(2 Ὀκτωβρίου 2022)
Τό νόημα τῆς δικαιοσύνης
«καί
ἐάν ἀγαθοποιῆτε τούς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς
ποία ὑμῖν χάρις ἐστι;» (Λουκ. στ', 33)
Ἀγαπητοί ἀδελφοί,
Ἄν ὑπάρχη
κάτι πού χαρακτηρίζει ὅλους τούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας εἶναι ἡ ἀναζήτηση τῆς
δικαιοσύνης. Ὅλοι διψοῦν καί φωνάζουν γιά τήν ἐπικράτησή της, γιατί νομίζουν
ὅτι ἔτσι θά ἐπικρατήση ἡ εἰρήνη καί ἡ ἀγάπη πάνω στήν γῆ. Ἡ δικαιοσύνη, πού
συνδέεται μέ τήν ἰσότητα, εἶναι ἡ προσδοκία ὅλων τῶν ἀνθρώπων, καί ὅλων τῶν
συστημάτων. Ὅμως, ἡ δικαιοσύνη ἑρμηνεύεται ποικιλοτρόπως ἀπό κάθε ἄνθρωπο.
Θά διατυπώσω
μέ συντομία μερικές σκέψεις γύρω ἀπό τήν δικαιοσύνη καί πῶς τήν ἐννοεῖ ὁ
Χριστιανισμός.
Ὁ Χριστός εἶπε στό σημερινό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα:
«Καθώς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι καί ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως»
(Λουκ. στ', 31). Δηλαδή: «Καθώς θέλετε νά σᾶς φέρνωνται οἱ ἄνθρωποι ἔτσι νά
τούς φέρνεστε καί σεῖς». Ἡ ἀπόδοση τῶν ἴσων εἶναι ἡ ἀρχή τῆς δικαιοσύνης. Δηλαδή,
ἐάν θέλω νά μέ ἀγαποῦν, πρέπει καί ἐγώ νά ἀγαπῶ, ἐάν δέν θέλω οἱ ἄλλοι νά μέ
ἀδικοῦν οὔτε καί ἐγώ πρέπει νά ἀδικῶ τούς ἄλλους. Αὐτή τήν ἀρχή τήν συναντᾶμε
καί στήν πρό τοῦ Χριστοῦ ἐποχή.
Ὁ Χριστός,
ὅμως, δέν περιορίζεται σέ αὐτό, ἀλλά προχωρεῖ καί βαθύτερα, τονίζοντας τήν
μεγάλη σημασία τῆς ἀγάπης. Δηλαδή, ἡ ἀγάπη ὑπερβαίνει τήν ἀνθρώπινη
δικαιοσύνη, ἀφοῦ μέ τήν ἐνέργειά της φθάνουμε στό νά ἀγαπᾶμε καί τούς ἐχθρούς.
Τό νά μισοῦμε αὐτόν πού μᾶς ἀγαπᾶ εἶναι παρά φύση κατάσταση. Τό νά ἀγαπᾶμε
αὐτόν πού μᾶς ἀγαπᾶ εἶναι φυσική ζωή. Ἀλλά τό νά ἀγαπᾶμε αὐτόν πού μᾶς
ἐχθρεύεται καί καταδιώκει, αὐτό εἶναι ὑπέρ φύση ζωή καί σέ αὐτήν τήν ζωή μᾶς
ὁδηγεῖ ὁ Χριστός.
Συγκεκριμένα ὁ Χριστός λέγει: «Κι ἄν ἀγαπᾶτε
ἐκείνους πού σᾶς ἀγαποῦν τί τάχα σπουδαῖο κάνετε; Κι᾿ οἱ κακοί ἀγαποῦν ἐκείνους
πού τούς ἀγαποῦν. Κι᾿ ἄν κάνετε τό καλό σέ κείνους πού σᾶς κάνουν καλό, τί τάχα
σπουδαῖο κάνετε; Καί οἱ κακοί τό ἴδιο κάνουν». Καί στήν συνέχεια τονίζει ὅτι
πρέπει νά ὁμοιάζουμε στόν Πατέρα μας, τόν Θεό, πού εἶναι οἰκτίρμων καί ἀγαπᾶ
ὅλους τούς ἀνθρώπους: « Ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν καί ἀγαθοποιεῖτε...» (Λουκ.
στ', 35).
Ἔτσι,
λοιπόν, ἡ ἀγάπη εἶναι ὑπέρβαση τῆς ἀνθρώπινης δικαιοσύνης. Ἐάν ἐπικρατήση ἡ
δικαιοσύνη στόν κόσμο, ὅπως συνήθως ἐμεῖς τήν ἐννοοῦμε, χωρίς ὅμως τήν ἀγάπη
καί τήν εἰρήνη, αὐτό εἶναι ἀδικία. Ἡ ἀγάπη ὅμως ἀναλαμβάνει ἐπάνω της τήν τραγωδία
τῶν ἀνθρώπων. Αὐτό ἔκανε ὁ Χριστός. Ἐάν ἤθελε νά ἀποδώση δικαιοσύνη μέ τήν
νομική ἔννοια τοῦ ὅρου, τότε ἔπρεπε ὅλοι νά πεθάνουμε γιά τίς ἁμαρτίες μας.
Αὐτός ὅμως ἀπό ἀγάπη ἔλαβε ἐπάνω Του τήν δική μας ἁμαρτία καί πέθανε γιά μᾶς.
Ἔτσι ὑπερέβη τήν ἀνθρώπινη δικαιοσύνη.
Αὐτό μᾶς ὁδηγεῖ σέ κάτι ἄλλο πιό βαθύ. Ἡ
πραγματική δικαιοσύνη ταυτίζεται μέ τήν ἀγάπη καί τήν φιλανθρωπία καί δέν
νοεῖται χωρίς καί πέρα ἀπό αὐτήν. Ὁ ἱερός Νικόλαος Καβάσιλας, ἕνας θεολόγος τοῦ
14ου αἰῶνος, στά ἔργα του ταυτίζει τήν δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ μέ τήν φιλανθρωπία
Του. Οἱ δύο αὐτοί ὅροι (δικαιοσύνη καί φιλανθρωπία) συνδέονται στενά μεταξύ τους.
Γράφει χαρακτηριστικά: «Δικαιοσύνην λέγοντες (ἐννοοῦμεν) τήν ἐνθεωρουμένην τοῖς
μυστηρίοις σοφίαν τοῦ Θεοῦ καί φιλανθρωπίαν...». Καί ἀλλοῦ: «ἡ τοῦ Θεοῦ περί
τό γένος ἐσχάτη φιλανθρωπία καί ἀγαθότης ἥτις ἐστιν ἡ θεία ἀρετή καί δικαιοσύνη».
Οἱ ἅγιοι
Πατέρες τονίζουν ὅτι ὁ Θεός δέν εἶναι δίκαιος μέ τήν συνηθισμένη ἔννοια τοῦ
ὅρου. Συγκεκριμένα ὁ ἅγιος Ἰσαάκ λέγει: «Μήν ἀποκαλέσης τόν Θεό δίκαιο, γιατί ἡ
δικαιοσύνη Του δέν γνωρίζεται μέ τά κριτήριά σου. Ποῦ βρίσκεται ἡ δικαιοσύνη
τοῦ Θεοῦ; Στό ὅτι εἴμαστε ἁμαρτωλοί κι ὁ Χριστός πέθανε γιά μᾶς;». Ὁ Τριαδικός
Θεός ἔπλασε τόν κόσμο ἀπό ἀγάπη καί φιλανθρωπία. Ὅταν μετά τήν παράβαση τοῦ
ἀνθρώπου εἰσῆλθε στόν ἄνθρωπο καί στήν φύση ἡ φθορά, τότε ὁ Τριαδικός Θεός μέ
ἀγάπη ἀνέπλασε ξανά καί ἀναγέννησε τόν ἄνθρωπο καί τόν κόσμο. Ἔτσι, ἡ
πραγματική ἔννοια τῆς δικαιοσύνης εἶναι νά εἴμαστε οἰκτίρμονες καί ἐλεήμονες,
νά ἀναλαμβάνουμε τήν εὐθύνη γιά κάθε κακό πού ὑπάρχει στόν κόσμο, νά ἀγαπᾶμε
τούς ἀνθρώπους καί αὐτούς ἀκόμη πού μᾶς ἔκαναν κακό.
Μιά ἄλλη πλευρά τοῦ θέματος τῆς δικαιοσύνης εἶναι
ὁ σύνδεσμός της μέ τήν ἐλευθερία. Ὁ συνδυασμός δικαιοσύνης καί ἐλευθερίας
εἶναι ἀπαραίτητος γιά τήν διαφύλαξη τοῦ πραγματικοῦ νοήματος καί τῆς
δικαιοσύνης καί τῆς ἐλευθερίας. Σέ πολλά σύγχρονα πολιτικά καί κοινωνικά συστήματα
βλέπουμε τήν διατάραξη αὐτῆς τῆς ἰσορροπίας καί τοῦ συνδυασμοῦ μεταξύ
δικαιοσύνης καί ἐλευθερίας. Ἄλλα συστήματα τονίζουν πολύ τήν ἐλευθερία τοῦ
ἀνθρώπου καί ἐν ὀνόματι αὐτῆς τῆς νοοτροπίας ἀφήνουν τόν ἄνθρωπο ἐλεύθερο νά
καταργῆ τήν δικαιοσύνη τοῦ συνόλου, καί ἄλλα συστήματα ἐν ὀνόματι τῆς
δικαιοσύνης τοῦ συνόλου, γιά τό ὁποῖο ἐνδιαφέρεται τό Κράτος, καταργοῦν τελείως
τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου καί τό μεταβάλλουν σέ ἕνα ἔμψυχο ἐργαλεῖο.
Στήν
πνευματική ζωή ζοῦμε τόν συνδυασμό μεταξύ ἀγάπης καί ἐλευθερίας. Ὁ ἄνθρωπος μέ
τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ ἐλευθερώνεται ἀπό τήν τυραννία τῶν παθῶν (μίσους,
φιλοκτημοσύνης, φιλοδοξίας κλπ.) καί ἀμέσως ἀποδίδει δικαιοσύνη καί ἀγάπη,
σέβεται τόν ἄλλο. Ὁ κάθε ἅγιος εἶναι πολύ εὐαίσθητος στά θέματα τῆς δικαιοσύνης.
Δέν παρασύρεται εὔκολα ἀπό τίς γνῶμες τῶν ἄλλων καί δέν διατυπώνει αὐθαίρετες
κρίσεις. Γνωρίζει τό λάθος κάθε ἀνθρώπου καί μέ τήν ἀγάπη διορθώνει τό λάθος.
Ἡ δικαιοσύνη χωρίς τήν ἀγάπη εἶναι ἡ μεγαλύτερη
ἀδικία, τό μεγαλύτερο ἔγκλημα. Μιά κοινωνία πού ἔχει δικαιοσύνη, ἀλλά δέν ἔχει
ἀγάπη, εἶναι κόλαση. Ἐπίσης, ἡ δικαιοσύνη χωρίς τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου
εἶναι καθαρά τυραννία. Καί ἡ δικαιοσύνη, ὅταν ἀποδεσμεύεται ἀπό τό Πρόσωπο
τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀφηρημένη κατάσταση καί εἶναι πλάνη. Ἐάν θέλουμε νά εἴμαστε
δίκαιοι, καί ἐάν θέλουμε νά ἐπικρατήση στόν κόσμο ἡ δικαιοσύνη πρέπει νά
ἐφαρμόσουμε τήν ἐντολή τοῦ Χριστοῦ «ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν» (Λουκ. στ', 27).
Ὁ Τοποτηρητής Μητροπολίτης
+ Ὁ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος