του Αρχιμ. Αιμιλιανού Σιμωνοπετρίτου
Ο σταυρός είναι βίωμα και κτήμα και σημαία της Εκκλησίας1. Έξω από την Εκκλησίαν οι άνθρωποι, οι οποίοι δεν αναγνωρίζουν την Εκκλησίαν ως μητέρα2, νοιώθουν τον σταυρόν ως μωρίαν3, ως θρησκόληπτον σημάδι, ως κατάραν4 η αξιοβλασφήμητον πράγμα. Μόνον ένας πιστός κατανοεί την μοναδικήν του σημασίαν και δύναται να βιώση την δυναμικήν του ενέργειαν.Ο σταυρός είναι βίωμα και κτήμα και σημαία της Εκκλησίας1. Έξω από την Εκκλησίαν οι άνθρωποι, οι οποίοι δεν αναγνωρίζουν την Εκκλησίαν ως μητέρα2, νοιώθουν τον σταυρόν ως μωρίαν3, ως θρησκόληπτον σημάδι, ως κατάραν4 η αξιοβλασφήμητον πράγμα. Μόνον ένας πιστός κατανοεί την μοναδικήν του σημασίαν και δύναται να βιώση την δυναμικήν του ενέργειαν.
Ο Χριστός, αφού κατετρόπωσε τον εχθρόν διάβολον και ηχρήστευσε την δύναμίν του και συνέτριψε την στρατιάν του, αφού ετελείωσε το έργον της σωτηρίας μας και μας ήνοιξε τον παράδεισον, μας άφησεν ως ιεράν πρακαταθήκην επί της γης ένα αόρατον στοιχείον, το Άγιον Πνεύμα, και ένα ορατόν, τον τίμιον Σταυρόν. Αυτή η σημαία του ουρανού, αυτό το τίμιον Ξύλον, το οποίον χαράσσομεν και ασπαζόμεθα, είναι απτόν σημάδι του ιδίου του Θεού.
Την οδόν του σταυρού εβάδισαν όλοι οι άγιοι και δι’ αυτής ηγιάσθησαν. Είναι μεγάλη ευλογία του Θεού, την οποίαν εκατομμύρια ανθρώπων εδέχθησαν, εβίωσαν και επέτυχον όλων των επαγγελιών του Θεού5, συναγαλλόμενοι μετ’ αυτού εν ουρανοίς. Είναι βίωμα όλων εκείνων, οι οποίοι επλήρωσαν τον παράδεισον και οι οποίοι, καθ’ ημέραν βιούντες μυστικώς μεθ’ ημών, μας μεταδίδουν την αγάπην και την βιωματικήν σχέσιν των με τον σταυρόν.
Ενεφυτεύθη εις την καρδίαν του ανθρώπου ο σταυρός, διότι μετ’ αυτού συνάπτεται κάθε ψυχή. Η Εκκλησία μεταδίδει αυτό το βιώμά της εις έκαστον εξ ημών, ακόμη και εις τον τελευταίον αμαρτωλόν. Ο σταυρός του Κυρίου υπεισέρχεται εις το είναι μας ως βρώσις και γνωρίζομεν την γεύσίν του εις την καρδίαν μας.
Ούτως εχόντων των πραγμάτων, αδελφοί μου, πως ημπορούμεν ημείς να βιώσωμεν εις την προσωπικήν μας ζωήν τον σταυρόν; Τι σημαίνει δι’ ημάς ο λόγος του Θεού, «ει τις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού, και ακολουθείτω μοι»6; Βεβαίως, γνωρίζομεν, όπως μας πιστοποιούν όλοι οι Πατέρες, ότι «ει φιλείς τον Δεσπότην σου, τον θάνατον απόθανε τον εκείνου»7. Αλλά πως θα αποθάνωμεν και ημείς τον θάνατον του Κυρίου;
Κατ’ αρχας, ποιός δεν αισθάνεται βαθύτατα ότι ζω τον σταυρόν σημαίνει ότι εγκαταλείπω την ζωήν της αμαρτίας και ακολουθώ τον Κύριον κατά την ευδοκίαν και το ακριβές θέλημα αυτού, ότι ο Κύριος είναι ο κυβερνήτης της ζωής μου και ότι ο λόγος που αποτελεί την βασικήν τροφήν της ψυχής μου, τον κανόνα της ζωής μου και τον λόγον της υπάρξεώς μου; Σταυρός είναι το ξύλον επί του οποίου ο Κύριος εσταυρώθη αναπεσών. Σταυρός είναι η εγκατάλειψίς μου επάνω εις το ξύλον, η πλήρης απώλεια του αυτεξούσιού μου, η αδυναμία μου από τώρα και εις το εξής να κατευθύνω τον εαυτόν μου. Σταυρός είναι η ζωή της αρετής και της ευσεβείας, η απελευθέρωσις της ψυχής και της σαρκός από τα πάθη και τας επιθυμίας, η μέχρι θανάτου ετοιμότης του αγώνος υπέρ της Εκκλησίας και της αλήθειας των θείων δογμάτων είναι το «ανενέργητον του ανθρώπου προς παν το απαρέσκον των Θεώ»8 συναπτόμενον μετά της προθυμίας της ευαρεστήσεως τω Κυρίω.
Όταν ο πιστός σκέπτεται ούτω θεοφιλώς, τότε το Πνεύμα το Άγιον τον ενισχύει εις την εσταυρωμένην ζωήν και επιτυγχάνει την κατάργησιν πάσης αμαρτίας και ταυτοχρόνως την απόκτησιν πάσης αρετής. Το Πνεύμα το Άγιον έρχεται και τον στηρίζει, όταν ευρίσκεται επί του σταυρού, και αυτό το οποίον είναι αδύνατον να επιτύχη αυτός, το ενεργεί εκείνο.
Το Πνεύμα το Άγιον μας μεταδίδει την «σταυροφόρον δύναμιν»9, όπως θα έλεγε ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος, η οποία αχρηστεύει όχι μόνον τας μαγγανείας του πονηρού δαίμονος, αλλά και ο,τιδήποτε θα ήτο δυνατόν να χωρίση ημάς από του σταυρού. Τα ορμέμφυτα της βασανισμένης ψυχής μου, της κουρασμένης εκ των αμαρτιών όλης της ανθρωπίνης φύσεως, τα αντιστρατευόμενα τω Θεώ και απωθούντα εμέ από του σταυρού, αποκαλύπτονται, εξέρχονται, ερεύγονται, και ημπορώ να αναγνωρίζω την απατηλότητά των. Αι δικαιολογίαι καταισχύνονται. Η βούλησις του ανθρώπου μένει ελευθέρα, δια να δύναται να ακολουθή αβιάστως και μετά ζεούσης καρδίας τον Θεόν. Αναθάλλει ο άνθρωπος ο εγκαταλείπων εαυτόν εις την δύναμιν του σταυρού. Αποκτά μίαν ζωήν εύρωστον. Δεν φοβείται να αντιμετωπίση πάντα ακούσιον πειρασμόν και να υποστή προς τούτο πάντα εκούσιον πειρασμόν, πάσαν άσκησιν και κακουχίαν, ζων ακόμη και ως σαρκοφόρος άγγελος. Αναλαμβάνει ο πιστός τα μεγαλύτερα κατορθώματα διότι ο σταυρός είναι ο ενεργών. Το σώμα του, το κατοικητήριον αυτό του Θεού, φθάνει εις το σημείον να αναδίδη ωραιοτάτην, άγνωστον φυσικώς, πνευματικήν ευωδίαν, η ψυχή του να κελαηδή, οι οφθαλμοί του να αστράπτουν φωτοειδείς.
Βεβαίως, δεν είναι μόνον τα εκούσια ταύτα καταρθώματα της εσταυρωμένης ζωής· δεν είναι όσα συνειδητά καθ’ ημέραν πραγματοποιούμεν· δεν είναι το κατόρθωμα της αλλοιώσεώς μου, της καινούργιας μου ζωής εις την πνευματικήν μου πορείαν. Ο σταυρός είναι κάτι επί πλέον· είναι η προετοιμασία δια να προχωρήσω έτι περαιτέρω και υψηλότερον· είναι εκείνο το οποίον μου χαρίζει την αγόγγυστον και φαίδροποιόν υπομονήν των ακουσίων θλίψεων, τας οποίας όλως απροσδοκήτως συναντώμεν εις την καθημερινήν μας πορείαν. Πόσες φορές θα παρέλυον οι πόδες μας, θα ελύγιζον αι καρδίαι μας, αν ο σταυρός δεν προελάμβανε να εμφυτεύση εις ημάς υπομονήν!
Τόσα τα εμπόδια τα οποία παρεμπίπτουν και καθιστούν σκληράν την ζωήν του ανθρώπου και οδυνηράς τας ημέρας του! Θα ελέγομεν ότι αυτό το οποίον ζη ο άνθρωπος είναι ο,τι οράται, ήτοι το εμπόδιον, το πρόβλημα, η αγωνία, ο πόνος. Τα εμπόδια όμως αυτά σκληραγωγούν το σώμα του ανθρώπου ως αθλητικά επιτεύγματα και δι’ αυτό δεν τα αίρει ο Θεός. Ωριμάζουν και παιδαγωγούν το πνεύμα του, το ξεκαρφώνουν από τα χοϊκά και κοσμικά και το συνηθίζουν να ανέρχεται προς τον «Θεόν τον ζώντα»10. Θα ηδύνατο ο άνθρωπος, τρεφόμενος από τον λόγον του Θεού και εμνεόμενος από αυτόν, να ωριμάζη, να «ανακαινούται ημέρα τη ημέρα» και να εγγίζη δια της γνώσεως περισσότερον τον Θεόν. Αλλά είναι σκληραί αι καρδίαι μας και σκληρά πράγματα ημπορούν να μας υποχρεώνουν να αλλάζωμεν τρόπον σκέψεως και ζωής. Και αυτά είναι τα εμπόδια, αι δυσκολίαι, oι θλίψεις, τα οποία, ενώ εμέις μισούμεν, εν τούτοις γίνονται πρωταρχικά βήματα προς τον Θεόν. Μας ενδυναμώνουν και μας διδάσκουν να ακολουθή η ψυχή μας τον εσταυρωμένον Χριστόν.
Έτσι η δύναμις του σταυρού μετατρέπει τα εμπόδια εις ευεργετήματα, τα αναδεικνύει θείας δωρεάς, εφόδια πνευματικά, αφορμάς δόξολογίας του Θεού11. Παρά ταύτα εμείς δεν φοβούμεθα τίποτε περισσότερον όσον τας θλίψεις και τα δυσχερείας. Αυτό όμως το καθημερινόν βίωμα των δυσχερειών και των πόνων, το οποίον μπροστά στα πόδια μας συνεχώς κατρακυλά, ο πάνσοφος Θεός και οικονόμος Πατήρ το κάμνει μεταγωγικόν εις ουρανόν. Μας δίδει την δυνατότητα όχι να υπεραρθώμεν των εμποδίων, αλλά να υπομένωμεν αυτά, δια να μη χάσωμεν την βασιλείαν. Ο σταυρός λοιπόν δια μέσου των εμποδίων μας μεταβιβάζει το φρόνημα και τον νουν από της γης εις τον ουρανόν και ούτως αποκτώμεν θεϊκήν σκέψιν.
Πόσα βάρη δεν μας δημιουργούν καθ’ ημέραν, ακόμη και αυτό το επάγγελμα, το κοινωνικόν περιβάλλον, αι επιδιώξεις μας, αι αποτυχίαι μας, αι ασθένειαί μας αι ψυχικαί και σωματικαί! Πόσες φορές τις νύκτες αι ψυχαί μας δεν ημπορούν να ησυχάσουν και τα μάτια μας να κλείσουν! Ο σαρκικός άνθρωπος ενώπιον των δυσκολιών αυτών κάμπτεται, κουράζεται, αγανακτεί. Ο φοβούμενος, επί παραδείγματι, την ασθένειαν και επιθυμών οπωσδήποτε να γίνη καλά, να αποφύγη τον πόνον, να απομακρύνη τον θάνατον, η ο επιθυμών να ξεπεράση το πρόβλημα του επαγγέλματός του, όταν όλα πηγαίνουν στραβά, η να αλλοιωθή το κοινωνικόν του περιβάλλον, δια να μη γίνεται εμπόδιον εις την χριστιανικήν του ζωήν, περιπίπτει εις δίνην χείρονα της οδύνης, καθιστά μαύρην την ζωήν του, τρεμοσβήνει διαρκώς το χαμόγελόν του και μόνον ο θάνατος θα τον ανάπαυση. Όλα αυτά τα εμπόδια λαμβάνουν μίαν άλλην διάστασιν υπό το πρίσμα του σταυρού και ευθύς αμέσως τα γύρω μας, τα αντίθετα προς τον Θεόν, χρησιμοποιούνται ως σύμμαχα και φίλα, διότι παύω να ζητώ την αλλαγήν των και αλλάζω εγώ.
Μόχθος και ιδρώς και αίμα δυνάμεθα να είπωμεν ότι είναι η ζωή του ανθρώπου, και εις τον οίκον του και εις την καρδίαν του και εις το περιβάλλον του, μετά την προπατορικήν αμαρτίαν. Καθημερινόν μας φαγοπότι είναι αυτά τα βιώματα. Τι έπρεπε να κάνη ο Θεός δια να κερδήση ημάς τους ανθρώπους, οι οποίοι δεν προσκολλώμεθα εις αυτόν αλλά φροντίζομεν δι’ αυτά; Αυτά ο Θεός τα προσλαμβάνει φιλανθρώπως και οικονομικώς, δια να τα χρησιμοποιήση ως γλώσσάν του προσκλητικήν· τα προσδέχεται ως συνάλλαγμα ιερόν12, το οποίον διευκολύνει τον πόθον της τελειώσεως και θεώσεως, το ταξίδι προς τον ουρανόν. Τα καταθέτει και τα αποθησαυρίζει εις τον λογαριασμόν μας «ένεκεν του ονόματός του»13 λέγων· εγώ θα σε κερδήσω δια μέσου αυτών. Αυτά τα οποία είναι όλα μάταια, αλλά εις αυτά σταματά η καρδία σου, θα γίνουν τα μέσα της σωτηρίας σου.
Όταν μάλιστα ο άνθρωπος πάσχη, δι’ αυτόν τούτον τον Θεόν, τότε αντιλαμβάνεσθε πόσον περισσότερον αυτός ο πόνος είναι μία μαρτυρία της αγάπης του Θεού και ένα μαρτύριον της αγαπήσεως του Θεού υπό του ανθρώπου14. Είναι ένα χάρισμα απ’ ευθείας του Θεού. Δι’ αυτό λέγει ο άγιος Αθανάσιος· «ο έχων ανάπαυσιν εν τω κόσμω τούτω την αιώνιον ανάπαυσιν μη ελπιζέτω λαβείν… αλλ’ εκείνων εστί, η αιώνιος ανάπαυσις, των εν θλίψει πολλή και στενοχωρία, διαξάντων τον βίον τούτον»15.
Υπάρχουν μάρτυρες, υπάρχουν όσιοι, υπάρχουν καρδίαι αι οποίαι ενηγκαλίσθησαν τα εκούσια κατορθώματα των οδυνών των, δια να ευαρεστήσουν τον Θεόν. Υπάρχουν τόσοι οι οποίοι ηγίασαν δια μέσου του πόνου, τον οποίον προσεφέρον εις τον Θεόν. Αλλ’ ημείς οι πολλοί δεν τολμώμεν να αποφασίσωμεν τον πόνον. Συναντώμεν τον πόνο και εντεύθεν μας συλλαμβάνει ο Θεός.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Συναξάριον Κυριακής της Σταυροπροσκυνήσεως
2. Βλ. ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ ΚΑΡΧΗΔΟΝΟΣ, Περί της ενότητος της Καθολικής Εκκλησίας 6, PL4,503A (=CSEL, τ.ΙΙΙ, 1, Βιέννη, 1868, σελ. 214).
3. Α’ Κόρ. 1, 18
4. Γαλ. 3, 13
5. Έβρ. 11, 33
6. Ματθ. 16, 24 Μαρκ. 8,34.
7. ΙΩ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Εις Φιλιππησίους ομιλία 13, 1, PG62, 277
8. Βλ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ, Ομιλία 11, Εις τον τίμιον και ζωοποιόν Σταυρόν 20. PG 151. 140B
9. Ευεργετινός, τ. Γ , Υπόθεσις 28, 4, σελ. 333
10. Βλ. Ψαλμ. 83, 3
11. Βλ. ΣΥΜΕΩΝ Ν. ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Κεφάλαια πρακτικά και θεολογικά 101, Φιλοκαλία, τ. Γ , σελ. 256 ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ,
12. Βλ. ΑΒΒΑ ΦΙΛΗΜΟΝΟΣ, Λόγος πάνυ ωφέλιμος, Φιλοκαλία, τ. Β , σ. 247, στχ. 35-36
13. Πρβλ. Ματθ. 19,29 Λουκ. 21, 12
14. Βλ. Παροιμ. 3, 11-12 Ρωμ. 8, 35-39
15. Περί παρθενίας 18, PG 28, 273A
* Δημοσιεύθηκε στο 3ο Τεύχος του Περιοδικού "ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου