεύεται. Δέχεται όλους, και προσφέρεται σε όλους, σε μια αλληλοπεριχώρηση αγάπης.

 

Ο Σεβασμιώτατος ως Εκκλησιαστικός ηγέτης

Διαθέτοντας ένα τέτοιο υπόβαθρο ψυχικής δύναμης και χαρισμάτων, αναδεικύεται σε Εκκλησιαστικό ηγέτη με πανορθόδοξο κύρος. Όντως, είναι ευλογία η Αρχιερωσύνη του, μα και βάρος δυσβάστακτο, χάρη μα και ευθύνη τεράστια, θησαυρός μα και φόβος πτωχεύσεως. Ο Θεός τού εμπιστεύθηκε την παρακαταθήκη της πίστης και του ευαγγελισμού των ανθρώπων, γι’ αυτό και δεν επιτρέπει ποτέ στον εαυτό του να εφησυχάσει. Σταματημό δεν γεύεται ο άξιος Ποιμένας. Δεν δίνει «ύπνον τοις οφθαλμοίς» και «τοις βλεφάροις του νυσταγμόν». Επιδίδεται με ζήλο σε ένα έργο πολυσχιδές. Με το ευρύ του πνεύμα και τον εύστροφο νου, με το επικοινωνιακό του χάρισμα και την εκπληκτική οξυδέρκεια μεγαλουργεί. Διαβλέπει έναν ευρύτατο ορίζοντα διακονίας και προσφοράς να ξανοίγεται μπροστά του, και δεν φείδεται κόπων και θυσιών. Οραματίζεται, σχεδιάζει, υλοποιεί. Αξιοποιεί στο έπακρο προσόντα και δυνατότητες των συνεργατών του, για την αγάπη των αδελφών και τη δόξα του Θεού.

Θέτει κορωνίδα του έργου του την πνευματική τροφοδοσία και στήριξη του ποιμνίου του, των κληρικών του, και του ευλογημένου λαού του, για τους οποίους μεριμνά νυχθημερόν, και προσεύχεται ακατάπαυστα. Διακονεί το ιερό θυσιαστήριο, ανελλιπώς, προσπαθώντας να φθάνει και στην πιο απόμακρη γωνιά της Μητροπολιτικής του περιφέρειας. Σε κάθε ευκαιρία κηρύττει, νουθετεί, ευλογεί. Καλεί όλους να συσπειρωθούν στην ενορία, την ευλογημένη οικογένεια του Θεού, και να ακολουθήσουν στη ζωή τους τον Σωτήρα Χριστό, τον μόνον που μπορεί να ελευθερώσει από τα όποια αδιέξοδα, και να χαρίσει ειρήνη και παρηγοριά, προοπτική και ελπίδα.

Γι’ αυτό και ο επανευαγγελισμός των ανθρώπων τον απασχολεί άμεσα. Τον θεωρεί ανάγκη επιτακτική, καθώς «ουκ επ΄άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος».  Η Αγία Γραφή πρέπει να μπει σε κάθε σπίτι, ακόμη και στο πιο μακρινό χωριό. Ο Χριστός πρέπει να φανερωθεί «τοις πάσι». Ο λόγος Του να δονήσει λυτρωτικά τις καρδιές όλων των ανθρώπων. Και η προσπάθεια ευοδώνεται. Μετέρχεται ο Σεβασμιώτατος προς τούτο κάθε τρόπο. Αξιοποιεί κάθε πρόσφορο μέσο, από τα ερτζιανά και τις στήλες των εφημερίδων, μέχρι το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ακόμη και την τακτική «από πόρτα σε πόρτα» εφαρμόζει για τη διάδοση του Ευαγγελίου. Και όταν αναφύονται ποικίλα εμπόδια, όπως στον καιρό της απομόνωσης λόγω της πανδημίας, και πάλι βρίσκει τρόπους να στηρίξει το ποίμνιό του. Μέσα από τα ραδιοκύματα της «Ορθόδοξης Μαρτυρίας» επικοινωνεί ζωντανά με τους πιστούς. Μέσα από την τηλεοπτική εικόνα ανοίγει στον κόσμο τους κλειστούς ναούς, για να μην στερηθούν τη χαρά της θείας λατρείας. Δεν κουράζεται να ετοιμάζει και να αποστέλλει βιντεοσκοπημένα μηνύματα συμπυκνωμένης διδαχής, και λόγου που μιλάει άμεσα στις καρδιές. Μπορεί να είναι μικρής, ενός λεπτού διάρκειας, καθώς η εποχή μας είναι βιαστική, αλλά έχουν μεγάλης απήχησης αξία.

Η διακονία του συνανθρώπου και η μέριμνα για τους εμπερίστατους αποτελεί προτεραιότητά του. Είναι οι «αδελφοί» του Χριστού μας, οι «ελάχιστοι», και αξίζουν της επιμελημένης φροντίδας μας. Σε μια χριστιανική κοινωνία είναι απαράδεκτο να στερούνται «τον άρτον τον επιούσιον», και ένα πιάτο ζεστού φαγητού. Σεμνύνεται ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας, καθώς στον τόπο μας, παρά τις δυσκολίες των καιρών, καλύπτεται πια τούτη η ανάγκη, τόσο με την αύξηση του αριθμού των «Σπιτιών Γαλήνης» στις ενορίες, όσο και με την καθημερινή λειτουργία του κέντρου σίτισης του Μητροπολιτικού Ναού «Δος ημίν σήμερον». Με την αγωνία του φιλόστοργου Πατέρα μερίμνησε για όλα έγκαιρα, διαβλέποντας την επερχόμενη κρίση. Το δίκτυο της φιλανθρωπίας οργανώθηκε και διευρύνθηκε, γιατί οι αναγκεμένοι είναι αναρίθμητοι: κρατούμενοι και θαλασσοδαρμένοι πρόσφυγες, άστεγοι και ανήμποροι γέροντες, άρρωστοι που ο πόνος υπερβαίνει τις αντοχές τους, μοναχικοί, που τους πνίγει το παράπονο της εγκατάλειψης. Ο σύλλογος συμπαραστάσεως κρατουμένων, ο σταθμός πρώτων κοινωνικών βοηθειών, οι άνθρωποι των φιλοπτώχων ταμείων, οι κυρίες που στελεχώνουν τα συσσίτια, όλοι εθελοντικά μοιράζονται το βάρος της ευθύνης και τον κόπο να συνδράμουν πρόθυμα όπου υπάρχει ανάγκη. Η φιλανθρωπία ενισχύεται με την βοήθεια και νέων ιδρυμάτων. Η Μητροπόλη είναι πλέον σε θέση να προσφέρει άμεσα παρηγοριά, ανακούφιση και στήριξη σε όσους την αποζητούν.

Ωστόσο, ο Σεβασμιώτατος κρίνει ότι η προσφορά της όποιας φιλανθρωπικής βοήθειας είναι απαραίτητο να γίνεται με εξειδικευμένη γνώση και σχετική εμπειρία, γι’ αυτό και ιδρύεται με δική του πρωτοβουλία η Σχολή εκπαίδευσης εθελοντών κοινωνικής προσφοράς. Περισσότερα από πεντακόσια στελέχη των ενοριών επιμορφώνονται, ώστε το θεάρεστο έργο τους να επιτελείται με τρόπο ακόμη πιο αποτελεσματικό.

Αλλά, η εμβέλεια των οραματισμών του Σεβασμιωτάτου υπερβαίνει τα σύνορα της πατρίδος μας. Όταν περισσεύει ο πόνος στη γειτονιά μας, όταν οι αδελφοί μας Σέρβοι πλήττονται αδυσώπητα από βομβαρδισμούς, όταν μετρούν με αβάσταχτη οδύνη τις πληγές από τα δεινά του πολέμου, το έτος 1999, ο φιλάγαθος Μητροπολίτης δεν αδιαφορεί. Νοιώθει ακατανίκητη την ανάγκη να τείνει χείρα βοηθείας. Και, όντως, ετοιμάζει κάτι μεγάλο, καθώς και αλλού προκύπτουν δυσκολίες και ανάγκες ασύλληπτες για τα δικά μας δεδομένα. Σε κάποιους τόπους η πείνα θερίζει, και οι σοβαρές ασθένειες καλπάζουν: ΑIDS, φυματίωση, ελονοσία, έμπολα, τυφοειδής πυρετός, χολέρα. Εκεί, στην καρδιά της Αφρικής, μέσα στην ανέχεια και τις στερήσεις και των αναγκαίων ακόμη, σε υποδομές άθλιες, τις περισσότερες φορές σε κυριολεκτικά τριτοκοσμικές συνθήκες, λειτουργεί η Ορθόδοξη Ιεραποστολή, ως παρηγοριά και ανάσα ελπίδας για τους ιθαγενείς.

Αυτές οι καταστάσεις δίνουν στον Σεβασμιώτατο την έμπνευση και το έναυσμα για   τη σύσταση του Ιδρύματος «Λειτουργοί Υγείας της Αγάπης», για προσφορά ποικίλης ανθρωπιστικής βοήθειας σε δοκιμαζόμενους πληθυσμούς, για την ανακούφιση των εμπερίστατων εντός και εκτός των συνόρων της πατρίδας μας, για άσκηση προληπτικής ιατρικής, για υποστήριξη της Ορθόδοξης Ιεραποστολής με παροχή ιατροφαρμακευτικής βοήθειας.

Το μεγαλόπνοο όραμα του Σεβασμιωτάτου υλοποιείται, με την άμεση ανταπόκριση γιατρών, οδοντιάτρων, φαρμακοποιών, νοσηλευτών και πολλών εθελοντών. Και το αποτέλεσμα υπήρξε, όντως, εντυπωσιακό. Ανθρωπιστικές αποστολές πολυάριθμες, θυγατρικοί πυρήνες «Γιατρών της Αγάπης» σε αρκετές πόλεις και χώρες, Διεθνείς συναντήσεις των Λειτουργών Υγείας για καλύτερο συντονισμό των προσπαθειών τους, προγράμματα μετεκπαίδευσης ιατρών των άλλων πυρήνων στο Νοσοκομείο του Βόλου, όλα μαζί συνθέτουν μια αδρή εικόνα αυτού του μεγάλου έργου αγάπης, για το οποίο δικαιολογημένα ο Σεβασμιώτατος μπορεί να νοιώθει μια καύχηση εν Κυρίω.

Εξ ίσου, όμως, μεγάλο και πολυσήμαντο είναι το έργο της στήριξης των ιερών μονών. Ανακαινίζονται, επανδρώνονται, αλλά ιδρύονται και νέα μοναστήρια με την ευλογία του. Δέκα ανδρικές μονές και ισάριθμες γυναικείες ανοίγουν καθημερινά τις πύλες τους, και υποδέχονται τους προσκυνητές. Είναι πνευματικές οάσεις μέσα στην πολυπραγμοσύνη και το μόχθο της καθημερινότητας. Εκεί ο χρόνος αποκτά άλλη διάσταση και προοπτική. Εκεί η ψυχή βιώνει ό,τι αυθεντικότερο και βαθύτερο, την πεμπτουσία της Ορθόδοξης πνευματικότητας. Σιωπά, προσεύχεται, μυσταγωγείται. Ξεφεύγει για λίγο από κάθε τι που αναδίδει χοϊκή οσμή και κονιορτό, για να παραδοθεί στο ιερό θέλγητρο της κατάνυξης. Πιστεύει ο Σεβασμιώτατος, ότι όσο θα σημαίνουν τα τάλαντα και τα σήμαντρα των μοναστηριών μας, θα υπάρχει ακόμα ελπίδα, και θα μπορούμε να ατενίζουμε μπροστά και πέρα από την καταιγίδα των καιρών μας το μέλλον του κόσμου με πίστη και αισιοδοξία. Γι’ αυτό και τα περιβάλλει με ιδιαίτερη στοργή και αγάπη. Γνωρίζει πολύ καλά τις ανάγκες και ιδιαιτερότητες του κοινοβιακού μοναχισμού, αλλά και τις προϋποθέσεις, κάτω από τις οποίες αυτός αναπτύσσεται και ανθεί. Φροντίζει, μεριμνά, χρηματοδοτεί. Επισφραγίζει έτσι έμπρακτα το ενδιαφέρον του, και εκπληρώνει την υπόσχεση που έδωσε κατά την ενθρόνισή του, ότι θα σταθεί Πατέρας και προστάτης των μοναχών.

Εκείνη την πανεπίσημη ώρα της πρώτης επικοινωνίας με το ποίμνιό του ο νέος Μητροπολίτης απευθύνθηκε με ιδιαίτερη αγάπη και στους κληρικούς. «Θα έχετε την αμέριστη συμπαράσταση του Επισκόπου σας», είπε. «Εσείς και οι οικογένειές σας». Γόνος ιερατικής οικογένειας ο ίδιος, γνωρίζει καλά τί σημαίνει να είναι ο Επίσκοπος πατέρας και αδελφός για τους ιερείς, και όχι δεσπότης και εξουσιαστής. Και το αποδεικνύει περίτρανα κάθε στιγμή, ιδιαίτερα όμως τον καιρό της οικονομικής κρίσης. Η πολιτεία έχει ήδη μειώσει στο ελάχιστο τους διορισμούς νέων κληρικών, αλλά οι ανάγκες για τη λειτουργία των θυσιαστηρίων παραμένουν αυξημένες. Υπάρχουν, ωστόσο, νέοι που αποτολμούν να εισέλουν άμισθοι στον ιερό κλήρο. Ο ζήλος τους πολύς, η πιθανότητα διορισμού τους ανύπαρκτη. Ο Σεβασμιώτατος δεν παρακολουθεί αδιάφορα τις καταστάσεις. Κινητοποιείται άμεσα. Ο εύστροφος και εφευρετικός νους του συλλαμβάνει μια πρωτοποριακή πρωτοβουλία. Και υλοποιείται ένα μοναδικό στην πατρίδα μας έργο. Πρόκειται για το Ίδρυμα ενισχύσεως και επιμορφώσεως εφημεριακού Κλήρου, που αποβλέπει και στην κατάρτιση των ιερέων, για να ανταποκρίνονται αποτελεσματικότερα στη διακονία τους, αλλά και στην παροχή οικονομικής βοήθειας και συμπαράστασης στις  ιερατικές οικογένειες. Εξασφαλίζεται έτσι η μισθοδοσία και η ασφάλεια σε άμισθους κληρικούς, και κατά συνέπεια η συντήρηση και αξιοπρεπής διαβίωση των οικογενειών τους. Ήδη, με τη χάρη του Θεού, περί τους τριάντα ιερείς έχουν μισθοδοτηθεί από το ίδρυμα, ενώ παράλληλα υπάρχει μέριμνα και για την ομαδική ασφάλιση των κληρικών.

Η φροντίδα για την νεότητα είναι ένας νευραλγικός και εξαιρετικά απαιτητικός τομέας διακονίας. Τα νιάτα είναι η χρυσή ελπίδα και η απαντοχή του τόπου, και  αξίζουν κάθε θυσία. Προσβλέπει ο καλός και διακριτικός Ποιμενάρχης στον φλογερό ενθουσιασμό τους, και συστρατεύει το πιο εκλεκτό επιτελείο του, προκειμένου να τα στηρίξει, και να συμβάλει στη διαμόρφωση συγκροτημένων προσωπικοτήτων με ήθος, σεβασμό και αγάπη στον συνάνθρωπο. Με δική του προτροπή και ενθάρρυνση πνευματικοί και ιερείς, κατηχητές και ομαδάρχες, εκπαιδευτικοί και άλλα στελέχη προσφέρονται αφιλοκερδώς στη θεοφιλή αυτή προσπάθεια. Λειτουργεί ακόμη και φροντιστήριο κατηχητών για την αρτιότερη κατάρτισή τους. Νεανικές συντροφιές, κατηχητικά σχολεία, φοιτητικές συναντήσεις, αλλά και ο Σύνδεσμος νέων στην πόλη μας, ανοίγουν στα νιάτα έναν ορίζοντα ζωής κοντά στο Χριστό. Οργανώνονται κατασκηνώσεις στο χωριό αλλά και στην πόλη, γίνονται επετειακές εκδηλώσεις και εξορμήσεις, εκδίδονται σειρές πρωτοποριακών βοηθημάτων για τα κατηχητικά σχολεία, προσφέρονται φροντιστηριακά μαθήματα, χορηγούνται υποτροφίες, λειτουργούν σχολές γονέων, διοργανώνονται γιορτές και συνέδρια. Έχοντας ο Σεβασμιώτατος χρηματίσει μέλος του ορθοδόξου συνδέσμου νέων, επιστρατεύει τη συσσωρευμένη εμπειρία του, και καταθέτει τη δική του έμπνευση σ’ αυτό το ευρύ και μεγαλειώδες έργο.

Ξεχωριστό αποδείχθηκε το όραμα του Σεβασμιωτάτου και για την Εκπαίδευση. Πρωτοποριακή παρέμβαση στα εκπαιδευτικά δρώμενα υπήρξε το ίδρυμα «Άγιος Απόστολος ο Νέος», με λειτουργία Νηπιαγωγείου, Δημοτικού σχολείου, Γυμνασίου και Λυκείου, μια πρωτοβουλία με στόχο η Εκπαίδευση να ξαναγίνει παιδεία, παρέχοντας στους μαθητές αρχές και ιδανικά συμβατά με το Ελληνορθόδοξο ιδεώδες.

Ο Σεβασμιώτατος αγαπά και επιδιώκει τον διάλογο, που αποτελεί την πιο χαρακτηριστική έκφραση του αγαπητικού ήθους, την ίδια τη μαρτυρία του πνεύματος της χριστιανικής αγάπης και καταλλαγής. Δεν ορρωδεί προ ουδενός. Είναι ετοιμόλογος, έχει την ευστροφία και την οξυδέρκεια να αντιμωπίζει κάθε συνομιλητή, να επιχειρηματολογεί, να διαλέγεται με άνεση. Συμμετέχει σε τηλεοπτικές συνεντεύξεις, σε επιστημονικά συνέδρια και επιτροπές εντός και εκτός των συνόρων της πατρίδας μας, εκπροσωπεί επάξια την Εκκλησία. Δεν κρατάει με εγωισμό και ιδιοτέλεια τον θησαυρό της πίστης, αλλά τον μοιράζεται με τους αδελφούς.

Η πλούσια εμπειρία του από την τηλεοπτική του εκπομπή «Αρχονταρίκι», η ευρυμάθειά του και το απροκατάληπτο της θεολογικής του αντίληψης, ανοίγουν έναν καινούργιο διάλογο στην πόλη μας σε ακαδημαϊκό επίπεδο. Η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών αποτελεί, αναμφισβήτητα, πρωτοποριακό δημιούργημα του Σεβασμιωτάτου. Επιδίωξή της η συνεργασία και η από κοινού συζήτηση των μεγάλων προβλημάτων του καιρού μας με άλλους φορείς, ινστιτούτα, πανεπιστήμια, εκδοτικούς οίκους, πάντα με πνεύμα σεβασμού στην ετερότητα του καθενός. Αναδεικνύεται έτσι ο Βόλος και η Μητρόπολη Δημητριάδος τόπος συνάντησης και διαλόγου.

Το γεγονός τούτο χαροποιεί τον Σεβασμιώτατο, γιατί αγαπά τον τόπο μας, και χαίρεται να τον προβάλλει. Συνεργάζεται μάλιστα με τους φορείς και τους θεσμούς της κοινωνίας για την ανάπτυξή του. Αγωνίζεται με όλες του τις δυνάμεις για την διαφύλαξη της πολιτιστικής του παράδοσης και την κληροδότησή της στις επόμενες γενεές. Αυτή η παράδοση είναι η ρίζα που διασώζει την ταυτότητα και την ιδιοπροσωπία μας. Και αποτελεί δική μας υποχρέωση να μην αποκοπούμε από αυτήν, για να μην καταλήξουμε σε μαρασμό. Τούτο το χρέος απασχολεί αλλά και εμπνέει τον Σεβασμιώτατο. Με δική του πρωτοβουλία ιδρύεται ο φορέας πολιτισμού: «Μαγνήτων Κιβωτός», και στελεχώνεται από καταξιωμένα και έμπειρα στελέχη, που συμμετέχουν και συνεργάζονται εθελοντικά. Με στόχο τη διαφύλαξη του πολιτιστικού αποθέματος του τόπου μας, προγραμματίζονται και πραγματοποιούνται αξιολόγες εκδηλώσεις και δράσεις, που προσφέρουν αξέχαστες εμπειρίες σε όσους συμμετέχουν, ενισχύοντας παράλληλα και την κοινωνική συνοχή, καθώς προσελκύουν πλήθος λαού. Η «Μαγνήτων Κιβωτός», αναδεικνύοντας με έναν ιδιαίτερα ενδιαφέροντα τρόπο την μοναδική πολιτισμική κληρονομιά της περιοχής μας, κατατάσσεται στην πρώτη γραμμή πολιτιστικής δράσης στη Μαγνησία.

Πρώτιστη, όμως, φροντίδα του Σεβασμιωτάτου είναι η ενότητα των ανθρώπων. Εις τύπον και τόπον του Χριστού μας, που επιθύμησε και προσευχήθηκε για τους ανθρώπους στην Αρχιερατική Του προσευχή «ίνα πάντες έν ώσιν», ο Μητροπολίτης Δημητριάδος, «και λόγοις διδάσκων και έργοις υποδεικνύς», θέτει την ενότητα ως κορωνίδα της ποιμαντικής του διακονίας. Σε καιρούς πολυδιάσπασης και κατακερματισμού, συγχρόνως όμως μοναξιάς και απομόνωσης, λειτουργεί ως παράγοντας και εγγυητής ενότητας προς τρεις ταυτόχρονα άξονες.

Η ενότητα της πίστεως είναι ο πρώτος άξονας και το κύριο μέλημα, για το οποίο ο Ιεράρχης διατυπώνει λόγο με δύναμη και προοπτική. Δεν υποτιμά τον προσωπικό αγώνα των πιστών. Επισημαίνει όμως ότι το εκκλησιαστικό γεγονός της σωτηρίας μας είναι υπόθεση του σώματος των πιστών, και όχι ιδιωτική υπόθεση του καθενός μας και ατομική επιλογή. Τονίζει ότι η Εκκλησία πορεύεται ενωμένη ως σώμα στους αιώνες. Και με αμείωτο ζήλο αγωνίζεται για την ευχαριστιακή συγκρότηση της Εκκλησίας ως κοινωνίας προσώπων, άρα για την ενότητα μέσα από τον δίαυλο της αγάπης.

Η ενότητα με την Πολιτεία είναι το δεύτερο μέλημα της διακονίας του. Απλώνει ο Μητροπολίτης μας με προσήνεια γέφυρες επικοινωνίας με τους άρχοντες του τόπου, τους πολιτικούς και τους στρατιωτικούς. Και αυτές λειτουργούν ευεργετικά σε δύσκολες ώρες και έκτακτες ανάγκες. Όταν νοοτροπία διαίρεσης και διχόνοιας επικρατεί, ο Ιεράρχης, διακριτικά μα καθοριστικά, συσπειρώνει τους ανθρώπους σε κλίμα καταλλαγής και συνεργασίας, γιατί «αδελφός υπ’ αδελφού βοηθούμενος ως πόλις οχυρά».

Αλλά και η  δέηση «υπέρ της των πάντων ενώσεως» μιλάει βαθειά στην καρδιά του. Η ετερόδοξη χριστιανοσύνη δεν τον αφήνει αδιάφορο. Κρατώντας απαραχάρακτη την αλήθεια της πίστεώς μας, ξεπερνώντας με αρχοντιά και διάκριση τις όποιες αβάσιμες αρνητικές επιθέσεις και σχόλια, κηρύσσει την ανάγκη συσπείρωσης των Χριστιανών, ιδιαίτερα στους ζοφερούς καιρούς που ζούμε. Μπορεί βέβαια να χρειάζεται χρόνος πολύς, μετρημένος με τη διαδοχή γενεών, για να γίνουν κοινή συνείδηση όσα εύστοχα και έγκαιρα ο Μητροπολίτης μας εντοπίζει, όμως ο καλός σπόρος της ειρήνης, της συναλληλίας και της ενότητας σπείρεται με την ελπίδα μιας ευλογητής καρποφορίας.

Αναγνωρίζεται από όλη την Ιεραρχία  αυτή η ευρύτητα της σκέψης του Σεβασμιωτάτου, που οικοδομείται σε ένα ορθό θεολογικό υπόβαθρο. Και αξιοποιείται ανάλογα, καθώς τού ανατίθεται η ευθύνη  της Συνοδικής Επιτροπής Διορθοδόξων και Διαχριστιανικών θεμάτων. Με επίγνωση και απαρασάλευτη πιστότητα στις Ορθόδοξες θέσεις, συμμετέχει σε Διαχριστιανικές συναντήσεις. Φλέγοντα ζητήματα της κοινωνίας και της καθημερινότητας προσεγγίζονται και αναλύονται διεξοδικά. Επισημαίνονται και αποθαρρυντικές δυσκολίες, όπως ακραίες συμπεριφορές εξ αιτίας του θρησκευτικού φανατισμού, του προσφυγικού, της άναρχης μετανάστευσης, των εθνικοφυλετικών διαφορών. Ωστόσο, μέσα σε κλίμα αδελφικής αγάπης μελετώνται διέξοδοι, και γίνεται ανταλλαγή εμπειριών για την διαχείριση της όποιας κρίσης. Αναδεικνύονται από κάθε χριστιανική ομολογία καλές πρακτικές, με ζητούμενο να εφαρμόζεται πρώτιστα η εντολή της αγάπης, και να κινούνται οι Χριστιανοί ως ειρηνοποιοί στις πολλαπλές και ποικίλες διενέξεις της εποχής μας, πολιτισμικές, εθνικές, διαπροσωπικές.

Η Συνοδική Επιτροπή Πολιτιστικής ταυτότητας συνιστά μία από τις πιο απαιτητικές και συνάμα τιμητικές διακονίες. Η συμβολή της αφορά στην διαφύλαξη των ιερών και των οσίων της φυλής μας, στην διατήρηση απαραχάρακτης της πίστης, ζωντανής της γλώσσας, παρούσας της ιστορικής μνήμης και παράδοσης. Με επιλογή της Ιεράς Συνόδου επωμίζεται ο Σεβασμιώτατος την ευθύνη της επιτροπής αυτής, αλλά μαζί και το βάρος ενός ιδιαιτέρου καθήκοντος. Είναι η επέτειος συμπλήρωσης διακοσίων χρόνων από την εθνική παλιγγενεσία του 1821, που πολλαπλασιάζει τις υποχρεώσεις, καθώς πρέπει σφαιρικά να διερευνηθεί, από διάφορες οπτικές γωνίες, σύνολη η Επανάσταση. Συγχρόνως, πρέπει να αναδειχθούν και να προβληθούν απανταχού της Ελλάδος αλλά και σε όλον τον κόσμο οι πνευματικές διαστάσεις της και οι προεκτάσεις τους στο «σήμερα». Δέκα ολόκληρα χρόνια συντονισμένων εργασιών, διεθνών συνεδρίων και προγραμματισμών εκδηλώσεων σε όλες τις Μητροπόλεις, υπό την εποπτεία του Σεβασμιωτάτου, και με την συμμετοχή πολλών φορέων της πολιτείας, οδήγησαν σε ένα αναμφίβολα εντυπωσιακό αποτέλεσμα. Το μαρτυρεί η επιτυχία των πολλών και επιμελημένων εκδηλώσεων, που πραγματοποιήθηκαν το έτος 2021, αλλά και η έκδοση δέκα τόμων με τα πρακτικά των δέκα Διεθνών Συνεδρίων.

Μέσα από τις εκατοντάδες πρωτότυπες εισηγήσεις Ακαδημαϊκών, Πανεπιστημιακών και ερευνητών διεθνούς κύρους, αποκαλύπτεται ένας θησαυρός γενναιότητας και εγκαρτέρησης, πίστης και υπομονής, αυταπάρνησης και θυσίας, κρυμμένος σαν τη σπίθα στη στάχτη της σκλαβιάς, κυρίως όμως μια ξεκάθαρη αυτοσυνειδησία της εθνικής μας συνέχειας, που οδήγησαν στο θαύμα του ‘21. Όντως, βράχος ανδρείας ασάλευτος στάθηκε ο Ελληνισμός στο μετερίζι του ιστορικού του πεπρωμένου. Μπορεί δική του να ήταν μόνο μια χούφτα γης, αλλά το όραμά του υπήρξε ακαταγώνιστο, και η πίστη του ολόφλογη σαν πυρκαγιά. Όλα τούτα μαζί συνιστούν ένα ήθος μοναδικό, που πρέπει να κληροδοτηθεί σε μάς και στα παιδιά μας και στις επερχόμενες γενεές, για να μάς αφυπνίζει, και να μάς εμψυχώνει, οποιαδήποτε και αν είναι η έπαλξη από την οποία αγωνιζόμαστε. Είναι το λάβαρο της Ρωμιοσύνης μας, που μάς επιτρέπει, παρά τις δυσκολίες των καιρών, να ελπίζουμε και να οραματιζόμαστε.

Αν παλαιότερα ο Σεβασμιώτατος ήταν γνωστός στο πανελλήνιο από την τηλεοπτική εκπομπή «Αρχονταρίκι», σήμερα  η ακτινοβολία της προσωπικότητός του διατρέχει όλη την Ορθοδοξία. Το έργο του προβάλλεται σε διεθνή κλίμακα, η παρουσία του εμπνέει. Στο πλευρό του Μακαριωτάτου αποδεικνύεται η ήρεμη δύναμη με τον αφοπλιστικό λόγο και τη νηφάλια παρουσία του. Εγγυητής ενότητας και καταλλαγής και μέσα στην Ιεραρχία, χαίρει της βαθειάς εκτιμήσεως και του σεβασμού όλων.

 

Ο Σεβασμιώτατος ως Ποιμένας και Πνευματικός Πατέρας

Έτσι σκιαγράφησε ο φτωχός μου λόγος τον πλούσιο σε χαρίσματα Ιεράρχη και Μητροπολίτη Δημητριάδος, ως Άνθρωπο και Εκκλησιαστικό ηγέτη. Ωστόσο, η ιδιότητά του η πιο βασική, αλλά συνάμα η σπουδαιότερη, η πιο μεγάλη και ιερή, η ιδιότητα του ως Ποιμένα και Πνευματικού Πατέρα, δεν μπορεί να καταγραφεί με λέξεις. Επιχειρεί κανείς να την προσεγγίσει, αλλά ανακαλύπτει ότι δεν πλησιάζεται παρά μόνον με την καρδιά.

Είναι ο Σεβασμιώτατος, Πνευματικός Πατέρας που πρώτιστα αγαπά, και περιβάλλει όλους με μια γλυκειά ζεστασιά. Νοιώθει κανείς σιγουριά και δύναμη κοντά του. Κληρικός προσηνής, με εμπειρία στις πνευματικές αθλήσεις, με εγρήγορση του νου, με θεοφιλή ιεραποστολικό ζήλο, επιδίδεται σε ένα πνευματικό έργο λιγότερο περιγραπτό και περισσότερο αντιληπτό. Έχει το χάρισμα πληθωρικά να οικοδομεί, και να αναστηλώνει στις ψυχές τις αιώνιες αξίες με το χρυσάφι του λόγου του. Συμβουλεύει αλλά και μυσταγωγεί, πείθει αλλά και εμπνέει. Έχει την ικανότητα να μεταλαμπαδεύει τον ενθουσιασμό του, την αισιοδοξία και τη χαρά στα πνευματικά του παιδιά.

Διαχειρίζεται με σύνεση τις όποιες καταστάσεις της πνευματικής του οικογένειας, διευθετεί με ευελιξία τις δυσκολίες, προγραμματίζει, διεκπεραιώνει. Απλώνει την προστατευτική σκέπη της πατρικής του αγάπης σε όλους, ανεξαρτήτως μορφωτικού επιπέδου, κοινωνικής τάξης ή πολιτικής τοποθέτησης, και σε εκείνους που αγωνίζονται στον κόσμο, αλλά και σε εκείνους που περιβλήθηκαν το μοναχικό τριβώνιο. Ο λόγος του, «άλατι ηρτυμένος», έχει αμεσότητα, αλήθεια και θεολογία. Δεν κουράζεται να νουθετεί, να εμπνέει, να γεννά όραμα και ελπίδα, να ζωογονεί με πατερικό φρόνημα, να καθοδηγεί σε ανώτερες πνευματικές βαθμίδες. Τον αναπαύει και τον χαροποιεί η πρόκληση να ποιμαίνει με άγρυπνη φροντίδα και με ανύστακτες προσευχές. Με δυό λόγια, η παρουσία του επιβεβαιώνει τη χάρη του Θεού και πιστοποιεί την παρουσία Του ανάμεσά μας.

 

Επίλογος

Αγαπητοί μου, ίσως όσα ακούστηκαν να δημιούργησαν ένα αίσθημα υπερβολής. Ίσως πάλι να άφησαν έναν απόηχο αμφιβολίας. Ωστόσο, επιχείρησα με απλά και αληθινά λόγια καρδιάς να καταθέσω στην αγάπη σας ατόφιες τις σκέψεις μου, όχι ως γνώση ή πληροφόρησή σας, αλλά ως αφορμή αδελφικής κοινωνίας. Κυρίως, όμως, ως ένα ψιχίο της οφειλομένης από μέρους μου ευχαριστίας στο πρόσωπο του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου κ. Ιγνατίου, για την μαθητεία μου κοντά του, ως ελάχιστο αντίδωρο για όσα αφειδώλευτα εκείνος μού προσέφερε επί σειρά ετών, και συνεχίζει να μού προσφέρει. Θα ομολογώ εσαεί αυτή τη θεία δωρεά, θα κηρύττω την ευεργεσία, δεν θα αποκρύπτω την ισόβια ευγνωμοσύνη μου στο πρόσωπό του. Δική μου και ακατανίκητη η ανάγκη προς τούτο. Και, οπωσδήποτε, όχι δική του.

Διότι, όποιος εργάζεται στον αμπελώνα της Εκκλησίας, δεν περιμένει από κάποιον άλλο, έπαινο ή ευχαριστία ή δόξα ή μισθό, όπως γράφει σύγχρονος στοχαστής. Κάνει συνειδητά τη δουλειά του, και ξέρει τι κάνει, και ξέρει τι προσδοκά. Μεθάει από την ομορφιά των σταφυλιών και τη γλύκα του κρασιού. Τρυγάει το αμπέλι και κερνάει. Δεν περιμένει να τον κεράσουν, γιατί δεν έχει την ίδια χάρη. Κερνάει ο ίδιος τους άλλους το ιδεατό κρασί των κόπων του, και ευφραίνεται η ψυχή του.

Και εσείς, Σεβασμιώτατε Πατέρα μας, ευφραίνεσθε απόψε, καθώς στη γιορτή σας ανήμερα, σάς περιστοιχίζουν στοργικά τα παιδιά σας. Άλλα βαπτίσθηκαν από τα τίμια χέρια σας, άλλα οδηγήθηκαν ως κληρικοί στο ιερό θυσιαστήριο, άλλα σαγηνεύτηκαν και γαλουχήθηκαν με του χαρισματικού σας λόγου την ακατάλυτη δύναμη. Όλα, όμως, κρατούν κλειδωμένη στην καρδιά τους την πιο πηγαία και γνήσια αγάπη τους και τον πιο βαθύ σεβασμό στο πρόσωπό σας. Ευφραίνονται σήμερα και εκείνα, και κλήρος και λαός, και σάς αντιπροσφέρουν ως αγαθή αντίδοση τις ευχαριστίες τους και την ευγνωμοσύνη τους με την ολοκάρδια ευχή:

«Το έργο σας, Σεβασμιώτατε, πάντοτε να ευοδώνεται, και οι καρποί των κόπων σας να πολλαπλασιάζονται, για τη δόξα του Θεού! Να είναι τα έτη σας πολλά και  ευλογημένα, ειρηνικά, καλλίκαρπα και ευτυχισμένα! Να λαμπρύνετε με την  χαρισματούχο παρουσία σας την αγία μας Εκκλησία, και να την ποιμαίνετε πάντοτε «υγιής, μακροημερεύων και ορθοτομών» τον λόγον του Θεού». Αμήν!