Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2009

AΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ, Λόγος εις το γενέθλιον της Υπεραγίας Θεοτόκου *

Πράγματι κάθε καιρός είναι κατάλληλος για την κατάθεσι θεμελίων σωτηρίας διαγωγής. Και για να δηλώση τούτο έλεγε ο μέγας Παύλος, «ιδού καιρός ευπρόσδεκτος· ιδού ημέρα σωτηρίας· ας απορρίψωμε τα έργα του σκότους και ας επιτελέσωμε τα έργα του φωτός· ας βαδίσωμε ευπρεπώς σαν στο φως της ημέρας». Δεν εννοεί ότι καιρός ευπρόσδεκτος για σωτηρία είναι κάποια από τις ώρες η από τις ήμερες, αλλά όλος ο χρόνος μετά την επιφάνεια του Κυρίου και Θεού Σωτήρος μας Ιησού Χριστού.

Εάν δε χρειάζεται να χαρακτηρίσωμε και κάποιον καιρό καταλληλότερο από τους άλλους, και αν όπως υπάρχει καιρός για σπορά και καιρός για θερισμό, καιρός για φύτευμα και καιρός για συγκομιδή, και καιρός για κάθε άλλο πράγμα, έτσι επιζητής και για την αγαθοεργία ώρα ενάρξεως. Ιδιαιτέρως αρμοστή, αυτή είναι ο καιρός του φθινοπώρου, και αυτού περισσότερο τούτος ο μήνας, που είναι και ο πρώτος μας μήνας και η αρχή του έτους1, διότι κατ’ αυτόν έγινε αρχή της σωτηρίας μας την όποια και εορτάζομε σήμερα. Διότι αυτή η ιερά εορτή και πανήγυρις την οποία τελούμε σήμερα είναι η πρώτη της κατά χάριν ανακλήσεως και αναπλάσεώς μας, αφού είναι η ημέρα κατά την οποία άρχισαν τα πάντα να γίνωνται νέα και να εισάγωνται αντί των πρόσκαιρων θεσμών οι μόνιμοι, αντί του γράμματος το πνεύμα και αντί των σκιών η αλήθεια.

Πραγματικά σήμερα αναφάνηκε νέος κόσμος και παράξενος παράδεισος, στον οποίο και από τον οποίο έχει παραχθεί νέος Αδάμ, ο οποίος αναπλάττει τον παλαιό Αδάμ και ανακαινίζει όλο τον κόσμο· ο οποίος δεν απατάται από τον απατεώνα αλλά τον απατά και χαρίζει την ελευθερία σ’ αυτούς που με απάτη υποδουλώθηκαν στην αμαρτία. Σήμερα ετοιμάσθηκε στη γη παράδοξος βίβλος, που μπορεί να φέρη όχι γράμματα λόγων, αλλά τον ίδιο τον ζωντανό Λόγο απόρρητον, και μάλιστα Λόγον όχι εναέριο, άλλα ουράνιο, που δεν συγκροτείται για να φθαρή αλλά αρπάζει από την φθορά αυτούς που τον πλησιάζουν, που δεν γίνεται με την κίνησι ανθρωπινής γλώσσας αλλά γεννάται προαιωνίως από τον θεό Πατέρα. Σήμερα παρουσιάσθηκε έμψυχη και άχειροποίητη σκηνή του Θεού και λογική και πνευματική κιβωτός του «άρτου της ζωής που απεστάλθηκε σ’ εμάς από τους ουρανούς» πραγματικά. Σήμερα ανέτειλε κατά το ψαλμικό λόγιο «αλήθεια από τη γη», άγαλμα γνήσιο της από άνω ανθρωπινής ευγενείας, και εμφανίσθηκε «δικαιοσύνη από τον ουρανό»2, η οποία εξέβαλε τον άρχοντα της αδικίας και από αυτήν την εξουσία των αδίκων, καθ’ όσον κατακρίθηκε αδίκως και κατέκρινε δικαίως, κι έδεσε τον Ισχυρό στην κακία και άρπαξε τα σκεύη του, τα μετεσκεύασε και τα κατέστησε δεκτικά θείας δικαιοσύνης. Έτσι τους μεν αιχμαλώτους της αμαρτίας τους επήρε μαζί της για να ζουν αιωνίως, αφού τους εδικαίωσε με την προς αυτόν πίστι, τον δε άρχοντα της αμαρτίας, αφού τον περιβάλη με άφευκτα δεσμά, θα τον παραδώση σ’ αιώνιο και άφεγγο πυρ. Σήμερα η προφητευμένη ράβδος εβλάστησε από τη ρίζα του Ιεσσαί, από την οποία «εβγήκε άνθος» που δεν δέχεται μαρασμό, αλλά και ανακαλεί τη φύσι μας που εμαράθηκε και γι’ αυτό εξέπεσε από τον αμάραντο τόπο της τρυφής και την επαναφέρει στο ευθαλές και της χαρίζει το ευθαλές, την ανεβάζει προς τον ουρανό και την εισάγει στον παράδεισο. Είναι η ράβδος με την οποία ο μέγας ποιμήν μετέφερε το λογικό ποίμνιο προς τις αιώνιες βοσκές η ράβδος στην οποία στηριγμένη η φύσις μας απέθεσε την παλαιότητα και την γεροντική αδράνεια, και βαδίζει εύκολα προς τον ουρανό» αφήνοντας τη γη κάτω σ’ αυτούς που φέρονται προς τα κάτω, διότι δεν έχουν στήριγμα.

Άλλά ποιός είναι ο νέος κόσμος, ο παράξενος παράδεισος, η παράδοξη βίβλος, η πνευματική σκηνή και κιβωτός του Θεού, η αλήθεια από τη γη, η πολυύμνητη ράβδος του Ιεσσαί; Είναι η πριν από τον τοκετό και μετά τον τοκετό αειπάρθενη κόρη, της οποίας τη γέννησι από στείρα γυναίκα εορτάζομε σήμερα. Διότι ο Ιωακείμ και η Άννα, συζώντας ο ένας με τον άλλο και παραμένοντας άμεμπτοι ενώπιον του Θεού, εφαίνονταν στους Ισραηλίτες αξιόμεμπτοι κατά τον νόμο, αφού έμεναν άτεκνοι. Επειδή δηλαδή δεν υπήρχε ακόμη τότε ελπίς αθανασίας, γι’ αυτό η διαδοχή του γένους εφαινόταν κάτι το αναγκαιότατο. Τώρα όμως αφού αυτή η σήμερα γεννηθείσα παρθένος μας εχάρισε την αϊδιότητα δια του παρθενικού τόκου, δεν είναι πλέον σ’ εμάς αναγκαία η από την παιδοποιΐα διαδοχή. Άλλά τότε στους Ισραηλίτες η πολυτεκνία εφαινόταν ανωτέρα και της αρετής και η ατεκνία τόσο μεγάλο κακό, ώστε και αυτοί οι δίκαιοι να μη επαινούνται για την αρετή τους περισσότερο από όσο υβρίζονταν για την ατεκνία.

Περίλυποι λοιπόν από τις προσβολές οι δίκαιοι, αφού ενθυμήθηκαν τον Αβραάμ και τη Σάρρα και όλους τους άλλους που εδοκίμασαν τη λύπη για την ατεκνία κι’ έπειτα αφού εσκέφθηκαν το φάρμακο που ευρήκαν κάποιοι για τη θεραπεία αυτής της λύπης, απεφάσισαν να καταφύγουν και αυτοί στην παράκλησι προς τον Θεό. Και ο μεν σώφρων Ιωακείμ αναχωρεί προς την έρημο, κατοικεί σ’ αυτήν και τηρεί νηστεία, αναπέμποντας προς τον Θεό προσευχή να γίνη πατέρας και δεν εσταμάτησε τη δέησι, ούτε επέστρεψε από εκεί, πριν δεχθή την βεβαίωσι περί της αποδοχής του αιτήματος. Η δε ομόφρων με αυτόν Άννα κλείνεται στον γειτονικό κήπο και με πονεμένη καρδιά βοά προς τον Κύριο, «εισάκουσέ με, Θεέ των πατέρων μου, κι’ ευλόγησέ με, όπως ευλόγησες την μήτρα της Σάρρας». Και υπήκουσε ο Κύριος και τους ευλόγησε κι υποσχέθηκε να δώση ικανοποίησι στο αίτημά τους και τώρα έφερε σ’ εκπλήρωσι την επαγγελία, και τους έδωσε κόρη, την θαυμασιωτάτη από όλες τις θαυμάσιες που εφάνηκαν ανέκαθεν, αυτήν την γεννήτρια του κτίστη των όλων, που εθέωσε το ανθρώπινο γένος και ουράνωσε τη γη, που έκαμε τον μεν Θεόν, υιόν ανθρώπου, τους δε ανθρώπους, υιούς του Θεού.
Αλλά εσείς, ω θέατρο ιερό, οι ακροαταί των λόγων μου το λογικό μου ποίμνιο και αγρόκτημα κατά Χριστόν, προσφέρατε γενέθλιο δώρο στη μητέρα του Θεού την εκτέλεσι των αρετών και την επίδοσι σ’ αυτές· άνδρες και γυναίκες, πρεσβύτεροι μαζί με νεωτέρους, πλούσιοι και πτωχοί, άρχοντες και αρχόμενοι, και γενικώς κάθε γένος και ηλικία, κάθε αξίωμα και επάγγελμα και επιστήμη. Κανένας σας να μην είναι ψυχικά άγονος και άκαρπος, κανένας να μην είναι ανέραστος και ανεπίδεκτος πνευματικού σπέρματος. Αλλά και ο καθένας να δέχεται προθύμως το ουράνιο σπέρμα, τον σωτηριώδη λόγο, και να τον αποτελειώνη με τις δυνάμεις του σ’ έργο και καρπό ουράνιο και θεάρεστο· κανείς να μη εγκαινιάζη ανεκτέλεστη αρχή αγαθοεργίας, κανένας να μη επιδεικνύη την πίστι του προς τον Χριστό με μόνο τη γλώσσα. Διότι, λέγει, «δεν θα εισέλθη στη βασιλεία των ουρανών γενικώς όποιος λέγει, Κύριε, Κύριε, αλλά μόνο όποιος εκτελεί το θέλημα του Πατρός μου που ευρίσκεται στους ουρανούς», και «όποιος έπιασε με το χέρι του το αλέτρι κι· εστράφηκε προς τα πίσω, δεν είναι ταιριαστός για τη βασιλεία των ουρανών».

Να προσφέρετε τώρα όλοι από κοινού στην σήμερα εορταζομένη παρθένο το αγαπητότερο και καταλληλότερο δώρο, τον αγιασμό σας και την αγνεία του σώματος δι’ εγκρατείας και προσευχής. Να βλέπετε όλοι ότι σωφροσύνη και νηστεία και προσευχή, αφού συναντήθηκαν με κατάνυξι, ανέδειξαν τον Ιωακείμ και την Άννα γεννήτορες θείου σκεύους, μάλιστα τόσο εκλεκτού σκεύους, ώστε όχι μόνο να βαστάσουν το θείο όνομα κατά τον αργότερα εμφανισθέντα Παύλο3, άλλα και αυτόν τον ίδιο, του οποίου «το όνομα είναι Θαυμαστό» […]

Βλέπετε πως οι στείρες και άγονες ψυχές γίνονται καλλίτεχνες;

Εάν λοιπόν, αδελφοί, θέλωμε κι εμείς να κατοικούμε όχι τη γη άλλα τον ουρανό, ούτε να πέφτωμε στη γη και στην αμαρτία που παρασύρει προς τα κάτω, άλλα να επεκτεινώμαστε διαρκώς σε θείο ύψος, ας φοβηθούμε τον Θεό, ας απομακρυνθούμε από τα κακά, ας επιστρέψωμε προς αυτόν με τα αγαθά έργα, ας σπεύσωμε ν’ απαλείψωμε τις πονηρές μας προσκτήσεις μ’ εγκράτεια και προσευχή, και να μετασκευάσωμε προς το καλλίτερο τους εσωτερικούς λογισμούς και να κυοφορήσωμε και γεννήσωμε το πνεύμα της σωτηρίας μας κατά τον προφήτη, δια της επικλήσεως, έχοντας βοηθό εκείνην που εχαρίσθηκε σήμερα στους γονείς της κατόπιν προσευχής και θεάρεστης διαγωγής.

Αυτή και την λύπη των γονέων μετέτρεψε και την προγονική κατάρα διέλυσε και τις ωδίνες της προμήτορος κατέπαυσε, αφού εγέννησε ανωδύνως με παρθενία τον Χριστό. Στον οποίο πρέπει δόξα, τιμή και προσκύνησις, μαζί με τον άναρχο Πατέρα του και το πανάγιο και ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

1. Ο πρώτος μήνας του εκκλησιαστικού έτους ήταν στο Βυζάντιο ο Σεπτέμβριος και η πρώτη του μηνός αυτού ήταν η πρωτοχρονιά, και αρχή της Ινδίκτου.
2. Ψαλμ. 84,12.
3. Πραξ. 9,15, «σκεύος εκλογής εστί μοι ούτος του βαστάσαι το ονομά μου»



* Δημοσιεύθηκε στο 7ο Τεύχος του Περιοδικού "ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου