Σάββατο 13 Αυγούστου 2022

Ποιμαντορική Ἐγκύκλιος τοῦ Σεβασμιωτάτου Τοποτηρητοῦ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας, Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. ΙΕΡΟΘΕΟΥ


Πρός τούς Κλη­ρι­κούς, μοναχούς καί λα­ϊ­κούς

τῆς Ἱ­ε­ρᾶς Μητροπόλεως Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας

 

Ἀγαπητοί ἀδελφοί,

Στό κέντρο τοῦ Καλοκαιριοῦ, καί μάλιστα στό κέντρο τοῦ μηνός Αὐ­γού­στου ἑορτάζουμε τήν ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Ὑπε­ραγίας Θεοτόκου, ἀπό τήν ὁποία Θεοτόκο ὁ Χριστός προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση καί εἰσῆλθε στήν ἱστορία ὡς Θεάνθρωπος Χρι­στός.

Τίς πρῶτες ἡμέρες τοῦ Αὐγούστου μέχρι τήν προπαραμονή τῆς 15ης  Αὐ­γού­στου ψάλλουμε στούς Ἱερούς Ναούς τίς Παρα­κλήσεις στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, τήν Μικρή καί τήν Μεγάλη Παράκληση, πού εἶναι γεμάτες ἀπό θεολογικά καί πνευματικά νοήματα. Μέ θεολογικές λέξεις καί θαυμαστές εἰκόνες παρουσιάζεται ὅλο τό παγκόσμιο ἔργο τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Μητέρας Του.

Μέσα στίς Παρακλήσεις διεκτραγωδεῖται κατά ἕναν ἔντονο τρόπο ὁ πόνος στήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου, πόνος σωμα­τικός, πόνος ἐσωτερικός καί μυστικός, πόνος πνευματικός, πόνος πρόσκαιρος καί διαχρονικός. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι γεμάτος ἀπό τόν πόνο πού προέρχεται ἀπό τό θνητό καί παθητό σῶμα του, καί ἐκφράζεται μέ τίς ἀσθένειες, τίς ἁμαρτίες, τά πάθη, τήν ὀρφάνια, τήν μοναξιά, τήν προδοσία ἀπό τούς ἀνθρώπους, τήν στέρηση τῆς ἀγάπης, τήν ἀπελπισία, τήν ἀβεβαιότητα τοῦ μέλλοντος. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι βουτηγμένος μέσα στόν πόνο ἀπό τήν πρώτη ἡμέρα τῆς γεννήσεώς του μέχρι τό τέλος τῆς βιολογικῆς του ζωῆς.

Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ὡς ἄνθρωπος καί Μητέρα τοῦ Χρι­στοῦ, δοκίμασε τόν πόνο στήν ζωή της, ἀπό τήν καχυποψία τῶν ἀνθρώπων πού συνέλαβε χωρίς νά παντρευτῆ, ἀπό τήν γέννηση τοῦ Χριστοῦ μέσα στό σπήλαιο, τόν φόβο τῆς σφαγῆς τοῦ νεογνοῦ της, τήν μετακίνησή της στήν Αἴγυπτο ὡς πρόσφυγας, ἐνῶ ἦταν μητέρα μικροῦ παιδιοῦ, τήν ἐπιστροφή της ἀπό τήν ἐξορία στήν Ναζαρέτ, τίς δυσκολίες ἀπό τήν στέρηση τῶν ὑλικῶν ἀγα­θῶν, καί ἀργότερα ἔζησε μέ πόνο ἀπό τά Πάθη καί τόν Σταυρό τοῦ υἱοῦ της, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μέσα στίς δοκιμασίες τῆς Παναγίας μας βλέπουμε καί ἐμεῖς τίς δικές μας δοκιμασίες, καί γι’ αὐτό τήν καταλαβαίνουμε, ἀλλά καί αἰσθανόμαστε ὅτι καί αὐτή μᾶς καταλαβαίνει.

Καί μετά τίς Παρακλήσεις, κατά τίς ὁποῖες ἐξάγουμε μέσα ἀπό τήν καρδιά μας τόν δικό μας πόνο καί τίς δικές μας περι­πέτειες, ἔρχεται στό μέσον τοῦ Δεκαπενταυγούστου ἡ ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Ἐδῶ πιά δέν ἔχουμε νά κάνουμε μέ συνηθισμένες καθημερινές καταστάσεις, ἤτοι τόν πόνο, τήν στέρηση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, τήν προσφυγιά, τίς συκοφαντίες, τίς ἀδικίες, ἀλλά μέ τόν ἴδιο τόν θάνατο.

Εἶναι ὄντως φοβερός ὁ θάνατος, ὁ «ἔσχατος ἐχθρός» τοῦ ἀν­θρώ­που (Α΄ Κορ. ιε΄, 26) πού μᾶς στερεῖ τήν ἐπικοινωνία μέ ἀγαπητούς μας ἀνθρώπους, πού προξενεῖ τήν διάσπαση μεταξύ ψυχῆς καί σώματος, ὁπότε τό σῶμα κατεβαίνει στόν τάφο καί ἡ ψυχή κάνει τήν δική της πορεία, θετική ἤ ἀρνητική. Ὁ Σοφός Σειράχ στήν Παλαιά Διαθήκη γράφει: «Ὤ θάνατε, ὡς πικρόν σου τό μνημόσυνόν ἐστιν ἀνθρώπῳ εἰρηνεύοντι ἐν τοῖς ὑπάρχου­σιν αὐτοῦ» (Σ. Σειράχ μα΄, 1).

Ἐάν γιά τά καθημερινά προβλήματα πού μᾶς βασανίζουν ἡ Παναγία μας εἶναι ἡ παρηγοριά καί ἡ ἐλπίδα μας, γιά τό φοβερό τοῦ θανάτου γίνεται φάρος φωτεινός. Δείχνει ὅτι ἐν Χριστῷ ὁ θάνατος ἔχει νικηθῆ, δέν εἶναι πορεία στό μηδέν, ὅπως λένε ὅσοι δέν πιστεύουν, ἀλλά συνάντηση μέ τόν Χριστό καί τούς ἁγίους, εἶναι «ἔνδοξη κοίμηση», γιά τήν ὁποία χαίρονται οἱ ἄγγελοι, ἀφοῦ γιά ὅσους πιστεύουν καί ζοῦν ἐν Χριστῷ, εἶναι συνάν­τηση μαζί Του, εἶναι ζωή ὑπερτέρα τῆς βιολογικῆς ζωῆς.

Καί μετά τήν 15η Αὐγούστου συνεχίζεται ἡ ἑορταστική πανήγυρη μέχρι τήν 23η Αὐγούστου, πού ἑορτάζουμε πανηγυ­ρι­κότατα τήν ἀπόδοση τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, καί ἀκόμη φθάνουμε μέχρι τήν 31η Αὐγούστου πού ἑορτάζουμε τήν κατά­θεση τῆς Τιμίας Ζώνης τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, πού εἶναι ὑπό­μνη­ση τῆς συνεχοῦς προστασίας της στήν ζωή μας.

Ἔτσι, ἀπό τίς Παρακλήσεις τῶν πρώτων ἡμερῶν τοῦ Δεκα­πεν­ταυγούστου, πού ἐκφράζουμε στήν Παναγία ὅλους τούς κα­θη­με­ρι­νούς μας πόνους, ἀλλά καί τήν σημερινή ἡμέρα τῆς ἐνδόξου Κοι­μήσεώς της, μαθαίνουμε στήν πράξη ὅτι ὁ θάνατος εἶναι θυμηδία καί χαρά, εἶναι ἕνας ἁπλός ὕπνος, ὅτι, δηλαδή, ὁ βραδυνός ὕπνος εἶναι ἕνας μικρός θάνατος, καί αὐτό πού ὀνομάζουμε θάνατο εἶναι ἕνας μεγάλος ὕπνος μέχρι τήν ἡμέρα τῆς ἀναστάσεως τῶν σωμάτων ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Καί αὐτό τό πανηγυρίζουμε μέχρι τήν τελευταία ἡμέρα τοῦ Αὐγούστου.

Ὅμως, δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε ὅτι τήν 6η Αὐγούστου, τίς ἡμέρες πού προηγοῦνται ἀπό αὐτήν, καί τίς ἡμέρες πού ἀκολουθοῦν μέχρι τήν 13η Αὐγούστου πού ἑορτάζουμε τό μεγάλο γεγονός τῆς Με­τα­μορφώσεως τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ἐκκλησία μᾶς δείχνει ποιός νίκησε τόν θάνατο, τήν ἁμαρτία καί τόν διάβολο, ποιός ἔδωσε στήν Παναγία αὐτήν τήν μεγάλη δόξα, ποιός εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωῆς καί τῆς σωτηρίας μας. Αὐτός εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός.

Στήν ἑορτή τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Χριστοῦ βλέπουμε τόν σκοπό τῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου, ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἀπό τό κατ’ εἰκόνα νά φθάση στό καθ’ ὁμοίωση, βλέπουμε τό ἄκτιστο Φῶς τῆς θεότητος τοῦ Χριστοῦ, καί τήν κατά Χάρη θέωσή μας. Τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ στό ὄρος Θαβώρ ἔλαμψε ὡς ὁ ἥλιος καί τά ἱμάτιά Του ἔγιναν λευκά ὡς τό Φῶς, πού δείχνει ὅτι ὅταν ἑνωθοῦμε μέ τόν Χριστό λάμπει ὅλη μας ἡ ὕπαρξη, ὅλα τά αἰσθητά γίνονται λευκά, καί τά μέλη τοῦ σώματος φωτοφόρα.

Αὐτό σημαίνει ὅτι γιά τήν Ἐκκλησία ὁ μήνας Αὔγουστος, μέ τήν ἑορτή τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Χριστοῦ καί τήν ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, δείχνει καθαρότατα τό λυτρωτικό ἔργο τοῦ Χριστοῦ, καί τήν οὐσιαστική προ­σφορά σέ αὐτό τῆς Κυρίας Θεοτόκου. Χριστός καί Παναγία εἶναι ἑνωμένοι καί δείχνουν τήν ὑπέρβαση τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου, τήν νίκη τῆς αἰώνιας ζωῆς ἐπάνω στήν θνητότητα καί παθητότητα τοῦ ἀνθρώπου. Εὐλογημένος εἶναι αὐτός ὁ μήνας, γιατί μέσα στήν φλόγα τοῦ Καλοκαιριοῦ μᾶς δείχνει τήν ἀναψυχή τῆς αἰώνιας ζωῆς.

Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ὅτι αὐτές οἱ ἡμέρες δέν προσφέ­ρον­ται μόνον γιά μιά ξεκούραση σωματική, γιά μιά ἐναλλαγή ἐντυπώσεων καί καθημερινοῦ τρόπου ζωῆς, ἀλλά δείχνουν τόν ὑψηλό σκοπό τῆς Χριστιανικῆς ζωῆς, τό ὑψηλό νόημα τοῦ ἀν­θρωπίνου βίου, ὑπενθυμίζουν ὅτι ὅλες οἱ δυσκολίες καί οἱ πειρασμοί τῆς ζωῆς μας, οἱ ἀσθέ­νειες καί ὁ θάνατος ὑπερβαίνονται ἐν Χριστῷ.

Μέ αὐτήν τήν ἀναστάσιμη θεολογία τῶν δύο ἑορτῶν, δηλαδή τῆς Μετα­μορφώσεως τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Κοιμήσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, πού εἶναι ἡ πίστη μας καί ἡ ζωή μας, ἡ ἐλπίδα καί ἡ ἀπαντοχή μας, σᾶς εὔχομαι χρόνια πολλά καί νά ἔχετε πνευματική ἔμ­πνευ­ση. Πρέπει νά ζοῦμε ἐμπνευσμένα πολύ περισσότερο ἀπό ὅσο ζοῦν οἱ ποιητές καί οἱ καλλιτέχνες, πρέπει νά διακατε­χόμαστε ἀπό τήν ἔμπνευση «τῆς ἄλλης βιοτῆς» καί ἔτσι νά ὑπερβαίνουμε τόν πόνο καί τόν φόβο τοῦ θανάτου, πού εἶναι οἱ μεγαλύτεροι ἐχθροί μας.

 

Μέ θερμές εὐχές

 

Ὁ Τοποτηρητής Μητροπολίτης

+ Ο Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου