Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2010

Κυριακή του Ασώτου


Η δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην επίσης καταπληκτική και διδακτική παραβολή του ασώτου υιού (Λουκ.15,13-32). Οι Πατέρες όρισαν να είναι αφιερωμένη η Κυριακή αυτή στην συγκεκριμένη παραβολή του Κυρίου, για να τονισθεί στους πιστούς η απύθμενη αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο και το πλούσιο έλεος της συγχώρεσης, που δίνει στους μετανοούντες ανθρώπους.

Αν η προηγούμενη Κυριακή είναι αφιερωμένη στη στηλίτευση της παθολογικής εγωιστικής αυτάρκειας και η κατάδειξη των δεινών συνεπειών της, η δεύτερη Κυριακή είναι αφιερωμένη στη μετάνοια και στα ευλογημένα παρεπόμενά της.

Ο ευαγγελιστής Λουκάς μας διέσωσε την παραβολή αυτή ως εξής: Υπήρχε κάποιος πατέρας που είχε δυο γιους. Ο δεύτερος, κάποια στιγμή, ζήτησε το μερίδιο της κληρονομιάς του και έφυγε σε μακρινές χώρες, όπου σπατάλησε την περιουσία του σε ασωτίες. Τα χρήματα κάποτε τελείωσαν και στην περιοχή έπεσε μέγας λιμός. Αναγκάστηκε να γίνει χοιροβοσκός και να προσπαθεί να χορτάσει από τις βρωμερές και ευτελείς τροφές των χοίρων. Μέσα στη δίνη του θυμήθηκε την αρχοντική ζωή στο πατρικό σπίτι. Θυμήθηκε πως ακόμα και οι δούλοι του πατέρα του ζούσαν ασύγκριτα καλλίτερη ζωή από τη δική του. Τότε πήρε τη μεγάλη απόφαση να γυρίσει στο σπίτι του και να ζητήσει από τον πατέρα του να τον συγχωρήσει και να τον προσλάβει ως δούλο του. Όμως ο στοργικός πατέρας του τον δέχτηκε ως γιο του και τον περιποιήθηκε δεόντως, παρά τις διαμαρτυρίες του μεγάλου γιου του, διότι «νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ήν και ευρέθη» (Λουκ.15,32).

Κάποιοι υποστηρίζουν δικαιολογημένα πως και αν ακόμη είχε χαθεί ολόκληρο το Ευαγγέλιο και είχε σωθεί μόνο αυτή η παραβολή, θα μπορούσε αυτή να αποτελέσει κείμενο ελπίδας και σωτηρίας για το ανθρώπινο γένος. Σε καμιά άλλη θρησκεία δε παρουσιάζεται ο Θεός τόσο συμπονετικός, ως στοργικός άνθρωπος – πατέρας. Σέβεται απόλυτα την ανθρώπινη ελευθερία και τις επιλογές του κάθε ανθρώπου, ως πρωταρχικό στοιχείο της ανθρώπινης προσωπικότητας. Πνίγει μέσα στα φιλάνθρωπα σπλάχνα Του τον πόνο Του για την αποστασία του καθενός και περιμένει καρτερικά την επιστροφή του. Μόλις αυτή υπάρξει σβήνει με μια μονοκονδυλιά όλες τις άνομες πράξεις του και τον αποκαθιστά στην πρότερη θέση του.

Μετάνοια σημαίνει κατά γράμμα, αλλαγή νου. Στην ουσία σημαίνει την οντολογική μετάλλαξη του ανθρώπου από την κατάσταση της εγωπαθούς αυτάρκειας στην κατάσταση της συναίσθησης της αμαρτωλότητας. Είναι η μετάβαση στο πνεύμα της ταπείνωσης και της συντριβής μπροστά στον απόλυτα αγαθό Θεό, του Οποίου το φως φανερώνει άπλετα τον σκοτεινό μας εαυτό. Η συνειδητοποίηση της πτωτικής μας καταστάσεως, της επώδυνης τραυματικής εμπειρίας μας και της απουσίας διαύλων της χάριτος του Θεού στον εαυτό μας είναι το πρώτο βήμα για την οντολογική μας αποκατάσταση. Έπεται η υλοποίηση της μεγάλης μας απόφασης για την έμπρακτη αλλαγή της νοοτροπίας μας και τη διόρθωση της πορείας μας προς το Θεό.

Είναι περιττό να τονίσουμε πως η μετάνοια χρειάζεται ιδιαίτερο ηρωισμό και αγωνιστική διάθεση, όπως αποτυπώνεται θαυμάσια στην ευαγγελική περικοπή του ασώτου υιού. Όπως όλα τα αγαθά, έτσι και η σωτηρία μας, είναι αποτέλεσμα ηρωισμού, ασυμβίβαστης αυταπάρνησης και σκληρού αγώνα.

Ένα θαυμάσιο τροπάριο της ημέρας εκφράζει απόλυτα τα υψηλά νοήματα της παραβολής, ως εξής: «Της πατρικής δωρεάς διασκορπήσας τον πλούτον, αλόγοις συνεβοσκόμην ο τάλας κτήνεσι, και τοις αυτών ορεγόμενος τροφής, ελίμωττον μη χορταζόμενος άλλ' υποστρέψας προς τον εύσπλαχνον Πατέρα, κραυγάζω συν δάκρυσι Δέξαι με ως μισθίον, προσπίπτοντα τη φιλανθρωπία Σου, και σώσον με». Οι πιστοί καλούνται την περίοδο του Τριωδίου να συνειδητοποιήσουν την άμετρη αγάπη του Θεού και να επιστρέψουν, όπως ο άσωτος της παραβολής, σε Αυτόν και να ζητήσουν το έλεός Του. Η κατανυκτική αυτή περίοδος είναι μοναδική για μετάνοια και συντριβή.



ΣΧΟΛΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ

Αποσπάσματα από το βιβλίο του Αρχιμ. Βασιλείου, Προηγουμένου Ιεράς Μονής Ιβήρων,
«Η παραβολή του ασώτου υιού»


Η ευαγγελική παραβολή

Η ευαγγελική παραβολή που διαβάζεται σήμερα είναι γνωστή σε όλους μας ως παραβολή του Ασώτου.

Ένας άνθρωπος έχει δύο γιούς. Ο νεώτερος γιός ζητάει χωρίς περιστροφές από τον πατέρα του το μερίδιό του από την κληρονομιά.

Αλλά το κομμάτι αυτό αποκομμένο από το σύνολο της αλήθειας της ζωής του πατέρα δεν μπορεί να ζήσει, δεν μπορεί να καρποφορήσει. Το κομμάτι αυτό, όταν το παίρνουμε δυναστικά, αντάρτικα, όπως και όταν θέλουμε, δεν μας οδηγεί στη ζωή, αλλά στην απόγνωση και την καταστροφή.

Η αμαρτία, η αδυναμία, αν θέλετε, του νεώτερου γιου, είναι ότι όντας ανώριμος δεν έχει φθάσει στο να ξέρει, ότι η ουσία του πατέρα είναι η ίδια με την ουσία του υιού.

Και ο πατέρας του δίνει το κομμάτι, το επιβάλλον μέρος της περιουσίας, που ζητάει. Είναι άρχοντας αγάπης. Δεν ενδιαφέρεται για τον εαυτό του. Ενδιαφέρεται να σώση το παιδί του. Αυτό βρίσκεται στο σκοπό της ζωής του, είναι καταξίωση του είναι του. Δεν τον ενδιαφέρει τι θα πη ο κόσμος, όπως ενδιαφέρει τόσο πολύ εμάς για το πως θα χαρακτηρίσουν το παιδί μας για τις αστοχίες του, δεν τον ενδιαφέρει αν θα χάση το κύρος του, αν παρουσιαστεί ως πατέρας αποτυχημένος, με παιδί που αφήνει το σπίτι και φεύγει μακρυά. Η αγάπη του πατέρα πάει πιο μακριά απ' ο,τι μπορεί να πάει η κρίση του κόσμου η ανταρσία του γιου του.

Για τον λόγο αυτό δεν του κάνει διδασκαλία με λόγια. Τώρα πρέπει να τον αφήσει να περιπλανηθεί, να πάθει, να μάθει, να δει προσωπικά το ψεύδος και τις ανυπόστατες απάτες.

Αυτό ξέρει ο πατέρας, ότι είναι κάτι θανάσιμα επικίνδυνο, αλλά δεν βλέπει άλλη λύση. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να τον συντροφεύει πάντοτε με την αγάπη του, που υπάρχει στο σπίτι, αλλά απλώνεται παντού. Δίνει αγωγή στο παιδί του υποφέροντας μυστικά ολόκληρος, βγαίνοντας στο σταυρό της αναμονής.

Το θέμα δεν είναι ο πατέρας να κρατήσει δια της βίας τον γιο κοντά του, αλλά να του δώση τη δυνατότητα, να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις, ώστε ο ίδιος μόνος του να έλθει προς αυτόν. Αυτή η κίνηση προς τον πατέρα ορίζει τον υιό.

Και ο άσωτος φεύγει. Πηγαίνει για να ζήσει σε μια χώρα ξένη, όπου τα πάντα ξοδεύονται χωρίς να ανανεώνονται. Αλλά μετά από λίγο μένει μόνος. Οι φίλοι του έμειναν κοντά του όσο κράτησαν τα πλούτη του. Αρχίζει να ζει την έκπτωση και την εξαθλίωση. Και όταν πηγαίνει να ζητήσει βοήθεια τον σπρώχνουν πιο χαμηλά. Τον στέλνουν να βόσκει χοίρους, να ποιμάνει τα πάθη. Τον κάνουν χοιροβοσκό. Του αρνούνται τη φύση του, την ανθρωπιά του, την αξιοπρέπειά του, την ευγένειά του. Τον θεωρούν ζώο.


Η επιστροφή και η μετάνοια

Όμως, η δοκιμασία του νεώτερου γιου στη μακρινή χώρα φανέρωσε και το τι έκρυβε μέσα του, τι αντοχή είχε, τι έμεινε ανέπαφο, σε ποιόν να καταφύγει, που υπάρχει τροφή, ζωή και ανάσταση για όλους.

Και αρχίζει να μονολογεί: "Μπορεί να τα έχασα όλα! Μπορεί να χάθηκα κι εγώ. Κυριολεκτικά να πέθανα. Αλλά υπάρχει κάτι που δεν χάνεται, δεν πεθαίνει. Είναι ο πατέρας μου και η αγάπη του. Δεν σκέφτομαι τα παιδιά του - είμαι ανάξιος για κάτι τέτοιο - σκέφτομαι τούς υπηρέτες του, πως τούς φέρεται, πως τούς χορταίνει. Θα σηκωθώ και θα γυρίσω πίσω και θα πω στον πατέρα μου: Αμάρτησα στον ουρανό και ενώπιόν σου. Σε σένα που έχεις τέτοια αγάπη που γεμίζει ουρανό και γη. Σε σένα που ακόμη εδώ, στη μακρινή χώρα της στέρησης και της κόλασης, με συνοδεύεις. Δεν είμαι άξιος να λέγομαι γιός σου. Ξέπεσα, έχασα την υιοθεσία. Αυτή είναι η αμαρτία μου. Δεν είναι η περιουσία σου που σπατάλησα. Καθύβρισα τη μια σχέση του παιδιού προς τον πατέρα. Πάτερ ήμαρτον".

Ξέρετε, είναι σχετικά εύκολο να παραδεχθώ τα λάθη και τα ελαττώματά μου, αλλά είναι πολύ δύσκολο να αναγνωρίσω ξαφνικά πως έχω προδώσει, πως έχω χάσει την πνευματική μου, την αληθινή μου ομορφιά, πως βρίσκομαι τόσο μακριά από το αληθινό μου σπίτι.

Και ο άσωτος παίρνει το δρόμο της επιστροφής. Πριν ακόμη φθάσει στο σπίτι, ο πατέρας τον βλέπει από μακριά και τρέχει. Χωρίς να του πει τίποτα, πέφτει ολόκληρος στην αγκαλιά του και τον καταφιλεί. Ήδη ο γιός κατάλαβε, πήρε την απάντηση. Ο πατέρας άκουσε την εξομολόγηση. Γιατί πάντοτε ήταν μαζί με το παιδί του. Αυτό το οποίο παρακαλώ να προσέξουμε είναι ότι η πρώτη λέξη της ομολογίας του δεν είναι "συγχώρα με", αλλά "πατέρα". Είναι το όνομα του πατέρα που ανεβαίνει από τα βάθη του είναι του και του δίνει το θάρρος να ελπίζει.


Η πατρική αγάπη

Εκείνη τη στιγμή ο άσωτος ομολογεί το λάθος του και σιωπά. Δεν μπορεί να συνεχίσει. Τα χάνει με τον χείμαρρο της αγάπης του πατέρα που τον διαλύει. Και το λόγο παίρνει ο πατέρας που μιλά ξεκάθαρα εν σιωπή. Δεν λέει στο παιδί του για τον εαυτό του. Ούτε αν πόνεσε, ούτε πόσο πόνεσε όταν έφυγε. Ούτε πόσο χαίρεται τώρα που γύρισε. Ούτε τον μαλώνει για να δικαιώσει τον εαυτό του. Αυτά δε λέγονται. Διότι η μυσταγωγία της σχέσης τους ιερουργείται σε χώρο βαθειάς σιωπής. Πυράκτωμα αγάπης που παραλύει τη γλώσσα.

Έτσι νίκησε η πατρική αγάπη το θάνατο. Και άναψε τούτη η χαρά, το πανηγύρι, που ενδύεται και πάλι ο γιός την στολή την πρώτη, και φορά το δακτυλίδι της υιοθεσίας, και θύεται ο μόσχος ο σιτευτός.


Οι δικές μας επιστροφές

Αυτή η επιστροφή δεν μοιάζει με τις δικές μας επιστροφές η τουλάχιστον αυτές που έχουμε στο μυαλό μας. Οι δικές μας είναι τοποθετημένες λίγο-πολύ σε μια νομικίστικη σχέση, σε μια αντίληψη που καλλιεργεί μάλλον τις συμφωνίες μεταξύ κυρίων που δεν αθετούν το λόγος τους, κατά τον ακόλουθο τρόπο: Λοιπόν, πατέρα, να τα συζητήσουμε, να δούμε τα πράγματα ψύχραιμα. Να δούμε σε τις φταις και σε τι φταίω. Να βρούμε ένα τρόπο συμβίωσης. Όχι ότι δεν μπορώ να ζήσω μακριά από σένα. Μπορώ, αλλά μια και είσαι πατέρας μου είπα να γυρίσω. Τώρα όμως πρέπει να μην επαναληφθούν τα ίδια.

Αυτή η επιστροφή είναι η κόλαση της λογικής και της δικαιοσύνης. Βλέπετε υπάρχει παραμονή στο σπίτι που είναι περιπλάνηση σε χώρα μακρινή. Υπάρχει επιστροφή που είναι μεγαλύτερη απομάκρυνση από το σπίτι.

Δεν γνωρίζω πόση σχέση έχει ο καθένας μας με τον πατέρα και το νεώτερο γιο. Αυτό όμως που γνωρίζουμε όλοι είναι, ότι μπορούμε να γυρίσουμε στον Πατέρα μας, γιατί εκείνος είναι η ζωή, η επικύρωση της αξιοπρέπειάς μας, η επανεύρεση της ανθρωπιάς μας. Γι' αυτό, σύμφωνα με το λόγο του Εκκλησιαστή, μας λέγει: "Υιε μου δος μου την καρδιά σου. Όλα τα άλλα θα στα δώσω εγώ".

Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2010

Ο ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΑΣ *

Ομιλία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. ΚΟΣΜΑ
στην εκδήλωση για την εορτή των Τριών Ιεραρχών, του τοπικού παραρτήματος
της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων Νομού Αιτωλοακαρνανίας
Παπαστράτειο Μέγαρο Αγρινίου – 30 Ιανουαρίου 2006




Σήμερα συναντάται η Ορθοδοξία και η Παιδεία.

Η Ορθόδοξος Εκκλησία μας, η μεγάλη Μητέρα μας προβάλλει και προσφέρει στην Παιδεία τρία γνήσια παιδιά της, τρία πρότυπα παιδαγωγών, τρεις άγιες και ιερές μορφές, τρεις οικουμενικούς διδασκάλους, και η παιδεία δέχεται με ευγνωμοσύνη και χαρά τα πολύτιμα διδάγματά τους.

Έρχεται στο νου μου, αγαπητοί, η φωνή του προφήτου Ησαΐου: «Οι διψώντες πορεύεσθε εφ’ ύδωρ … και έσται η άνυδρος εις έλη και εις την διψώσαν γην, πηγή ύδατος έσται».

Οι Τρεις Ιεράρχαι έχουν ποταμούς σοφίας οι οποίοι «την κτίσιν πάσαν καταρδεύουσιν»και την παιδεία μας μπορουν να μεταμορφώσουν.

Να το ομολογήσουμε. Δεν είναι οι όποιοι άνθρωποι. Είναι οι σοφοί, οι πανεπιστήμονες, οι οξύτατες διάνοιες, οι χαρισματούχοι άνθρωποι αλλά και οι άγγελοι επί γης. Οι καθαρότατοι, οι πνευματέμφοροι, οι κινούμενοι από την έμπνευσι του Αγίου Πνεύματος, τα στόματα του Θεού.
Αν αληθινά διψάμε για μία σωστή, αληθινή, αλάθητη παιδαγωγία των νέων μας, ας κάνουμε ένα αποφασιστικό βήμα να τους πλησιάσουμε, να τους γνωρίσουμε, να τους ακούσουμε, να τους κάνουμε οδηγούς μας. Νομίζω πως τότε η σημερινή μέρα θα μείνη ιστορική και για τους αγωνιστάς παιδαγωγούς αυτής της ευλογημένης περιοχής μας και για τα παιδιά μας.

Τα όσα θα ειπωθούν, αγαπητοί, στη συνέχεια, λόγια όχι θεωρητικά τόσο και επιστημονικά, αλλά λόγια της καρδιάς και εμπειρίας από την μικρή διακονία μας στο χώρο της νεότητος, θα παρακαλέσω να μην παρεξηγηθούν. Ίσως σε μερικά σημεία να είμαι περισσότερο ειλικρινής και ολιγώτερο ευγενής.

Οι άγιοι τρεις Ιεράρχαι, αληθινοί παιδαγωγοί, μας προβάλλουν και μας γνωρίζουν την αληθινή παιδεία, το μεγάλο σκοπό της παιδείας, την σπουδαιότητα της αγωγής. Δίνουν προτεραιότητα στο θέμα της αγωγής και στη σπουδαιότητά της, διότι κατά τον ι. Χρυσόστομο «Της τέχνης ταύτης ουκ έστι μείζων τι γαρ ίσον του ρυθμίσαι ψυχήν και διαπλάσαι διάνοιαν; Πάντα ημίν δεύτερα έστω της προνοίας των παίδων».

Και οι τρεις Πατέρες εξαίρουν την σπουδαιότητα της διαπαιδαγωγήσεως της νεότητος. Ο Μ. Βασίλειος λέγει: «Εύπλαστον έτι ούσαν και απαλήν την ψυχήν και ως κηρόν εύεικτον, ταις των επιβαλλομένων μορφαίς ραδίως εντυπουμένην, προς πάσαν αγαθών άσκησιν ευθύς εξ ἀρχῆς ανάγεσθαι χρη». Επιβεβαιώνει δε ο ι. Χρυσόστομος με τα εξής: «Αν εις απαλήν ψυχήν εντυπωθή τα καλά διδάγματα, ουδείς αυτά εξελείν δυνήσεται».

Εις τους λόγους και τα έργα των αγίων τριών Πατέρων διαφαίνεται το απαραίτητον της αγωγής. Ο άνθρωπος επλάσθη κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν του Θεού. «Το μεν κατ’ εικόνα», λέγει ο Μ. Βασίλειος, «φύσει δέδοται ημίν. Το δε καθ’ ομοίωσιν εκ προαιρέσεως και οίκοθεν κατορθούμεν ύστερον, δια της αρίστης πολιτείας και των περί τα καλά πόνων». Στην τελείωση μας βοηθεί να φθάσουμε το λογικό μας, το οποίο προωθεί τον άνθρωπον να εκλέγει το αγαθό. Ακριβώς στη δημιουργία αυτής της καλής προαιρέσεως συμβάλλει η αγωγή.

Η παραμέληση της αγωγής, είναι καταστρεπτική για τους αγίους τρεις Ιεράρχας. Αυτό πιστοποιεί ο ι. Χρυσόστομος με τα λόγια του: «Τούτο εστί ο την οικουμένην ανατρέπει πάσαν, ότι των οικείων αμελούμεν παιδίων…». Την ηθική και την κοινωνική ακαταστασία ο ι. πατήρ την αποδίδει στην έλλειψη της αγωγής.

Όσον αφορά στο σκοπό της αγωγής και οι τρεις μεγάλοι φωστήρες ξεκινούν από μία αλήθεια και μία αρχή. Ο παιδαγωγός δεν έχει εμπρός του μόνο σώματα, σωματικούς οργανισμούς. Δεν έχει μόνον ένα νου, ένα λογικό, το οποίο καλείται να γεμίσει με γνώσεις. Έχει εμπρός του άνθρωπο, ανθρώπους. Και ο άνθρωπος κατά τη χριστιανική ανθρωπολογία, καλύτερα κατά την αποκαλυφθείσα θεία αλήθεια δεν είναι μόνο σώμα αλλά και ψυχή. Είναι ψυχοσωματική οντότητα. Είναι εικόνα Θεού. Και το κάθε παιδί που έχει εμπρός του ο παιδαγωγός είναι «Θεός κεκελευσμένος», είναι το ον που έλαβε την εντολή να γίνει Θεός.

Οι τρεις Ιεράρχες ήσαν γνώσται και βαθείς μελετηταί της θύραθεν παιδείας και άλλων θεωριών και φιλοσοφικών συστημάτων. Ήσαν πανεπιστήμονες. Εγνώριζαν όμως καλά ότι τα φιλοσοφικά συστήματα και η εν γένει ανθρωπίνη γνώσις, ερευνούν για να εύρουν την αλήθεια, ενώ η θεία πραγματικότητα είναι αποκάλυψις της αληθείας, της μόνης και σωζούσης αληθείας.
Σύμφωνα με την αποκαλυφθείσα, λοιπόν, αλήθεια, ο άνθρωπος έχει θεία καταγωγή και προορισμό ουράνιο. Κατά συνέπεια ο σκοπός της αγωγής είναι να καταστήσει τον άνθρωπο αντάξιο της καταγωγής του και του θείου προορισμού του. Κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο η αγωγή είναι «επιστήμη επιστημών» και έχει σκοπό να δώση στην κοινωνία καλούς χριστιανούς. Ο άγιος Βασίλειος εφιστά την προσοχή και λέγει ότι «εάν παρίδουμε την θεία καταγωγή θα ομοιάσουμε με τα κτήνη. Σύνες σεαυτού της τιμής», λέγει, «ίνα μη παρεικασθής τοις ανοήτοις κτήνεσι». Και ο ιερός Χρυσόστομος συμπληρώνει: «Οι εκ των ανθρώπων περιφρονούντες τα θεία λόγια, ουδέ άνθρωποι είναι δύνανται. Ως άνθρωπος δεν δύναται να χαρακτηρισθή ο τρεφόμενος δια άρτου και έχων φωνήν ανθρώπου αλλ’ ο έχων ψυχήν ανθρώπου, και διάθεσιν ψυχής».

Πάλι ο ιερός Γρηγόριος Θεολόγος απαιτεί «την της εικόνος τήρησιν και την προς το αρχέτυπον εξομοίωσιν». Έχοντας υπ’ όψει ο Μέγας Βασίλειος το μεγαλείο της ψυχής προτρέπει και τον παιδαγωγό: «υπερόρα σαρκός παρέρχεται γαρ, επιμελού ψυχής πράγματος αθανάτου». Και συνεχίζει: «Φρόντιζε εκατέρω διανέμειν το πρόσφορον, σαρκί μεν διατροφάς και σκεπάσματα, ψυχής δε δόγματα ευσεβείας, αρετής άσκησιν, παθών επανόρθωσιν…». Και ο ιερός Χρυσόστομος συμπληρώνει: «Άσκησον του παιδός την ψυχήν. Ταύτης γαρ ουκ ούσης αγαθής, ουδέν όφελος αυτώ των χρημάτων».

Για μία σωστή αγωγή ο Μέγας Βασίλειος διακρίνει δύο είδη παιδείας. Αφ’ ενός την «βλαβεράν παιδείαν» όπως λέγει, η οποία εξαντλείται στην αποκλειστική εξέταση των τυχόντων μαθημάτων (δική του ορολογία), και αφ’ ετέρου στην ωφέλιμη παιδεία των «χρησιμωτάτων» που ασχολείται με τη σπουδή της περί Θεού γνώσεως. Για να μπορέση ο παιδαγωγός να φθάση στην δευτέρα και να μην επαναπαυθή στην πρώτη, είναι ανάγκη να φθάση στην επίγνωσι της αληθινής παιδείας την οποία όπως λέγει, δεν έχουν «όσοι καταγηράσαντες εν τη των ματαίων ερεύνη, της περί Θεού γνώσεως κατημέλησαν».

Αληθινή παιδεία, λοιπόν, κατά τους αγίους Πατέρες μας, είναι η γνώσι του θελήματος του Θεού, όπως αποκαλύπτεται μέσα στην Αγία Γραφή και η συμμόρφωσις του παιδαγωγημένου με την θεία αλήθεια. Αυτή η γνώσις του θελήματος του Θεού, θα βοηθήση τον μαθητή να μην έρπη στη γη, να βλέπη τα άνω, να γνωρίση τον προορισμό του, το σκοπό της ζωής του, θα τον βοηθήση να συνειδητοποιήση ότι πρωτεύοντα σημασία έχει το αιώνιο και όχι το πρόσκαιρο, το υλικό, θα μάθη να θεωρή σαν τέλειο αγαθό εκείνο που καλλιεργή τον έσω άνθρωπο, ο,τι τον πληρώνη με θεία Χάρι και ευτυχία, ο,τι τον αγιάζη.

Ακόμη η γνώσι του θελήματος του Θεού θα βοηθήση τον νέο, τη νέα, να καθαίρωνται από τις κηλίδες, τις αδυναμίες και τα πάθη και να καλλιεργούν αρετές. «Φρόντισε να παραδώσης την ψυχή του παιδιού στο Θεό, και αυτό πρέπει να το θεωρής ως μοναδική Παιδεία» συμβουλεύει ο αγ.Γρηγόριος ο Θεολόγος. Και ο ι. Χρυσόστομος διακυρύσσει: «Η Παιδεία μετάληψις αγιότητος εστί». Εδώ οφείλουμε να κάνουμε μία διευκρίνησι. Όταν μιλάμε για θρησκευτική αγωγή κατά τους τρεις Ιεράρχας δεν σημαίνει ότι οι αγ. Ιεράρχαι αποδέχονται οποιαδήποτε αγωγή θρησευτικής φύσεως. Μιλάμε για την ορθόδοξο αγωγή. Αυτή έζησαν και εδίδασκον οι άγιοι τρεις Ιεράρχαι.

Σήμερα, αγαπητοί, υπέρ ποτέ άλλοτε χρειαζόμαστε παιδιά καλλιεργημένα μέσα στο βίωμα της ορθοδοξίας. Μπορεί να υπάρχουν θρησκευτικά παιδαγωγικά συστήματα προερχόμενα από την Δύσι. Δεν έχουν όλα αυτά το άρωμα της ορθοδοξίας. Έχουν ανθρωποκεντρισμό. Δεν έχουν τον Θεάνθρωπο, την Χάρι του, τον αγιασμό του ανθρώπου.

Σήμερα εμείς που έχουμε τον θησαυρό της Ορθοδοξίας και την σοφία της Ελληνικής Παιδείας αντιγράφουμε τον ευρωπαϊκό πολιτισμό ο οποίος βρίσκεται σε αβυσσαλέα ένδεια και παρακμή, σε σύγχυσι και αποσύνθεσι. Θέλουμε να γίνουμε πολιτισμένοι προσκυνούντες τον ευρωπαϊκό ολοκληρωτισμό, την τεχνοκρατική δικτατορία της Δύσεως αρνούμενοι τον ελληνορθόδοξο αληθινό πολιτισμό μας. Μας ελέγχει όμως ο Ντοστογιέφσκυ «Αυτό το λαό που επιθυμείτε τάχα να εκπολιτίσετε με την συνεργία των ψευδαισθήσεων της Ευρώπης είναι περισσότερον πολιτισμένος από σας και αυτό έγινε από τον ίδιο το Χριστό του οποίου υπάρχει πιστός μαθητής».

Πόσο αλήθεια η Παιδεία μας οφείλει να ζητήση με πάθος την Ορθόδοξη Παράδοσί μας και την γνησία ελληνικότητά μας που να την εμπνεύση στα νειάτα! Ίσως κάποιοι να θεωρούν υπερβολή την σημασία που απέδωκαν οι τρεις Ιεράρχαι στη θρησκευτική αγωγή. Θα περάσουν 15 περίπου αιώνες και θα απαντήση ο φιλόσοφος Καντ: «Όπισθεν της αγωγής ευρίσκεται πάντοτε το μέγα μυστικό της τελειοποιήσεως της ανθρωπίνης φύσεως», δηλαδή το «καθ ὁμοίωσιν» με άλλες λέξεις.

Εδώ κρύβεται αγαπητοί, η αιτία της ταλαιπωρίας και της δοκιμασίας της συγχρόνου αγωγής. Την αληθινή παιδεία και το σκοπό της όπως τον διδάσκουν, όπως τον έζησαν και τον ομολογούν οι τρεις Ιεράρχαι, εμείς σήμερα δεν τον αποδεχόμαστε. ‘Η είμαστε αρνητικοί, ή στεκόμαστε με σκεπτικισμό και επιφυλάξεις, ή μειδιούμε και ειρωνευόμαστε όταν εύρισκόμεθα εμπρός στη φωνή των αγίων Ιεραρχών. Παρ’ ό,τι οι νόμοι καλούν την εκπαίδευσι να έρχεται αρωγός των μαθητών για να κάνουν κτήμα τους τα γνήσια στοιχεία της Ορθοδόξου Χριστιανικής Παραδόσεως, στην πράξι άλλα προβάλλονται και επιδιώκονται.

Η παιδεία μας σήμερα εν πολλοίς στους «μοντέρνους» καιρούς μας, επιδιώκει να κάμη πολίτες απελευθερωμένους και δημοκρατικούς, εραστές της τεχνοκρατίας και στελέχη επιχειρήσεων.
Παρά τις συνταγματικές και νομικές επιταγές περί του σκοπού της παιδείας μας, παρατηρείται ανεμπόδιστη υποβάθμιση και όχι σπάνια καταπολέμησι και διασυρμός των Ελληνορθόδοξων Παραδόσεών μας, της Πίστεως στο Θεό, στα ανώτερα ιδανικά της ζωής, υποβάθμιση του μαθήματος των Θρησκευτικών και νόθευσις της γνησίας Ιστορίας μας. Ίσως ουδέποτε στην Ιστορία μας δοκιμάστηκε τόσο, η Ορθοδοξία και η Ελληνορθόδοξος Παράδοσις μέσα στην παιδεία μας, όσο τις τελευταίες δεκαετηρίδες.

Ναι καταρτίζουμε λογίους και τεχνικούς, δεν παρέχουμε όμως τη γνώσι της ζωής και του ανθρώπου. Ανθούν ίσως οι τεχνοκρατικές και ηλεκτρονικές επιστήμες αλλά μαραίνονται οι άνθρωποι, τα παιδιά μας. Ανεβαίνει το βιωτικό επίπεδο γίνονται ίσως πιο έξυπνα τα παιδιά μας, όμως πέφτει το ποιόν του ανθρώπου και τα παιδιά μας είναι έξυπνοι γέροντες σωματικά, από τα εφηβικά τους χρόνια.

Αυτά τα αποτελέσματα έχει η αντορθόδοξη Παιδεία, τα μηδενιστικά και λαϊκιστικά κηρύγματα, η απελευθέρωσι από τα ταμπού της Ορθοδοξίας, όπως λένε, η τροφή της νεότητος με υποπροϊόντα της υπόπτου κουλτούρας. Νέοι αποθέμενοι το «αιδείσθαι και φοβείσθαι ευθύς εμπίπλανται αναγωγίας».

Το βλέπουμε, το ζούμε, αγαπητοί. Ο άνθρωπος είναι ο ελεεινότερος των ανθρώπων όταν η ζωή του δεν υπερβαίνει τον εαυτό του, όταν δεν έχει αυτογνωσία, όταν δεν γνωρίζει τα πάθη του, τις αδυναμίες του και δεν αγωνίζεται να ελευθερωθή απ’ αυτά, όταν δεν ξέρει ν’ αγαπά τον συνάνθρωπο, όταν δεν έχει σκοπό άγιο στη ζωή του. Εκεί οδηγήσαμε τους νέους και τις νέες χωρίς την ορθόδοξο Παιδαγωγία των αγίων Τριών Ιεραρχών.

Επιτρέψατε μου ένα παράδειγμα:
Ρωτήσαμε κάποτε τον ειδικό καθηγητή, ιατρό κ. Αβραμίδη, για τα ναρκωτικά:
- «κ. Καθηγητά, γνωρίζετε ένα νέο ή μία νέα που να έχουν συνειδητή εκκλησιαστική, μυστηριακή ζωή και να έγιναν θύματα των ναρκωτικών»;
Μας απήντησε:
- «Όχι, δε γνωρίζω! Γνωρίζω όμως πολλούς και πολλές ναρκομανείς, που όταν γνώρισαν και έζησαν συνειδητά το Χριστό, αποτοξινώθηκαν τελείως. Χωρίς να πάνε σε ειδικές θεραπευτικές μονάδες».
Αυτή είναι η κατά Χριστόν παιδεία των νέων μας!

Μέσα σ’αυτή την ανεμοθύελλα και την ανησυχία οι τρεις Ιεράρχαι έρχονται οδηγοί και αρωγοί. Το πρόβλημα δεν θα το λύσουν, όπως λένε, τα αλεπάλληλα παιδαγωγικά συστήματα αλλά οι αληθινοί, οι φωτισμένοι, οι αγωνισταί, οι ομολογηταί παιδαγωγοί. Στον παιδαγωγό στρέφονται, του μιλάνε οι άγιοι Ιεράρχαι, τον μεταμορφώνουν, τον σοφίζουν, τον ενισχύουν και εκείνος με τη σειρά του θαύματα μπορεί να κάνη.

Μέσα στο απρόσωπο περιβάλλον που δημιούργησε η σημερινή κοινωνία των καταναλωτικών αγαθών, μέσα στην ψυχική απομάκρυνση, των «τηλεκατευθυνομένων» ανθρώπων, το πρόβλημα της αληθινής ορθοδόξου παιδαγωγίας είναι θέμα προσώπων.

Χρειάζονται πρόσωπα τα οποία ο εν Χριστώ αγιασμός ανακαίνισε και έκανε καινούς ανθρώπους, πληρωμένους με ιδανικά και οραματισμούς, με χάρι Θεού. Αυτά τα πρόσωπα θέλουν οι Τρεις Ιεράρχαι παιδαγωγούς.

Ο Φαίδων Κουκουλές, καθηγητής πανεπιστημίου και ακαδημαικός, ενδιατρίψας ιδιαιτέρως στα συγγράμματα των Τριών Ιεραρχών συνοψίζων τις γνώμες των για τον αληθινό παιδαγωγό γράφει: «ο παιδαγωγός ως καλούμενος να ρυθμίση τας ψυχικάς του παιδός δυνάμεις, έδει να έχη γνώσεις της ψυχολογίας, να κατέχει τας γραφάς, να είναι θεοφιλής, αμνησίκακος, ακενόδοξος μηδέν Θεού προτιμών. Επίσης πρέπει να έχη της διδασκαλίας το χάρισμα, ίνα διασαφηνίζη τα διεστραμμένα. Επάναγκες να έχη κύρος ίνα ευπαράδεκτα γίνωνται όσα λέγει. Σωτήριον είναι να πιστεύουν οι παίδες εις τον διδάσκαλο. Όταν ευκλεής είναι ούτος, τότε ευπειθείς έχει τους μαθητάς».

Κατά τον Μέγαν Βασίλειον ο παιδαγωγός να είναι «αρχέτυπον βίου και νόμος έμψυχος καν κανών αρετής». «Αρίστη διδασκαλία είναι», κατά τον άγιον Πατέραν, «όταν τις έργω και ουχί λόγω διδάσκη».

Ο παιδαγωγός, κατά τον ιερόν Χρυσόστομον, είναι πνευματικός άρχοντας. Το αξίωμα του παιδαγωγού είναι μέγα και θαυμαστόν που μεταγγίζει στους μαθητάς του «το καλώς ζην». Και για να επιτύχει στο σκοπό του ο παιδαγωγός «πρέπει να υπερέχη ( από τους μαθητάς του) όχι στις τιμές αλλά στις αρετές. «Το αρχέτυπον του βίου αυτός έστω» αναφωνεί ο Χρυσορρήμων Πατήρ. Μόνον ένας τέτοιος παιδαγωγός, μπορεί να παιδαγωγήση τον εκρηκτικό έφηβο.

Επισημαίνουν ότι ποτέ άσχετοι, χωρίς προσωπική καλλιέργεια, δεν πρέπει να πειραματίζωνται την ψυχήν των παιδιών και την παιδαγωγία τους. «Τίνα έχει λόγον τη δια λόγου θεραπεία τους τυχόντας επιτιδάν και το μικρότατον παροφθέν, μεγίστη την ζημίαν» λέει ο Μ. Βασίλειος. Ο ίδιος Πατήρ επιμένει στο προσωπικό παράδειγμα και την αναγκαιότητα, του να ζη την αρετήν ο παιδαγωγός και ομολογεί. «Και πολλών μεν ακήκοα λόγων ψυχοφελών• πλην παρ οὐδενί των διδασκάλων εύρον αξίαν των λόγων, την αρετήν.

Οι Τρεις Ιεράρχαι ζητούν από τον αληθινό παιδαγωγό να είναι πνευματικός πατέρας». «Ο γαρ παρά τινος την μόρφωσιν της ευσεβείας δεχόμενος, ούτος οιονεί διαπλάττεται παρ’ αυτού, και εις σύστασιν άγεται, ώσπερ και υπό της κυοφορούσης τα εν αυτή δαμορφούμενα βρέφη», σημειώνει ο Μ. Βασίλειος. «Ουδέν ούτω προς διδασκαλίαν επαγωγόν, «ως το φιλείν και φιλείσθαι», συμπληρώνει ο Ι. Χρυσόστομος. Τίποτε δεν προσελκύει το μαθητή περισσότερο, από του να αντιλαμβάνεται ότι ο παιδαγωγός του τον αγαπά ειλικρινά.

Ζητούν από τον παιδαγωγό οι τρεις μεγάλοι διδάσκαλοι χρηστότητα, γλυκύτητα, προσήνεια και ταπεινοφροσύνη, ευσπλαγχνία και ανεκτικότητα, υπομονή και μακροθυμία. Η αγάπη και τα σωτήρια αποτελέσματά της θα εδραιωθούν όταν στην ορμητικότητα και την επανάστασι των νέων, ο παιδαγωγός αντιτάξη την ταπείνωσι, την πραότητα και την υπομονή. Ο ι. Χρυσόστομος λέει ότι ο έφηβος έχει το πείσμα του όνου, την ορμητικότητα και την επαναστατικότητα του αφηνιασμένου αλόγου τον παρομοιάζει με βαρυχειμωνιά που ενέκυψε και ο κυβερνήτης του πλοίου αδυνατεί να αντιμετωπίση. Οι έφηβοι ζουν μέσα στη μέθη των ηδονών, στην τρικυμία των παθών και στην απάτη των φαντασιώσεων.

Σ’αυτες τις περιπτώσεις επειδή ο νέος δεν είναι σε θέσι να εκλέγξη τις πράξεις του, οι άγιοι τρεις ιεράρχαι συνιστούν ειρήνη και ησυχία στην καρδιά του παιδαγωγού.

«Πρόσεξε», λέει ο ι. Χρυσόστομος, «θέλει ο Θεός να βρίσκεται η καρδιά μας σε κατάστασι γαλήνης και ησυχίας, η σκέψι μας, να είναι ατάραχη, να φερώμαστε με καλωσύνη.

Ακόμη και αν είναι έμπειρος ο παιδαγωγός αν δεν κρατάη στα χέρια του αυτό το πηδάλιο της ειρήνης, θα καταποντίση το σκάφος και τους ταξιδιώτες, επί του προκειμένου, το σχολείο και τους μαθητάς.

Μας θυμίζουν αγαπητοί αυτά τα λόγια του ιερού Πατρός όσα έλεγε τελευταία ο άγιος γέροντας π. Πορφύριος: «Το παιδί όταν αντιμετωπίζη ένα χολωμένο και οργισμένο δάσκαλο, αισθάνεται σαν να του έδωσαν μία γροθιά στο στομάχι…» «θρασύτης ου θρασύτητι, άλλ’ επιείκεια σβέννυται», λέει ο ιερός Χρυσόστομος, «και επιείκεια πάσης βίας δυνατοτέρα».

Αυτή η ειρηνική κατάστασι της καρδιάς και της συμπεριφοράς του παιδαγωγού, θα καλλιεργήσουν την αγάπη η οποία είναι τόσο αναγκαία για την αληθινή παιδαγωγία.

«Μη νομήσης» συμβουλεύει πάλι ο ιερός Χρυσόστομος, «ότι η τιμωρία απαιτεί σκληρότητα και απανθρωπία, αλλά άκρα ηπιότητα, αρίστη μέθοδο θεραπείας πολλή προστατευτική φροντίδα και αγάπη».

Αυτό υπογραμμίζει και ο Μ. Βασίλειος όταν σημειώνει: «Πατρική μεν ευσπλαγχνία, λόγω δε επιστημονικώ, τα αμαρτήματα των νέων επανορθούσθαι δει».

Και πάλι ο ιερός Χρυσόστομος τονίζει ότι οι παιδαγωγοί οφείλουν να υπερβάλλουν στη φιλοστοργία, τους φυσικούς πατέρας και να είναι θερμότεροι απ αὐτούς.

«Είναι μεγάλος δάσκαλος», λέει, «η αγάπη γιατί είναι ικανή και από την πλάνη να απομακρύνη και τη συμπεριφορά να διορθώση και σε φιλοσοφημένη ζωή να οδηγήση… και από τους λίθους να κατεργασθή ανθρώπους».

Οι άγιοι, μεγάλοι παιδαγωγοί μας, ζητούν από τον παιδαγωγό να αποφεύγη και τις διακρίσεις. Όλα τα παιδιά μας είναι άνθρωποι αδελφοί, εικόνες Θεού.

Μας θυμίζουν μ’αυτή τη θέσι τους την ευλογημένη εμπειρία του γεροντικού η οποία συμβουλεύει: «Όταν βλέπεις τον αδελφό σου να έρχεται, να τρέξης να τον προσκυνήσεις. Γιατί δεν προσκυνάς τον άνθρωπο, αλλά το Θεό… Είδες τον αδελφό σου, είδες τον Κύριο τον Θεόν σου».

Αν το ερώτημα αυτό «είδες τον μαθητή σου είδες τον Κύριό σου, τον Θεόν σου», το προσέχαμε σήμερα, πόσο διαφορετική θα ήταν η παιδεία μας!

Από την αγάπη του ο Μ. Βασίλειος, για τον παιδαγωγούμενο, εισέρχεται στη λεπτομέρεια ίσως και της προσωπικής διακριτικής και καθαράς βέβαια αλληλογραφίας.

Το γραπτό, λέει, μπορεί να αποκαλύψη καθαρώτερα την εικόνα του εσωτερικού της ψυχής του γράφοντος παιδαγωγού, και να ωφελήση.

Ακόμη οι άγιοι Πατέρες επιμένουν στην αρτία προσωπική κατάρτισι του παιδαγωγού.

«Δίδαξον εαυτώ πρώτον», λέγει ο ιερός Χρυσόστομος.

«Οι ημιμαθείς και θρασείς διδάσκαλοι, είναι αξιοκατάκριτοι», λέει ο άγιος Γρηγόριος και συνεχίζει: «Το δε παιδεύειν άλλους, επιχειρείν πριν αυτούς ικανώς παιδευθιήναι, λίαν μοι φαίνεται ανοήτων η τολμηρών˙ ασυνέτων μεν ει μηδέ αισθάνοιντο της εαυτών αμαθείας, θρασέων δε, ει και συνιέντες κατατολμούσι του πράγματος».

Κλασσικόν άλλωστε είναι εκείνο που τονίζει ο άγιος Γρηγόριος και ισχύει πρώτον για μας τους κληρικούς αλλά και τους παιδαγωγούς. «Καθαρθήναι δει πρώτον και είτα καθάραι• σοφισθήναι και ούτω σοφίσαι, γενέσθαι φως και φωτίσαι».

Έναν τέτοιον παιδαγωγόν συνιστούσε ο ιερός Χρυσόστομος στους γονείς όταν έλεγε: «Ζήτησαν άνδραν ενάρετον κακείνου μάλιστα το παν επίτρεψον, ώστε συναντιλαβέσθαι του έργου της διαπαιδαγωγήσεως του τέκνου σου».

Αυτούς τους παιδαγωγούς ο ιερός Χρυσόστομος τους έθετε πάνω και από τους γονείς.

«Δια τούτο διδασκάλους μάλλον των Πατέρων επιζητείν δει και ποθείν δια τούτων μεν το ζην, δι’εκείνων δε το καλώς ζην».

Επιγραμματικά να αναφέρουμε και κάποιες παιδαγωγικές αρχές των τριών μεγάλων φωστήρων.

Να μη προσφέρουμε αλληλοσυγκρουόμενα και αντιτιθέμενα μαθήματα στα παιδιά μας.

Η παιδεία να προσφέρεται πολύ νωρίς στα παιδιά, όταν η ψυχή τους είναι απαλή και εύπλαστη.

Να συνηθίση ο παιδαγωγός να προσφέρη δια της ορθής αγωγής όχι μόνο θεωρητική διδασκαλία, αλλά και πασών αγαθών άσκησιν.

Η διδακτέα ύλη να περιλαμβάνη πρώτον την μελέτην της κτίσεως μέσα στην οποία ο Θεός «κατέλιπεν εν πάσιν ημίν των οικείων θαυμάτων εναργή τα υπομνήματα» και την μελέτη των έξωθεν λόγων των συγγραμμάτων των εθνικών ποιητών, λογοποιών, ρητόρων, «όταν βέβαια μέλλη προς την της ψυχής επιμέλειά τις έσεσθαι».

Ιδιατέρως όμως διακηρύσσουν ότι πρέπει να διδάσκουν την Αγ. Γραφή στα παιδιά μας η οποία οφείλει να συνοδεύει τον άνθρωπο δια βίου. Και πρότυπα αγίας ζωής να προβάλλουν οι παιδαγωγοί, για να αντιγράφουν βιβλικές, άγιες μορφές τα παιδιά μας.

Ιδιαιτέρως να προβάλλουν την παναγία μορφή του Κυρίου και των Αποστόλων.

«Οι άγιοι» λένε, «ενσαρκώνουν τις χριστιανικές αρετές και αναδείχθηκαν οιονεί αγάλματα τινά κινούμενα και έμπρακτα» νέα πρότυπα ιδεώδους ανθρώπου. Η διδασκομένη ύλη να δίνεται σταδιακά και να είναι ανάλογη προς την ηλικία.

Ανάμεσα από κάθε διδασκαλία να μεσολαβή χρονικό διάστημα για να χωνέψη ο μαθητής τα διδασκόμενα. Η διδασκαλία οφείλει να γίνεται μετά τέρψεως και χαράς και όχι με βιαιότητα.
Να εμπνέεται, συνιστούν, στο παιδί αγάπη προς την μάθηση, για να αναλάβη με προθυμία τους κόπους της μαθήσεως.

Και το σπουδαιότερο. Οι τρεις άγιοι Ιεράρχαι προχωρούν. Κάθε προσπάθεια παιδαγωγική διακηρύσσουν είναι ματαία αν δεν έχει την ευλογία του ουρανού. Μιλάνε εκφράζοντας την εμπειρία τους.

Γι’αυτό συνιστούν στον παιδαγωγό να οδηγήση τον εαυτό του και τα παιδιά στην προσευχή και τα μυστήρια. «Δει καν συμβουλής και ευχής», λέει ο ιερός Χρυσόστομος και συνεχίζει: «αυτό είναι το χαρακτηριστικό του αληθινού παιδαγωγού, να μη βοηθεί μόνο με τις συμβουλές του, αλλά και με τις προσευχές του». «Πάντα αφέντες παιδαγωγόν και παιδαγωγούμενον επί τον Θεόν δει καταφεύγειν».

Ο καλός παιδαγωγός, λέει ο άγιος Γρηγόριος, πρέπει να παιδεύει όχι μόνον με λόγους αλλά να ωφελή τους μαθητάς του και με τας προς τον Ύψιστον προσευχάς του και των μαθητών του τας προσευχάς.

Τι να πει δε κανείς για την Θεία Λειτουργία! Εκεί μέσα στον ορθόδοξο Ιερό Ναό ενώνεται κατά την τέλεσι του φρικτού μυστηρίου ο νέος με το Θεό. Εκεί όταν «ο βασιλεύς των βασιλευόντων και Κύριος των κυριευόντων προσέρχεται σφαγιασθήναι» δορηφορούμενος υπό αγγέλων, εκεί ο παιδαγωγούμενος μέσα στην ησυχία, στη σιγή την ουράνια ζει στιγμές ουρανού, ανεξίτηλες εμπειρίες. Και όταν με την άδεια του πνευματικού ο νέος ή η νέα συμμετέχουν στο μυστήριο και τρέφονται με το Πανάγιο Σώμα και το Αίμα του Κυρίου, ω τότε! Πως να μη γίνουν μιμηταί των τριών Ιεραρχών, στο καθήκον, στη φιλοπονία, στην αρετή, στη σοφία, στον αγιασμό.

Αλήθεια, πόσο εμείς έχουμε συνειδητοποιήσει και πιστέψει ότι η Θεία Χάρις κυρίως θα καλλιεργήσει και θα ολοκληρώσει τα παιδιά μας!

Κληρικοί, γονείς και εκπαιδευτικοί λόγω της υποτονικής πνευματικής μας ζωής δεν έχουμε προσέξει τον υπερφυσικό αυτό παράγοντα της προσευχής και της Θείας Χάριτος. Στηριζόμαστε περισσότερο στην πείρα μας, στην γνώσι μας, στις παιδαγωγικές μας γνώσεις και ολιγοπιστούμε, αδιαφορούμε για τη Θεία Χάρι, την εμποδίζουμε, ειρωνευόμαστε ακόμη.

Ζούμε συνεχώς σήμερα τέτοιες καταστάσεις. Αυτή όμως η αυτάρκεια και η έγωιστική μας αυτοπεποίθησι οδηγούν σήμερα την παιδεία μας σε αποτυχία, και τα παιδιά μας σε πολλά ατοπήματα.

Αγαπητοί, οι απλές αυτές σκέψεις, μας πιστοποιούν πως οι τρεις Ιεράρχαι με την υψηλή παιδεία τους, με τις σοφές ψυχολογικές και παιδαγωγικές παρατηρήσεις τους πρωτίστως όμως με την καθαρότητά τους, την προσευχή τους και την πνευματέμφορη ζωή τους αναδείχθηκαν οι μεγάλοι παιδαγωγοί. Οι παιδαγωγοί που φωνάζουν σε κάθε σύγχρονο παιδαγωγό.

Παιδαγωγέ μου, πάρε στα χέρια σου και στην καρδιά σου την Αγία Γραφή, την Ορθόδοξο Παράδοσι, τη Θεία Χάρι και παιδαγώγησε. Θαύματα θα γίνουν τότε.

Και συ παιδαγωγέ ζήσε ζωή φωτός και χάριτος. «Ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των μαθητών…».

Για να δουν τη φωτιά της καρδιάς σου, και την αγάπη σου, την σοφίαν σου και την ολοκληρωμένη σου ζωή και να μιμηθούν και οι μαθητές σου.

Ας ευχηθούμε έτσι να γίνει αγαπητοί


*
Δημοσιεύθηκε στο αφιέρωμα "ΝΕΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΕΚ-ΠΑΙΔΕΥΣΗ", του 3ου Τεύχους του Περιοδικού "ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ"

Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2010

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος – Ένας οραματιστής Αρχιεπίσκοπος

Δύο χρόνια από την κοίμησή του




Στις 28 Ιανουαρίου 2010, συμπληρώνονται δύο χρόνια από την κοίμηση του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρού Χριστοδούλου.

Με αφορμή αυτή την επέτειο, δημοσιεύουμε στη συνέχεια ένα μικρό αφιέρωμα στο πρόσωπο του μακαριστού Αρχιεπισκόπου.

Το αφιέρωμα αυτό περιλαμβάνει κείμενα που γράφτηκαν γι’ αυτόν, ομιλίες του, φωτογραφίες και βίντεο. Το μεγαλύτερο μέρος προέρχεται από τις επισκέψεις, που είχε πραγματοποιήσει ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος, στην Ιερά Μητρόπολη Αιτωλίας και Ακαρνανίας (στο Μεσολόγγι κατά τις ΕΟΡΤΕΣ ΕΞΟΔΟΥ του έτους 2006 και στο Αγρίνιο, στις 21 Δεκεμβρίου 2006, όταν τέλεσε το μνημόσυνο των 5 νέων που είχαν δολοφονηθεί στην περιοχή Λεύκα).

Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2010

Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος (1939 – 2008)

Ο Μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρός Χριστόδουλος Παρασκευαΐδης, γεννήθηκε στην Ξάνθη το 1939. Το 1962 έλαβε το πτυχίο της Νομικής και το 1967 το πτυχίο της Θεολογικής. Ήταν διδάκτωρ της Θεολογίας, πτυχιούχος της γαλλικής και αγγλικής γλώσσας, γνώστης δε της ιταλικής και γερμανικής γλώσσας.

Διάκονος χειροτονήθηκε το 1961 και πρεσβύτερος το 1965. Διετέλεσε επί 9 χρόνια ιεροκήρυκας και πνευματικός προϊστάμενος του Ι. Ν. Κοιμήσεως της Θεοτόκου (Παναγίτσας) στο Παλαιό Φάληρο, και επί 7 χρόνια Γραμματεύς της Ι. Συνόδου.


Εξελέγη Μητροπολίτης Δημητριάδος το 1974. Έλαβε μέρος σε πολλές εκκλησιαστικές αποστολές στο εξωτερικό. Συνέγραψε πλήθος επιστημονικών και εποικοδομητικών κειμένων. Αρθρογράφησε στον εκκλησιαστικό τύπο και σε εφημερίδες.


Το 1998 εξελέγη υπό της σεπτής Ιεραρχίας Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος.



Απόσπασμα από τον Ενθρονιστήριο Λόγο του (9 Μαΐου 1998)


Ανάμεσα στις δημοσιεύσεις του ξεχωρίζουν τα βιβλία «Ελληνισμός προσήλυτος. Η μετάβαση από την αρχαιότητα στον χριστιανισμό», όπου ερμηνεύει πως επέτυχε ο χριστιανισμός να επικρατήσει και να προσηλυτίσει Έλληνες και Ρωμαίους, και «Η ψυχή της Ευρώπης» ( αγγλική έκδοση: The European Psyche) όπου αναφέρεται στον ρόλο του χριστιανισμού κατά τη δημιουργία του ευρωπαϊκού κόσμου και τις προοπτικές του Ευρωπαίου ανθρώπου εάν ξεριζώσει την ταυτότητά του.

Η άνοδός του στον θρόνο του Προκαθημένου της Εκκλησίας της Ελλάδος στάθηκε αφετηρία αναβάθμισης της παρουσίας της Εκκλησίας στη σύγχρονη πραγματικότητα. Επί των ημερών του αναδιοργανώθηκαν οι Συνοδικές Επιτροπές και ιδρύθηκαν νέες, ώστε η Εκκλησία να παρακολουθεί και να παρεμβαίνει όπου και όποτε τούτο είναι αναγκαίο.

Υπό την ηγεσία του, προήχθη το έργο της Εκκλησίας στον κοινωνικό τομέα. Η ενίσχυση των υπαρχόντων και η ίδρυση νέων οργανισμών καλύπτουν τομείς όπως η βιοηθική, η μέριμνα για τους τοξικομανείς, η συμπαράσταση προς τους οικονομικούς πρόσφυγες, την κακοποιημένη γυναίκα, την άγαμη μητέρα, τα θύματα του trafficking, κλπ., συνοδεύτηκε από παρεμβάσεις που οδήγησαν στη δημιουργία δικτύου δεκάδων βρεφονηπιακών σταθμών για τη στήριξη της εργαζόμενης γυναίκας, τη μεθοδική στήριξη των πτωχών και πολύτεκνων οικογενειών κλπ. Η ίδρυση της Αλληλεγγύης Μ.Κ.Ο. της Εκκλησίας της Ελλάδος επέτρεψε τη σε μεγάλη κλίμακα παρέμβαση με ανθρωπιστική βοήθεια στην Ελλάδα και τον διεθνή χώρο –τη Μέση Ανατολή, την Αφρική, την Ασία και την Ανατολική Ευρώπη.

Σημαντικές προόδους σημείωσε και το έργο της Ι. Αρχιεπισκοπής Αθηνών με τα οργανωμένα συσσίτια για περίπου 3000 άτομα την ημέρα, τη δωρεάν παροχή καινούργιου ρουχισμού, την ίδρυση της «Στέγης Μητέρας», των Βρεφονηπιακών Σταθμών, των Στεγών Γερόντων, Κατακοίτων, Απροσαρμόστων παιδιών, τις δωρεάν ιατρικές και νομικές υπηρεσίες μέσω του «Κέντρου Στήριξης Οικογένειας» και της «Διακονίας», του Ιδρύματος Ψυχοκοινωνικής Αγωγής και Στήριξης.

Και στην επικοινωνία της Εκκλησίας τα πράγματα άλλαξαν. Όπως ελέχθη, «οδήγησε την Εκκλησία στον κόσμο της ψηφιακής εποχής», ιδρύοντας την υπηρεσία διαδικτύου στο οποίο εκτός από τους αμιγώς εκκλησιαστικής ύλης ιστοχώρους δημιούργησε το πρώτο διαδικτυακό πολιτιστικό κέντρο με ψηφιακή βιβλιοθήκη σε 9 γλώσσες, πινακοθήκη, μουσικοθήκη, και πύλη πολιτιστικών ειδήσεων στην ελληνική και αγγλική γλώσσα. Ιδρύθηκε ακόμη ιστοχώρος πολυμέσων, για οπτικοακουστικές μεταδόσεις.

Σημαντική υπήρξε η φροντίδα του Μακαριστού για τα ευρωπαϊκά θέματα. Επί των ημερών του ιδρύθηκαν η ad hoc Συνοδική Επιτροπή, η Αντιπροσωπία της Εκκλησίας της Ελλάδος στην Ευρωπαϊκή Ένωση με έδρα τις Βρυξέλλες, και ιστοχώρος αφιερωμένος στην προβολή και στήριξη των ταυτοτικών στοιχείων του ευρωπαϊκού πνεύματος.

Ο Μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρός Χριστόδουλος εκοιμήθη στην Αθήνα στις 28-01-2008, έπειτα από σκληρή μάχη για τη ζωή που έδωσε επί επτά μήνες με σθένος και υποδειγματική ψυχική δύναμη.





Ήταν ένας χαμογελαστός Αρχιεπίσκοπος

Του ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΧΟΛΕΒΑ , Πολιτικού επιστήμονος

Πολλά και συγκινητικά γράφονται και λέγονται αυτές τις ήμερες για τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χριστόδουλο. Και δικαίως. Προσωπικά θα ήθελα να συνοψίσω τις κρίσεις μου σε μια φράση: Ήταν ο Αρχιεπίσκοπος της ελπίδας. Όσο βρισκόταν εν ενεργεία μας χάριζε ελπίδα με τα λόγια του, τα έργα του, το χαμόγελο του. Όταν επί επτάμηνο βρέθηκε αντιμέτωπος με τα σοβαρά προβλήματα της υγείας του, μας δίδαξε υπομονή και πίστη στο Θεό. Με τα έργα του και με τα κείμενα του, με τα λόγια του και με την σιωπή του, με το χαμόγελο και με την περίσκεψη του, ο εκλιπών Ιεράρχης ήταν πηγή ελπίδας και αισιοδοξίας. Ήταν ο χαμογελαστός Αρχιεπίσκοπος, που βοήθησε με το χαμόγελο του τον μέσο Έλληνα να ξεπεράσει πιο εύκολα τα προβλήματα της καθημερινότητας.


Ο λόγος του επηρέαζε πολύ κόσμο. Συγκινούσε, προβλημάτιζε, προκαλούσε μερικές φορές έντονες αμφισβητήσεις. Άλλα οπωσδήποτε μιλούσε στην ψυχή μας. Ανεπιτήδευτα και χωρίς ιδιαίτερη προετοιμασία ο Χριστόδουλος κατόρθωνε να εκφράζει τους καημούς και τους προβληματισμούς του μέσου Έλληνα απλά και κατανοητά, με άριστο χειρισμό της Ελληνικής και με αναφορές στην επικαιρότητα, με βάθος παιδείας, αλλά χωρίς άχρηστη επίδειξη γνώσεων. Εμπλούτισε το λεξιλόγιο μας και απεδείκνυε καθημερινά την συνέχεια του ελληνικού γλωσσικού πλούτου. Γκρεμίζοντας τα τεχνητά τείχη μεταξύ λογίας και καθομιλουμένης κοσμούσε τον χειμαρρώδη λόγο του με φράσεις εκκλησιαστικές συνδυασμένες με λέξεις καθημερινές. Και τελικά πετύχαινε τον σκοπό του. Ήταν χαρακτηριστικό πρότυπο της ευρύτητας πού μπορεί να προσφέρει η ανθρωπιστική παιδεία, η οποία δυστυχώς αρχίζει να σπανίζει στις ημέρες μας.

Πίστευε στην αρμονική συνύπαρξη της παραδοσιακότητος με την ανανέωση. Από την μία πλευρά αγαπούσε την Ιστορία, την παράδοση, την εθνική μας κληρονομιά. Από την άλλη προώθησε την χρήση του Διαδικτύου στον εκκλησιαστικό χώρο. Θεσμοποίησε την ενασχόληση της Εκκλησίας της Ελλάδος με την Βιοηθική, έφερε την Ορθοδοξία πιο κοντά προς την Ευρώπη ανοίγοντας Γραφείο Αντιπροσωπείας της Εκκλησίας μας στις Βρυξέλλες. Μέσα στο αίμα του κυλούσε η προσφυγική καταγωγή της οικογενείας του από την Ανατολική Θράκη και έτσι ήταν ευαίσθητος δέκτης των εθνικών και πολιτιστικών ανησυχιών του Ελληνισμού.

Αγάπησε και με την καρδιά και με το μυαλό κάθε τι ελληνικό και κάθε τι πονεμένο. Γι’ αυτό είχε ξεχωριστή ευαισθησία για τις ακριτικές περιοχές του Ελληνισμού, όπως η Βόρειος Ελλάς και η Κύπρος. Είναι συμβολικό, νομίζω, το γεγονός ότι η τελευταία περιοδεία του, λίγο πριν εισαχθεί στο νοσοκομείο, ήταν στην Κεντρική Μακεδονία για να τιμήσει τα 100 χρόνια από τον μαρτυρικό θάνατο των Μακεδονομάχων Καπετάν Άγρα και Αντώνη Μίγγα.

Γνώριζε καλά τα σύγχρονα ρεύματα φιλοσοφικού και κοινωνικού προβληματισμού. Διάβαζε βιβλία και εφημερίδες στα αγγλικά και στα γαλλικά και έβλεπε με ανησυχία την ιδεολογική περιδίνηση της Ευρώπης μεταξύ ελπίδας και μηδενισμού, μεταξύ Χριστιανικών ριζών και αθεΐας, μεταξύ πνευματικών ανατάσεων και παρακμιακών φαινομένων. Γι' αυτό στάθηκε αυστηρός κριτής στις αρνητικές πτυχές της παγκοσμιοποίησης. Ήταν αντίθετος με την ισοπέδωση των εθνικών ταυτοτήτων. Δεν ήταν αντίθετος με την επικοινωνία των λαών και με τον διάλογο των πολιτισμών. Διεφώνησε με την διαγραφή του θρησκεύματος από τις ταυτότητες γιατί είχε διαβλέψει, μάλλον σωστά, ότι ήταν η απαρχή μιας σειράς μέτρων κατά της Εκκλησίας και της ελληνορθόδοξης συνιστώσας του πολιτισμού μας. Από την άλλη πλευρά πίστευε στην ειλικρινή επικοινωνία μεταξύ λαών και θρησκειών και δεν δίστασε - παρά τις αντιδράσεις - να συναντηθεί με δύο Πάπες. Ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος ήταν εκείνος ο οποίος μίλησε με παρρησία στον Πάπα Ιωάννη Παύλο για τις ευθύνες της Δύσεως στο θέμα των Σταυροφοριών, αλλά και στην χαίνουσα πληγή της ημικατεχομένης Κύπρου. Τουλάχιστον για το πρώτο ζήτημα απέσπασε μία ιστορική συγγνώμη.

Το αισιόδοξο μήνυμα του μακαριστού Αρχιεπισκόπου ήταν: Ναι, μπορεί το ελληνορθόδοξο Γένος μας να κρατήσει τις ρίζες του και την ταυτότητα του παρά τις σειρήνες της ισοπέδωσης, του υλισμού και του ευδαιμονισμού. Αγωνίσθηκε για να διαφυλάξουμε την «ελληνική ιδιαιτερότητα», όπως χαρακτηριστικά τόνισε ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος στον Επικήδειο του προς τον αοίδιμο Πρωθιεράρχη. Και αυτός ο αγώνας του εκτιμήθηκε θετικά από την πλειοψηφία των Ελλήνων.

Υπήρχαν, βεβαίως, και οι διαφωνούντες. Ορισμένοι κατηγόρησαν τον Χριστόδουλο ως «οικουμενιστή». Κάποιοι άλλοι τον κατηγόρησαν ως «εθνικιστή». Οι πολυτάλαντοι άνθρωποι εύκολα παρεξηγούνται και παρερμηνεύονται. Η ιστορία θα τον κρίνει. Εμείς ας σεβασθούμε τις παρακαταθήκες που μας άφησε και ας προσευχηθούμε για την ανάπαυση της ψυχής του:

Μακαριστέ Αρχιεπίσκοπε, σε ευχαριστούμε για την ελπίδα και το χαμόγελο που μας χάρισες!



ΠΗΓΗ: Αντίβαρο

180 έτη από την ΕΞΟΔΟ ΤΟΥ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ (1826-2006)

Εισηγητική ομιλία του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου,

κατά την εκδήλωση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, για την επέτειο των 180 ετών από την ΕΞΟΔΟ ΤΟΥ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ (1826 - 2006)


Μέγαρο Παλαιάς Βουλής - 10 Απριλίου 2006



Της «Εξόδου» το ανάγνωσμα ...

«Την ημέραν των Βαϊων έκαμαν γιουρούσι στο Μισολόγγι οι ήρωες του Μισολογγίου, σε τόσαις χιλιάδες ασκέρι, σε τόσα κανόνια, χαντάκια, καβαλλαριά. Εγλύτωσαν 2.000, και τα γυναικόπαιδα έγιναν θύμα. Μας ήλθε είδησις Μεγάλη Τετράδη, εις το δειλινό, που είχε παύσει η Συνέλευσις, και ήμεθα εις κάτι ίσκιους. Μας ήλθε είδησις ότι το Μισολόγγι εχάθη. Έτσι εβάλαμε τα μαύρα όλοι, μισή ώρα εστάθη σιωπή που δεν έκραινε κανένας, αλλά εμέτραε καθένας με το νου του τον αφανισμό μας»¹.

Σεβασμιώτατοι Άγιοι Αδελφοί,
Εξοχώτατοι.....
Εντιμότατοι....
Αγαπητοί αδελφοί και αδελφές.

Βεβαίως δεν ξεκίνησα την ομιλία μου με κάποιο ανάγνωσμα από το ιερό βιβλίο της Παλαιοδιαθηκικής Εξόδου, αλλά με ένα απόσπασμα από τα Απομνημονεύματα του Γέρου του Μωριά, που από τον αύλιο χώρο του ιστορικού τούτου κτηρίου της Παλαιάς Βουλής, έφιππος δείχνει στο Γένος τον δρόμο του χρέους. Ένα απόσπασμα που αφορά όχι στην Έξοδο του παλαιού Ισραήλ εκ της γης και της δουλείας των Αιγυπτίων, αλλά στην έξοδο μαρτυρικού τμήματος του νέου Ισραήλ της χάριτος εκ της γης των πατέρων του και της δουλείας των Τούρκων, στην Έξοδο του Μεσολογγίου. Σοφία, λοιπόν, και ενταύθα. Πρόσχωμεν!

Συμπληρούνται εφέτος, ακριβώς απόψε μάλιστα – εάν δεν λάβωμε υπ’ όψιν την εν τω μεταξύ γενομένη διόρθωσι του Ημερολογίου με την προσθήκη των δεκατριών ημερών- εκατόν ογδόντα χρόνια από την άγια νύχτα της 10ης Απριλίου 1826, την νύχτα της Εξόδου. Νύχτα έγινε και η αρχαία Έξοδος από την Αίγυπτο, η οποία εσηματοδότησε το Πάσχα των Εβραίων. Νύχτα έγινε και η δική μας, του Μεσολογγίου, μιά εβδομάδα προ του Πάσχα, παραμονή των Βαϊων, γι’ αυτό και ο μεγάλος Σολωμός τη στόλισε ποιητικά «με φύλλα της Λαμπρής, με φύλλα των Βαϊώνε»². Ο Χριστός εισήρχετο στην αγία πόλι Ιερουσαλήμ, οι Χριστιανοί εξήρχοντο από την ιερά πόλι του Μεσολογγίου. Εκείνος εισήρχετο για να δεχθή το Άχραντον Πάθος και να αποθάνη, αναλαμβάνων το βάρος της ανθρωπίνης αμαρτίας. Των Μεσολογγιτών το πάθος είχε φθάσει στην κορύφωσί του και εξήρχοντο για να αποθάνουν, αναλαμβάνοντες το βάρος της Ιστορίας. Μιας Ιστορίας, η οποία από τις ημέρες των Θερμοπυλών, των Μαραθώνων και των Σαλαμίνων, ως τις ημέρες της Βασιλεύουσας με την αποφράδα 29η Μαϊου του 1453, εγνώριζε να διεκδική έως θανάτου το θεόσδοτο χάρισμα της Ελευθερίας και να υπερασπίζεται βωμούς και εστίες και θήκες προγόνων.

Το Μεσολόγγι δεν ήτο καμμία αρχαία πόλις ως η Αθήνα ή η Σπάρτη, με δύο ή τριών χιλιάδων χρόνων ζωή, ούτε έφερε εκ κληρονομίας κάποιο μεγάλο όνομα ή μια ενδιαφέρουσα ιστορία. Πεζή, ψαράδικη πόλις, μέσα στην υγρασία και στα βαλτονέρια της λιμνοθάλασσας, με κλίμα ανθυγιεινό, βασίλειο της σκνίπας και των κουνουπιών, αριθμούσε την εποχή της Επαναστάσεως μόλις διακοσίων χρόνων ζωή. Παρά ταύτα, το κωμύδριον του Μεσολογγίου, το «καλυβάκι», όπως το ωνόμασε ο Σολωμός, για να δείξη την υλική φτώχεια του, κατέστη πόλις «ουδαμώς ελαχίστη εν τοις ηγεμόσι» του Ελληνισμού, μάλλον δε και υπερεκέρασε πολλές επί ιστορικοίς ανδραγαθήμασι σεμνυνόμενες ελληνίδες πόλεις. «Το Μεσολόγγι δικαιούται να το χαιρετά στον αιώνα τον άπαντα η ευγνωμοσύνη του Έθνους. Η συμβολή του στο μεγάλο της πατρίδος αγώνα, ήτανε τόση, που τον έκρινε», θα υποστηρίξη πολύ σωστά ο Μαλακάσης³. Μετά από τις κατά τόπους επιτυχίες των επαναστατών, το Μεσολόγγι ήταν ο μόνος τόπος από τον οποίο θα μπορούσαν οι Τούρκοι να περάσουν στρατεύματα στην Πελοπόννησο από την μεγάλη δεξαμενή της Ηπείρου, λαμβανομένου υπ’ όψιν ότι η οδός της θαλάσσης τους ήταν απρόσιτη, αφού ο ελληνικός στόλος την εφύλασσε αγρύπνως. Οι
Μεσολογγίτες, με πλήρη επίγνωσι της στρατηγικής σημασίας του τόπου τους και με μοναδικό αίσθημα πατριωτικής ευθύνης, επί πέντε ολόκληρα χρόνια στάθηκαν βράχος ακλόνητος και κατέστησαν την πόλι τους ισχυρή στρατιωτική βάσι του Αγώνος. Δεν εφείσθησαν θυσιών χάριν της Πατρίδος. Μισθοδοτούσαν εξ ιδίων τα ξένα στρατιωτικά σώματα, συντηρούσαν τα επιτόπια, «κάθε ανάγκη τη θεράπευαν με χρήμα και ψυχή»⁴. Και όταν ήρθε η δικη του μεγάλη ώρα, η ώρα της μακράς και ανελέητης πολιορκίας του, έδωσε νέες εξετάσεις, στις οποίες έλαβε με άριστα το δίπλωμα της αιώνιας τιμής των Πανελλήνων, συνοδευόμενο από το αγέραστο στεφάνι της δόξας της Εξόδου, του απονενοημένου εκείνου διαβήματος των Ελεύθερων Πολιορκημένων του, τη νύκτα της 10ης Απριλίου. Έτσι, ο Σπυρίδων Τρικούπης θα εξέφραζε όσα όλο το Γένος ήθελε να πη στο Μεσολόγγι: «Ω πόλις του Μεσολογγίου! Πόλις βασίλισσα των πόλεων της Ελλάδος! Πόλις, δια την οποίαν πολλά και μεγάλα ελαλήθη! Τριών χρόνων ζοφερά νέφη έπεσαν κατεπάνω σου. Εφάνης ότι κατέβης εις τον Άδην, δια να μη ανέβης εκείθεν πλέον, αλλ’ η χείρ του Κυρίου σε ανύψωσε. Φως σήμερον σε περικυκλώνει όλην. Ουράνιος δόξα ανατέλλει επάνω σου. Στέφανος κάθηται εις την κεφαλήν σου»⁵.

Η όλη Επανάστασις του ’21, αγαπητοί μου, από της συλλήψεως μέχρι και της πραγματοποιήσεώς της, υπήρξε, ασφαλώς, ένα ολότελα απονενοημένο διάβημα. Ενας Λαός εξουθενομένος, ταπεινωμένος, ανίσχυρος, ανάδελφος, στερούμενος φίλων, χωρίς διεθνείς διασυνδέσεις, μάλλον δε και με την πολιτική μέγαιρα της κατ’ ευφημισμόν Ιεράς Συμμαχίας καχύποπτη και απειλητική απέναντί του, ετόλμησε τα ατόλμητα, «για την Πίστη του Χριστού, και για την ψυχή του ανθρώπου, καθισμένη στα γόνατα της Υπερμάχου Στρατηγού, που είχε στα μάτια ψηφιδωτό τον καημό της Ρωμηοσύνης»⁶, καθώς θα παρατηρούσε αργότερα ο Σεφέρης. Έτσι, το απονενοημένο εκείνο διάβημα, η κατάφωρη αυτοκτονία, περιβλήθηκε αμέσως από άγιο και ανέσπερο φως μοναδικού ηρωϊσμού και ολοκάθαρα χριστιανικού πνεύματος αυτοθυσίας, που την κατέστησε Αγιασμένη Επανάστασι⁷, κατά τον προσφυή χαρακτηρισμό του Κόντογλου. Μέσα στο γενικώτερο εκείνο απονενοημένο διάβημα και την ιερή τρέλα της Αγιασμένης Επαναστάσεως, ένας ιστορικός παροξυσμός υπήρξε και το Μεσολόγγι και ένα απίστευτο αποκορύφωμα της συνειδητής ομαδικής αυτοθυσίας. Ένας παροξυσμός, ο οποίος εξηυτέλισε την υπεροχή της δυνάμεως και την απάνθρωπη βία και κατέστησε τον «Φράχτη», όπως απαξιωτικά ωνόμασε το Μεσολόγγι ο μεγάλαυχος Ιμπραήμ, Σύμβολο και Ιδέα. Ιδέα της ελευθερίας και σύμβολο της καρτεροψυχίας και της ανδρείας. Αλλά ας προσπαθήσωμε να προσεγγίσωμε, κατά δύναμιν, καθεαυτά τά γεγονότα.

Επί τέσσερεις αιώνες και πλέον το Γένος εστέναζε υπό τον βάρβαρο Ασιάτη. Ο βίος του είχε καταστή αβίωτος. Η αρπαγή και καταλήστευσις των αγαθών, η καταθλιπτική φορολογία, με κορύφωσι τον κεφαλικό φόρο, τό χαράτσι, την ετήσια δηλαδή εξαγορά της κεφαλής του σκλάβου επί των ώμων του, η στέρησις και της στοιχειώδους εξωτερικής ελευθερίας, οι ταπεινώσεις, η ανασφάλεια, η απουσία δικαιοσύνης, ο σκοταδιστικός περιορισμός της παιδείας και της μορφώσεως και άλλα φρικώδη, ήταν καθημερινή μεν πραγματικότης, όχι όμως και τα χειρότερα από όσα υφίστατο το δούλον Γένος. Οι προσβολές της προσωπικής αξιοπρεπείας και τιμής, η βιαία αρπαγή του άνθους του Γένους, είτε με τα μιαρά χαρέμια σουλτάνων, πασάδων και αγάδων, είτε με το στράτευμα με τον δαιμονικής συλλήψεως «ντεβσιρμέ», ήτοι το φοβερό Παιδομάζωμα, η πώλησις αιχμαλώτων στα σκλαβοπάζαρα, οι συχνές προσβολές κατά της Εκκλησίας και των λειτουργών Της, οι δολοφονίες Πατριαρχών, Αρχιερέων και άλλων ιερωμένων, η λοιδορία του θρησκευτικού Πιστεύω με τον μειωτικό χαρακτηρισμό γκιαβούρ, ήτοι άπιστος, οι αρπαγές των ιερών Ναών, που εν ριπή οφθαλμού απεγυμνούντο από τα ιερά και άγια σύμβολα και αντικείμενα και μετετρέποντο σε μουσουλμανικά τεμένη, οι βίαιοι εξισλαμισμοί, είναι λίγα μόνο από τα παθήματα του πολυτλήμονος μεσαιωνικού Ελληνισμού. Και καθ’ όλο αυτό το μακραίωνο διάστημα, ο μυστηριώδης Ακάματος Πεζοπόρος του Βαλαωρίτη, ήτοι ο Ελληνισμός, εβάδιζε, εβάδιζε φωνάζοντας: -Εμπρός!.... Εμπρός... «ενώ ο κόσμος όλος εσήπετο υπό την δουλείαν, εκείνος εβάδιζεν... εβάδιζεν πάντοτε... Έκρουεν εν ώρα νυκτός τας θύρας των Μονών και κράζων κατ’ όνομα τους κατατρυχομένους Μοναχούς, έλεγεν εις αυτούς: «Γρηγορείτε.... ιδού ο Νυμφίος έρχεται.....» Εισέδυε κρυφά εντός της καλύβης του πένητος γεωργού και εγείρων εκ του ύπνου τον τεθλιμμένον ζευγηλάτην τον περιέθαλπε και τον διέταττε να μη δειλιά....»⁸. Μετά, λοιπόν, από αιώνων υπομονή, διακοπτόμενη συχνά από τοπικές επαναστατικές εκρήξεις και εφόδους των γενναίων Κλεφταρματολών, όταν έφθασε πια το Γένος στα έσχατα όρια της ανθρωπίνης αντοχής του, ο Πεζοπόρος του Βαλαωρίτη, εβροντοφώναξε: «-Εμπρός!... Στ΄άρματα, εγερθήτε!.... και τα τρισάθλια τέκνα της Ελλάδος ηγέρθησαν... και το αίμα έρρευσε ποταμηδόν...»⁹.

Τον Φεβρουάριο του 1821 αρχίζει ο πανεθνικός ξεσηκωμός από τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες με τον Υψηλάντη και τον Ιερό Λόχο στον Προύθο και στο Δραγατσάνι. «Ξαφνιάζοντας τον ήλιο»¹⁰, όπως θάλεγε ο Παλαμάς, σύσσωμος ο Ελληνισμός, αποφασίζει να κατανικήση τη «μαυροφόρ’ απελπισιά» του, να σκίση το «χειροπιαστό σκοτάδι» της «πικρής σκλαβιάς», να πη το Καβαφικό «μεγάλο Ναι»¹¹ στη φωνή του Πεζοπόρου και να κερδίση με το σπαθί του ελεύθερη την ιστορική του συνέχεια. Η Καλαμάτα ξεσηκώνεται και ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, μνήμων των λόγων του Αποστόλου: «Τη ελευθερία ούν, η Χριστός ημάς ηλευθέρωσε, στήκετε, και μη πάλιν ζυγώ δουλείας ενέχεσθε»¹², ευλογεί επισήμως στην Αγία Λαύρα τον ιερό Αγώνα στις 25 Μαρτίου, ανήμερα της μεγάλης Θεομητορικής εορτής του Ευαγγελισμού. Ο συμβολισμός είναι βαθύς. Χαράς και σωτηρίας ευαγγέλια για την ανθρωπότητα με το άγγελμα του Γαβριήλ στην Παρθένο. Χαράς και εθνικής σωτηρίας ευαγγέλια με την ευλογία του Γερμανού για το δούλο Γένος!... Το καταπέτασμα της ωραίας πύλης του Μοναστηριού, με τη σεπτή μορφή της Θεοτόκου, της Υπερμάχου Στρατηγού του Γένους, γίνεται το πανίερο Λάβαρο της Εθνεγερσίας. Εκείνο θα σκεπάζη στο εξής τους ένθεους αγωνιστές, όπως κάποτε η σεβασμία εικόνα της Οδηγητρίας στα τείχη της Βασιλεύουσας. Τα τίμια αίματα του Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε΄ και των Συνοδικών Αρχιερέων στην Πόλι, μαζί μ’εκείνα του Μητροπολίτου Γερασίμου και των Επισκόπων της Κρήτης, του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού και των άλλων Αρχιερέων της Κύπρου, αγιάζουν ευθύς εξ αρχής τον Αγώνα. «Στην Επανάσταση του Εικοσιένα», σημειώνει ο Κόντογλου, «μαζί με τους λαϊκούς πολεμούσανε πλήθος ρασοφορεμένοι, καλογέροι, παπάδες και δεσποτάδες, και τραβούσανε μπροστά με το Σταυρό στο χέρι, κι από πίσω τους χύμιζε κλαίγοντας ο λαός, κ’ έψελνε: Για της πατρίδος την ελευθερίαν, για του Χριστού την Πίστην την αγίαν, γι’ αυτά τα δύο πολεμώ, μ’ αυτά να ζήσω επιθυμώ∙ κι αν δεν τα αποκτήσω, τί μ’ ωφελεί να ζήσω;»¹³

Η Αγιασμένη Επανάστασι φουντώνει και θεριεύει. Μαζί της όμως φουντώνει και θεριεύει και η οργισμένη και έξαλλη αντίδρασις των Οθωμανών, που αντελήφθησαν ότι το έδαφος εσείετο επικινδύνως κάτω από τα πόδια τους. Το Δοβλέτι εκινδύνευε και επιστρατεύει όλες του τις δυνάμεις για να καταστείλη την εξέγερσι. Τουρκαλβανοί λήσταρχοι, Κιρκάσιοι ζεϊμπέκοι, Βόσνιοι και Κούρδοι σφαγείς, Άραβες πειραταί, Αιγύπτιοι φελάχοι, Τουρκοκρήτες και άλλοι εξωμόται, μαζί με τα φοβερά τάγματα των Γενιτσάρων και όλο το ένοπλο δυναμικό της Αυτοκρατορίας, χερσαίο και θαλάσσιο, υπό τους δαιμονικούς ήχους των διαβοήτων τουρκικών πολεμικών τυμπάνων και τας αφειδείς περί μελλοντικών παραδείσων υποσχέσεις των εντεταλμένων ιμάμηδων, επέπεσαν μετά λύσσης κατά των τολμητιών. Η βία συμπορευόταν με την κτηνωδία και κάθε ηθική αναστολή εξαφανίσθηκε. Η Κωνσταντινούπολις, η Σμύρνη, η Χίος, η Νέα Έφεσος, η Κως, η Σάμος, η Κάσος, το Σούλι, τα Ψαρά, η Θάσος, η Σαμοθράκη, η Κρήτη, η Κύπρος, πνίγηκαν στο αίμα. Οι σφαγές διεδέχοντο η μία την άλλη. Η μία αγριωτέρα της άλλης. Οι γυναίκες του Ζαλόγγου και της Αραπίτσας προτίμησαν τον δια κατακρημνισμού αυτοχειριασμό –νόει αυτοθυσία- από την ατίμωσι. Στο σ
πήλαιο του Μελιδονίου στην Κρήτη, οι κόρες του Ψηλορείτη προτίμησαν να πεθάνουν από ασφυξία ή να καούν ζωντανές, μαζί με τα παιδιά τους, παρά να πέσουν ζωντανές στα χέρια των διωκτών τους. Μυριάδες άλλα γυναικόπαιδα και ανήμποροι γέροντες, σε κάθε γωνιά της Πατρίδος κατασπαράχθηκαν. Ο Αθανάσιος Διάκος στην Αλαμάνα σούβλη φοβερά τελειούται και ενούται ενδόξως με τους Τριακοσίους του Λεωνίδα. Οι ηρωϊκοί ναυμάχοι του Γένους λογίζονται από τους μεγάλους φίλους της Υψηλής Πύλης ως «πειρατές». Λίγοι ξένοι έδειξαν συμπάθεια στο αγωνιζόμενο Γένος, με κορυφαίους τον Ελβετό Ζάν-Γκαμπριέλ Εϋνάρντ και τον Άγγλο ευγενή ποιητή Λόρδο Τζώρτζ-Νόελ Μπάϊρον του Ρόκντέϊλ, τόν Βύρωνα των Ελλήνων, που πέθανε στο Μεσολόγγι, όπως βέβαια και ο Γερμανός Κάρολος Νόρμαν και ο πεσών κατά τήν Έξοδο Μάγιερ. Από την Ιταλία ο ήρως της Σφακτηρίας Σανταρόζα, από την μακρινή Αμερική ο Έβερετ και ο Χάου και εί τις έτερος. Οι σεβαστοί Φιλέλληνες!... Οι περισσότεροι ξένοι, αν δεν ήταν απροκάλυπτα εχθρικοί, ήταν οπωσδήποτε επιφυλακτικοί και κουμπωμένοι, του ομοδόξου Τσάρου «πασών των Ρωσιών» καί «Προστάτου» δήθεν «της Ορθοδοξίας», μη εξαιρουμένου. Ο φοβερός Μέτερνιχ, «ο ύπατος διαχειριστής της ζωής της Ευρώπης», όπως παρατηρεί ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, «δεν καταδεχόταν καν να μνημονεύση τ’ όνομα των Ελλήνων, και έγραφε στα Απομνημονεύματά του: Εκεί κάτω, πέρα απ’ τα ανατολικά μας σύνορα, τριακόσιες ή τετρακόσιες χιλιάδες άνθρωποι κρεμασμένοι ή πνιγμένοι δεν λογαριάζονται»¹⁴. Παρά ταύτα, ο Ακάματος Πεζοπόρος του Βαλαωρίτη, «βαδίζων εν μέσω των σφαγών και του ολέθρου, δεν έπαυε βρυχώμενος ως λέων, να κραυγάζη πάντοτε: -Εμπρός!... Εμπρός!... Εμπρός!...»¹⁵.

Μέσα σ’ αυτή την κατάστασι, σαν πύρινο άνθος ξεπροβάλλει το Μεσολόγγι.

Από τον πρώτο καιρό του Αγώνος στο Μεσολόγγι συνιστάται η Γερουσία της Δυτικής Ελλάδος, υπό την προεδρία του Μαυροκορδάτου. Μετά δέ την πολυθρήνητη καταστροφή στο Πέτα, η στρατηγική σημασία της πόλεως για το επαναστατημένο Γένος αναβαθμίζεται καθημερινώς. Ο Μαυροκορδάτος με τα λείψανα του στρατού του και τον Νόρμαν έρχεται στην πόλι, όπου ο τελευταίος και πεθαίνει λίγο μετά, από τις πληγές του, ενω ο Μάρκος Μπότσαρης καθιστά το Μεσολόγγι ορμητήριό του. Ο λόρδος Μπάϊρον καταφθάνει στις 2
Ιανουαρίου 1823 και καταρτίζει στρατιωτικό σώμα από Σουλιώτες αγωνιστές, που το συντηρεί εξ ιδίων. Στις 5 Αυγούστου ο Μάρκος Μπότσαρης, νικά τους Τούρκους κοντά στο Καρπενήσι, αλλά σκοτώνεται. Η σορός του ήρωος θάβεται στο Μεσολόγγι. Από την 1η Ιανουαρίου 1824 στο Μεσολόγγι εκδίδεται το περιώνυμο δημοσιογραφικό όργανο του επαναστατημένου Ελληνισμού, τα ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ, με διευθυντή και συντάκτη τον Γερμανοελβετό ιατρό Γιόχαν Γιάκομπ Μάγερ. Την ημέρα του Πάσχα, 7 Απρίλίου 1824 πεθαίνει ο Μπάϊρον. Το Μεσολόγγι, μετά τον Σουλιώτη ήρωα, θρηνεί ήδη και τον μεγάλο Άγγλο συναγωνιστή. Αλλάζει εμφανώς πλέον η κατάστασις. Οι Τούρκοι αναθαρρούν και συγκεντρώνουν στρατεύματα υπό τον Ομέρ Βρυώνην, για να εισβάλουν στην Ακαρνανία. Οι Μεσολογγίτες τους αποκρούουν εξ εφόδου στο Βουλγαρέλι, στις 23 Σεπτεμβρίου. Τέλη Νοεμβρίου αναγκάζονται να εγκαταλείψουν και τον Καρβασαρά και να τραπούν βορειότερα. Το Μεσολόγγι εσώθη, αλλά μόνον προσωρινώς.

Αρχάς του 1825, ο Σουλτάνος Μαχμούτ, ζηλοτυπών για τις επιτυχίες του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, διατάσσει τον Κιουταχή Πασά να κτυπήση το Μεσολόγγι και να το καταλάβη πάση θυσία. Η διαταγή ήταν σαφής και ωμή: -Ή το Μεσολόγγι, ή το κεφάλι σου!... Έτσι, ανήμερα του Αγίου Γεωργίου, στις 23 Απριλίου 1825 ο Κιουταχής φθάνει στο Μεσολόγγι με 30.000 στρατό, πεζούς και ιππείς και ζητεί από τους Έλληνες να του παραδώσουν την πόλι. Λαμβάνει την ίδια απάντησι που είχε λάβει πριν από 372 χρόνια ο Μωάμεθ ο Β΄ από τον μαρτυρικό Κωνσταντίνο ΙΑ΄ Παλαιολόγο, τον υπερασπιστή της Κωνσταντινουπόλεως. Την ίδια απάντησι που είχαν λάβει, πολύ παλαιότερα, οι Πέρσες από τον Λεωνίδα στις Θερμοπύλες. Την γνωστή απάντησι των Ελλήνων. Τη δίλεξη εκείνη φράσι που βροντοφωνάζει διαχρονικά, με ιερά οργή και σιδερένια αποφασιστικότητα, η καρδιά τους: -Μολών λαβέ!...

«Κάστρα πολλά πολέμησαν και δώσαν τα κλειδιά τους,το Μεσολόγγι το κακό, το Μεσολόγγι τ’ άξιο,δεν παραδίνει τα κλειδιά, πασά δεν προσκυνάει», θα πη το Δημοτικό τραγούδι...

Ο Γολγοθάς του Μεσολογγίου αρχίζει....

Ο Μεχμέτ Ρεσή Κιουταχής πολιορκεί από ξηράς και ο Χοσρέφ πασάς με ισχυρό στόλο, συνεπικουρούμενος από τον Γιουσούφ πασά των Πατρών, αποκλείουν την πόλι από θ
αλάσσης. Ο Γιουσούφ καταφέρνει μάλιστα να προσπελάση στη λιμνοθάλασσα, κάνοντας την πολιορκία ασφυκτικώτερη. Μέσα στο Μεσολόγγι βρίσκονται 12.000 γυναικόπαιδα και 3.000 μαχηταί, ενώ υπάρχουν και 1.000 περίπου γέροντες που μπορούσαν κάπως, στην ώρα της ανάγκης να κρατήσουν όπλο. Οι άνθρωποι που θα περάσουν στην Ιστορία ως οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι... Ψυχή των Ελευθέρων Πολιορκημένων ο Επίσκοπος Ρωγών Ιωσήφ, με την ένθεη σοφία του, τον αγνό πατριωτισμό του, τη βαθειά αγάπη του για τον λαό του Θεού. Μαζί του ο Πολιτάρχης Αθανάσιος Ράζι-Κότσικας και οι οπλαρχηγοί Νότης Μπότσαρης, Μήτσος Κοντογιάννης, Δημήτρης Μακρής, Χρήστος Φωτομάρας καί ει τις έτερος. Το φρόνημα είναι υψηλό. Οι πρώτες επιθέσεις αποκρούονται με ηρωϊσμό. Τις εφόδους των Οθωμανών ακολουθούν έξοδοι των πολιορκουμένων με κατά πόδας καταδίωξί τους. Τα τείχη διαρκώς επισκευάζονται. Ο Μιαούλης με τον Σαχτούρη διασπούν τον θαλάσσιο αποκλεισμό με 40 πλοία και εφοδιάζουν με τρόφιμα και πολεμοφόδια τους πολιορκουμένους. Το Μεσολόγγι για λίγο αναπνέει. Αρχάς Αυγούστου έρχονται και 900 Σουλιώτες με τον Κίτσο Τζαβέλλα και η εξουθενωμένη φρουρά ενισχύεται. Οι απώλειες των Τούρκων είναι τεράστιες. Έρχεται επικουρία 8.000 Αράβων εξ Αιγύπτου για να τους ενισχύσουν. Το Μεσολόγγι όμως κρατά. Τέλη του 1825 ο Σουλτάνος αναγκάζεται να ζητήση την βοήθεια του Ιμπραήμ, που σπεύδει στο Μεσολόγγι με 10.000 μαχητές. Ατενίζοντας την πόλι ο υψαύχην Αιγύπτιος ωνείδισε τον Κιουταχή διότι επι εννέα μήνες δεν ηδυνήθη να εκπορθήση «εκείνο τον μικρό φράχτη», τον οποίον ο ίδιος υπελόγιζε να καταλάβη εντός δεκαπενθημέρου, το πολύ. Ο Χοσρέφ επαναλαμβάνει τον από θαλάσσης αποκλεισμό και ο Ιμπραήμ αρχίζει καταιγιστικούς κανονιοβολισμούς με 40 τηλεβόλα. «Πέφτουν ντουφέκια σαν βροχή και μπόμπες σαν χαλάζι»¹⁶. Υπολογίζεται ότι έρριχναν κατά της πόλεως 2.000 βόμβες το εικοσιτετράωρο! Σωστή κόλασι πυρός. Όμως οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι αμύνονται γενναιότατα. Επιδιορθώνουν συνέχεια τα τείχη, αψηφούν τα πυρά, χουγιάζουν τους πολιορκητάς. «Τούτο το φονικόν θέαμα», αναφέρει ο Κασομούλης, «και το ακατάπαυστον πυρ, αι φωναίς και τα λοιπά σημεία της χαράς μας παρώξυναν τον Ιμπραϊμην, ώστε δεν ήξευρε πού να πρωτοκτυπήση. Μη υποφέρων να βλέπη τους Έλληνας να περιφρονούν τόσον τα πυρά του, ιστάμενοι όρθιοι και ντουφεκώντες από τον τοίχον –εξέχοντες από τα ποδάρια έως το κεφάλι- εσυγκέντρωσεν εκεί όλα τα πυροβόλα και τας βόμβας να μας κρημνίση. Δύο φοραίς... εκλονίσθη το τείχος, ελύγισεν από τον κτύπον των πυροβόλων, προς τα έξω να πέση και επιμένοντας όλοι, κανένας δεν ετραβήχτη, παρά εφώναζον: -Με τον τοίχον, όλοι ομού πάλιν έξω! Τα σπαθιά και γιαταγάνια (μοναχά) να προφυλάξωμεν και αρκούν αυτά»¹⁷. Οι Έλληνες, σε κάθε γωνιά της πατρίδος, πληροφορούνται τα γεγονότα, συμπάσχουν, διενεργούν εράνους για τους μαρτυρικούς αδελφούς. Στη Ζάκυνθο, μας θυμίζει ο Σολωμός, γινόταν έρανος υπό τους ήχους των κανονιοβολισμών του Μεσολογγίου «και οι πλέον πάμπτωχοι εβγάλανε τ’ οβολάκι τους, και το δίνανε, και κάνανε το σταυρό τους, κοιτάζοντας κατά το Μεσολόγγι και κλαίγοντας»¹⁸. Στις 15 Φεβρουαρίου οι πολιορκηταί διενήργησαν δύο ισχυρές εφόδους, οι οποίες, αν και απέτυχαν, προκάλεσαν σοβαρές απώλειες και στα δύο μέρη. Οι Τούρκοι κατάφεραν να κυριεύσουν το Βασιλάδι, του οποίου ο πληθυσμός καταφεύγει στο Μεσολόγγι. Στις 20 Φεβρουαρίου εκδίδεται το τελευταίο τεύχος των ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΧΡΟΝΙΚΩΝ του Μάγερ. Μια βόμβα πέφτει στο σπίτι που στεγαζόταν το τυπογραφείο και το διαλύει. Μια από τις 100.000 βόμβες που έρριψαν συνολικώς στο Μεσολόγγι τα κανόναι του Ιμπραήμ. Ο επισιτισμός των πολιορκουμένων αρχίζει να γίνεται μείζον πρόβλημα. Η πείνα απειλεί τους μαρτυρικούς αγωνιστές και τα γυναικόπαιδα περισσότερο από τις βόμβες του Ιμπραήμ. Έφαγαν ό,τι ήταν δυνατόν να φαγωθή. Έφαγαν άλογα, όνους, γάτες, ποντικούς, φύκια και πικραλήθρες της θαλάσσης, ο,τιδήποτε. Κατήντησαν κινούμενα σκέλεθρα, σωστά φαντάσματα. Αναπότρεπτα οι ασθένειες επακολούθησαν σωρηδόν φονικώτατες. Περισσότεροι από 2.000 πέθαναν. «Όλου του κόσμου τα δεινά εν μέσω των αγώνων, την πόλιν νέμονται: λιμός, γυμνότης, νόσημα, θυμός. Ο φόβος λείπει μόνον»¹⁹, θα παρατηρήση ο ποιητής. Η πίστις στον Θεό και στο δίκαιο του αγώνος έδιωχνε τον φόβο. Ο εκκλησιαστικός ηγέτης των πολιορκημένων, Επίσκοπος Ρωγών Ιωσήφ, έτρεχε σαν εξαπτέρυγο Σεραφείμ από την εκκλησία στις συνάξεις των προεστών, από τη Λειτουργία στα πολεμικά συμβούλια, από τους πληγωμένους στους μαχόμενους, από προμαχώνα σε προμαχώνα, από έπαλξι σε έπαλξι. Σύμβουλος αγαθός και σώφων, ελείαινε τ’ αγκάθια των διαφορών και των μικροφιλοτιμιών των οπλαρχηγών, έφερνε την ομόνοια, υπενθύμιζε το κοινόν χρέος, εθέριευε την ελπίδα, εσπόγγιζε το δάκρυ, απάλυνε τον πόνο, εσκόρπιζε παραμυθίαν Χριστού. Από κοντά και άλλοι κληρικοί, με τον παπα-Παναγιώτη Μπουγάτσα να ξεχωρίζη. Είναι αυτός, για τον οποίο ο Δημήτρης Μακρής θα έλεγε αργότερα στον Όθωνα: «Μεγαλειότατε, από την αρχή του αποκλεισμού στο Μεσολόγγι, μόνη δουλειά που έκανε ο παπάς αυτός ήταν, άμα άρχιζε το τουφέκι (και ήταν αυτό καθημερινό, νύχτα-μέρα), να τρέχη στην εκκλησιά. Έπαιρνε το δισκοπότηρο στα χέρια του, και με το φανάρι του πήγαινε από έπαλξι σε έπαλξι και μεταλάβαινε τους βαρειά πληγωμένους και τους παρηγορούσε με καλά λόγια. Και εγκαρδίωνε άλλους να πολεμούν με όρεξι και με ψυχή, για να έχουν τη βοήθεια του Θεού.... Δεν πέρασε μέρα ή νύχτα που να μην τον ’δω στην έπαλξί μου, πάνω στο τουφέκι, καθώς και να φέρνη γύρω όλες τις άλλες επάλξεις και μέσα στη χώρα από σπίτι σε σπίτι»²⁰. Ούτω πως αντιλαμβάνονταν ανέκαθεν οι σεβάσμιοι ιερωμένοι του Γένους μας το χρέος τους....

Ο Μιαούλης έκαμε μιά ηρωϊκή προσπάθεια να διασπάση τον αποκλεισμό και να τροφοδοτήση το Μεσολόγγι, αλλά τούτη τη φορά, τέταρτη στη σειρά, δεν τα κατάφερε. Το νησάκι του Ντολμά έπεσε στα χέρια του εχθρού. Η Κλείσοβα άντεξε κι έθαψε 800 Τουρκαλβανούς και 1.000 Αιγυπτίους, ενώ έστειλε πίσω τραυματία τον ίδιο τον Κιουταχή. Όλοι αντιλαμβάνονται πως το τέλος πλησιάζει, αλλά με όρθια την ψυχή αντιστέκονται υπεράνθρωπα. «Εν ονόματι όλων των ενταύθα ηρώων», γράφει ο Μάγερ πρός γνώριμό του, λίγο πριν την Έξοδο, «σας αναγγέλλω την ενώπιον του Θεού ωρισμένην απόφασίν μας δια να υπερασπισθώμεν και την υστέραν σπιθαμήν της γης του Μεσολογγίου, και να συνενταφιασθώμεν υπό τα ερείπια της πόλεως, χωρίς ν’ ακούσωμεν πρότασίν τινα συνθήκης... Η τελευταία μας ώρα ήγγικεν. Η Ιστορία θέλει μας δικαιώσει...»²¹. Ο αποφασισμένος είναι ο πράγματι ελεύθερος. Ήταν όλοι
αποφασισμένοι για την υπέρτατη θυσία, γι’ αυτό ακριβώς και ήταν ελεύθεροι, καίτοι πολιορκημένοι. Αυτός είναι ο λόγος που τους ωνόμασε ο Σολωμός Ελεύθερους Πολιορκημένους και μ’ αυτό το όνομα τους γνωρίζει η Αιωνιότης. Ελεύθεροι, λοιπόν, εσωτερικά, συσκέπτονται οι τα πρώτα φέροντες για τη λύσι του δράματος. Μια δυναμική έξοδος φαίνεται ως η μόνη διέξοδος. Εις αυτό είναι όλοι σύμφωνοι. Το Μεσολόγγι δεν θα το παραδώσουν! Την ψυχή τους δεν θα την πουλήσουν! Τα πρωτοτόκια της ευγενείας του Γένους δεν θα τα χαρίσουν στον επίβουλο! Με υψωμένο το σπαθί θα εξέλθουν! Αλλά, συχνά, ως γνωστόν, το πολύ της θλίψεως, γεννά παραφροσύνην. Και μέσα σ’ αυτή την κατανυκτική και αγία ατμόσφαιρα παρουσιάζεται μια φρικτή παραχορδία. Οι προύχοντες, φοβούμενοι την ανθρώπινη ασθένεια των γυναικοπαίδων, που θεωρητικά θα μπορούσε να είναι καταστρεπτική για το σχεδιαζόμενο εγχείρημα, ωδηγήθηκαν στην εφιαλτική παραφροσύνη που αναφέρει ο Κασομούλης: «Απεφάσισαν όλοι να φονεύσωμεν όλες τις γυναίκες ανεξαιρέτως και τα μικρά παιδιά, επι λόγω να μη προδοθούμεν από τας κραυγάς των, και τότε δεν μείνη κανένας μας (ζωντανός), και να μη μείνουν αιχμάλωτοι εις τους εχθρούς. Δια να αποφύγωμεν δε την φιλόστοργον συμπάθειαν των πατέρων και αδελφών, απεφασίσθη να σφάξη ο ένας του αλλουνού την οικογένειαν!»²². Απόφασις απάνθρωπος, η οποία εάν επραγματοποιείτο θα εκηλίδωνε δια παντός τον Ιερόν Αγώνα. Τότε, ως καλός Ποιμήν ο Επίσκοπος Ρωγών Ιωσήφ ηγέρθη έξαλλος και διεξεδίκησε δυναμικώς, εις το όνομα του Θεού, το αθώον αίμα: «-Εν ονόματι της Αγίας Τριάδος! Είμαι Αρχιερεύς! Αν τολμήσετε να πράξετε τούτο, πρώτο θυσιάσατε εμένα! Και σας αφήνω την κατάραν του Θεού και της Παναγίας και όλων των Αγίων- και το αίμα των αθώων να πέση εις τα κεφάλια σας!»²³. Αυτά είπε στους προύχοντες και οπλαρχηγούς, κατά την μαρτυρία του Κασομούλη «και άρχισεν να κλαίγη. Με τις κατάρες του και παρατηρήσεις εμπόδισεν την ορμήν των αξιωματικών»²⁴. Αφού ενικήθη ο πειρασμός αυτός, απεφασίσθη να πραγματοποιηθή η έξοδος την νύκτα της 10ης Απριλίου, με την βοήθεια του εισερχομένου εις Ιεροσόλυμα δια το παθείν Ιησού Χριστού. Έτσι άρχισαν οι προετοιμασίες. Οι Μεσολογγίτισσες, αρχοντικότατα, πρόσφεραν στα παλληκάρια καινούργιες, καθαρές αλλαξιές, φουστανέλλες και σελάχια επίσημα, να στολιστούν για την μεγάλη ώρα. Οι πολεμισταί θα εξήρχοντο σε σχηματισμό τριγώνου και στο μέσον θα είχαν τα γυναικόπαιδα. Τα βρέφη θα τα ύπνωναν με αφιόνι για μη κλαίνε και προδοθούν. Οι ολωσδιόλου ανήμποροι θα έμεναν αναγκαστικά πίσω, οχυρωμένοι σε κάποια σπίτια και προστατευμένοι από λίγους πολεμιστάς, μέχρις ότου γίνη τρόπος για την σωτηρία τους, ή τους συμβή το αναπόφευκτον. Στην «Γενικήν Εφημερίδα» του Ναυπλίου και στον «Φίλο του Νόμου» της Ύδρας, διαβάζουμε σχετικά: «Εκείνην την ώραν συνέβαινε το πλέον τραγικόν και θαυμαστόν εν ταυτώ θέαμα εις την πόλιν. Οι φίλοι, οι σύντροφοι και οι αδελφοί ν’ αποχωρίζωνται απ’αλλήλων, και οι μεν να απέρχωνται εις νέους κινδύνους, δια να επιζήσουν και να εκδικήσουν το αίμα των συγγενών και φίλων• οι δε, καταπονούμενοι από της ασθενείας ή από των πληγών, να περιμένωσι με ανυπομονησίαν ηρωϊκόν θάνατον. Πολλοί άνδρες, δυνάμενοι να σωθούν, έμειναν με ευχαρίστησιν πλησίον των φίλων και συγγενών των, δια να πολεμήσωσι μέχρι τελευταίας στιγμής και να συναποθάνωσι με αυτούς»²⁵. Ο σεβάσμιος προεστός Χρήστος Καψάλης κλείστηκε στο σπίτι του, που ήτο και πυριτιδαποθήκη, με τετρακόσια περίπου γυναικόπαιδα και ασθενείς. Ο Επίσκοπος Ιωσήφ, επικεφαλής ομάδος πολεμιστών, οχυρώθηκε στον Ανεμόμυλο.

Στις 2 μετά τα μεσάνυχτα, ξημερώνοντας η αγία ημέρα των Βαϊων
άρχισε η Έξοδος, υπο την αρχηγία του Αθανασίου Ραζι-Κότσικα και των ηρωϊκών οπλαρχηγών Νότη Μπότσαρη, Κίτσου Τζαβέλλα και Δημητρίου Μακρή. «Όταν απ’το μισκογκρεμισμένο Φράχτη... με τα γυμνά τους τα σπαθιά και τις λερές φουστανέλλες ξεχύθηκαν τα παλληκάρια του Μεσολογγιού, στους κοκκαλιασμένους ώμους των σήκωναν αιώνων αγωνιστική παράδοσι και την καταθλιπτική ευθύνη μιάς δόξας αβασίλευτης», θα σημειώση ο Κων/νος Τσάτσος²⁶. Όμως, αλλοίμονον, το ηρωϊκό εγχείρημα είχεν ήδη προδοθή στους Τούρκους από έναν αυτόμολο Βούλγαρο, με αποτέλεσμα, όχι μόνο να εμποδισθή ο Καραϊσκάκης να επιτεθή από τις πλαγιές του Ζυγού εις αντιπερισπασμόν, όπως είχε προγραμματισθή, αλλά και οι εξερχόμενοι να ευρεθούν αντιμέτωποι με τα αγρύπνως αναμένοντα και ενεδρεύοντα με το χέρι στην σκανδάλη Τουρκο-αιγυπτιακά στρατεύματα. Τα επακολουθήσαντα υπερβαίνουν κάθε περιγραφή! «Μαύρο γιουρούσι κάνανε τη νύχτα του Λαζάρου. Οι Τούρκοι τους καρτέραγαν κρυμμένοι στα χαντάκια. Σκότωσαν γυναικόπαιδα, χαλάσαν το γεφύρι, και λιγοστοί τους ξέφυγαν στο αίμα κολυμπώντας»²⁷. Το μεγαλύτερο μέρος της τιμημένης φρουράς του Μεσολογγίου εσφάγη κατά την Έξοδο. «Τούτο σημαίνει», τονίζει πολύ εύστοχα ο Χρήστος Μαλεβίτσης, ότι η Φρουρά εκείνη «τήν Έξοδο την συνεχίζει πλέον στον ατελεύτητο χρόνο της Ελληνικής Ιστορίας. Και περιέρχεται τα σύνορα του Ελληνισμού περίφροντις. Διότι στα σύνορα του Ελληνισμού υπάρχουν ακόμη οι Τούρκοι και διεκδικούν την ύπαρξί μας»²⁸. Ο κάμπος, οι πλαγιές των λόφων και οι ρεματιές γέμισαν από νεκρούς. Φονεύθηκαν ή ολοκαυτώθηκαν περισσότερα από 5.000 άτομα. Ο Χρήστος Καψάλης με λίγους συναγωνιστάς υπερασπίσθηκε όσον ήτο ανθρωπίνως δυνατόν τα 400 γυναικόπαιδα που είχαν κλεισθή στο σπίτι του. Όταν το παν απώλετο και οι Τούρκοι θα κατελάμβαναν το έσχατο καταφύγιο της τιμής τους, ο γηραιός ευπατρίδης έθεσε πυρ στα βαρέλια με την πυρίτιδα και έγιναν όλοι ένα πυροτέχνημα. Μαζί με τους Έλληνες ο δαυλός του Καψάλη ετίναξε στον αέρα και χιλίους Τούρκους και Αιγυπτίους. Ο Επίσκοπος Ιωσήφ κατάφερε να κρατήση ηρωϊκή αντίστασι στον Ανεμόμυλο επί δυο ολόκληρες ημέρες. Στο τέλος έκαμε κι εκείνος ό,τι και ο Καψάλης... «Φτωχό Μεσολόγγι! ολ’η δόξα της γης με σε αν μετρηθή δε θα φτάση, όση κι όση, τη λάμψι εκείνη της θείας σου αυγής να σβύση ποτέ ή ν’αμαυρώση»²⁹. Σώθηκαν μόνον 1.300 μαχηταί και περί τα εκατό μόνον γυναικόπαιδα. Χιλιάδες αιχμαλωτίσθηκαν από τους Αιγυπτίους. Οι περισσότεροι επωλήθησαν ως κτήνη στα σκλαβοπάζαρα της Αιγύπτου, ενώ μεγάλος αριθμός εστάλη από τον Ιμπραϊμ στον Σουλτάνο ως πεσκέσι...

180 χρόνια πέρασαν από τότε. Η Εκκλησία μας θεωρεί τίτλον τιμής γι’ αυτήν, τη συμμετοχή των κληρικών και των πιστών της στις εθνικές εξορμήσεις. Στα κατορθώματα και τις περιπέτειες. Μέχρι σήμερα σεμνύνεται για τις θυσίες των παιδιών της και απορρίπτει μετα βδελυγμίας τον χαρακτηρισμό της φιλοπατρίας και της ευσεβείας ως δήθεν «πολιτιστικό σκοταδισμό».

Σεμνύεται και καυχάται διότι ένεκα των ιστορικών συγκυριών ηναγκάσθη τον δευτερεύοντα δι’αυτήν σκοπόν ήτοι την υπεράσπισι του έθνους, να αναγάγει εις πρωτεύοντα προκειμένου να σταθή στο πλευρό του τυραγνισμένου λαού. Του οποίου συνεμερίσθη τις χαρές και τις λύπες και με τον οποίον μοιράσθηκε την ευτυχία και τη δυστυχία. Η ίδια αυτή Εκκλησία είναι που και σήμερα σκύβει πάνω στις ανάγκες του λαού, πνευματικές και υλικές, και ως αληθινή Μητέρα τον προστατεύει και εισηγείται, ιδίως στη νεολαία, τις αξίες αυτής της ζωής, όπως εκφράζονται μέσα απ’ τον πολιτισμό και τη πίστη μας. Γι’ αυτό και είναι άδικοι απέναντι στην ιστορική αλήθεια όσοι παρασυρμένοι από τα συνθήματα της παγκοσμιοποίησης επιδιώκουν να στερηθεί ο λαός μας του πλούτου της παράδοσης, όταν άλλοι λαοί αναζητούν εναγωνίως να ανεύρουν ή να δημιουργήσουν παράδοσιν, ως παράγοντα κοινωνικής συνοχής και προόδου.

Αλλ’ ας καταστρέψω τον λόγον με μίαν τελευταίαν αναφοράν στο Μεσολόγγι. Στο Μεσολόγγι πού πριν 180 χρόνια έπεσε. Αλλά τί είπα; Έπεσε; Όχι! Διορθώνω αμέσως τον λόγο μου. Το Μεσολόγγι δεν έπεσε ποτέ!.... Το Μεσολόγγι τινάχτηκε στα ύψη του ουρανού, μέσα στην πιο λαμπρή έκρηξι του κοσμογονικού ηφαιστείου του 1821. Έγινε αγίασμα τω Κυρίω. Από το ύψος εκείνο «κρατά τον ήλιο το νιοβάφτιστο που στάζει απ’ του ουρανού την κολυμπήθρα»³⁰ την αρετή, την αξιοπρέπεια, τον πιό αγνό και άδολο πατριωτισμό, την πιο πιστή προσήλωσι στο ακριβό δώρο του Θεού στον άνθρωπο, την ελευθερία. «Δόξα ΄χ’ η μαύρη πέτρα του και το ξερό χορτάρι»³¹. Σ’ αυτή την άθικτη δόξα του υποκλινόμεθα οι Πανέλληνες ευλαβικά, στην 180η επέτειο της Εξόδου.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1. Θ. Κολοκοτρώνη, ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ, 1846


2. Διον. Σολωμού: ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΟΙ, Σχεδίασμα Γ΄,1


3. Σπ. Μαλακάση: ΜΕΣΟΛΛΟΓΙ, εν: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ, Αθ. 1953, τ.125,σ.490


4. Ένθ.ανωτ.


5. Σπυρ. Τρικούπης: Αποσπάσματα λόγου του της 8-5-1829, δια την ανάκτησιν του Μεσολογγίου την 2-5-1829, εν: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ, τ.125,σ.477


6. Γερ.Σεφέρης: ΝΕΟΦΥΤΟΣ Ο ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΣ ΜΙΛΑ.


7. Φ. Κόντογλου: Η ΠΟΝΕΜΕΝΗ ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ, Αθ.1979, σ.275


8. Αριστ.Βαλαωρίτης: ΕΝΑΣ ΡΟΜΑΝΤΙΚΟΣ, Αθ.1998, σ.32-33


9. Ένθ.ανωτ., σ.33


10. Κ. Παλαμάς: Ο ΔΩΔΕΚΑΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΓΥΦΤΟΥ, Προφητικός


11. Κ.Π.Καβάφης, Che fece… il gran rifiuto.Εν: ΠΟΙΗΜΑΤΑ, Αθ.2002,σ.27


12. Γαλ. ε΄,1


13. Φ.Κόντογλου: Η ΠΟΝΕΜΕΝΗ ΡΩΜΙΟΣΥΝΗ, Αθ.1989, σ.278.


14. Π. Κανελλόπουλος: Η ΚΙΒΩΤΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ, εν: ΤΟ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ, εκδ. «ΕΥΘΥΝΗ», σ.92.


15. Αρ. Βαλαωρίτης: Ένθ ανωτ., σ.33


16. Δημοτικό


17. Νικ. Κασομούλη: ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΑ ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ, τ.Β΄, σ.191


18. Διον. Σολωμού: ΟΙ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΤΙΣΣΕΣ από τη ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΣ.


19. Γ. Ζαλοκώστα: Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΥΞ ΤΟΥ ΜΕΣΟΛΟΓΓΊΟΥ, εν: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ, τ.125,σ.459


20. Γ. Βλαχογιάννη: ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ


21. Εν: Ι.Μ. Παναγιωτοπούλου: ΤΟ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ –ΕΝΑΣ ΤΟΠΟΣ ΤΗΣ ΘΥΣΙΑΣ, εις τον Τόμον: ΤΟ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ –Η ΚΙΒΩΤΟΣ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ, εκδ. Ευθύνης, σ.141.


22. Νικ. Κασομούλη, ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΑ ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ,τ.Β΄.


23. Ενθ΄ανωτ.


24. Ενθ. Ανωτ.


25. Εν: Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου, ένθ. Ανωτ., σ.145-146.


26. Κ. Τσάτσου, Αποσπάσματα λόγου του της 17-4-1949, εν: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ, τ. 125,σ.478.


27. Δημοτικό τραγούδι


28. Χρ.Μαλεβίτσης: ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ ΤΗΣ 25Ης ΜΑΡΤΙΟΥ, εν: ΤΟ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ, σ.132.


29. Μιλτ. Μαλακάση: ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ. Εν: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ, τ.125, σ.468.


30. Γιαν. Ρίτσου: Η ΚΥΡΑ ΤΩΝ ΑΜΠΕΛΙΩΝ, ΧΧΙV.


31. Διον. Σολωμού: ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΟΙ, Σχεδίασμα Γ΄,Ι



* Δημοσιεύθηκε στο αφιέρωμα του 5ου τεύχους του Περιοδικού "ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ"